Συμπληρώνοντας 84 χρόνια από το «Όχι» και 80 χρόνια από την απελευθέρωση της Αθήνας από τους Γερμανούς κατακτητές, ιστορικές μέρες για τη χώρα μας, δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχνάμε τις θυσίες και τα βάσανα του ελληνικού λαού, τους ήρωες που άφησαν την τελευταία τους πνοή στα ελληνοαλβανικά σύνορα, τις μητέρες που έκλαψαν τα παιδιά τους, τα ερείπια που άφησαν πίσω τους οι ναζιστές.
Κατά τη διάρκεια των μαχών του ‘40 στα ελληνοαλβανικά σύνορα και τα τα περισσότερα από τρία χρόνια σκλαβιάς, οι σελίδες της ιστορίας γέμισαν από ηρωισμό και γεγονότα φρίκης. Παλικαράκια και κορίτσια που ήταν έτοιμα να θυσιαστούν για να γράψουν ένα σύνθημα ελπίδας και αγώνα στους τοίχους, χιλιάδες που πήραν τα βουνά για να ενταχθούν στην εθνική αντίσταση, αλλά και για το αντίθετο. Όλους αυτούς που βρήκαν ευκαιρία να πλουτίσουν στις μαύρες χρονιές της κατοχής και βεβαίως οι δοσίλογοι που πλήγωσαν τη χώρα μας περισσότερο και από τους κατακτητές .
Όλη αυτή η πλούσια ιστορία ήταν λογικό να έχει μία εξέχουσα θέση στην ελληνική κινηματογραφία, αλλά δυστυχώς το έπος του ‘40, η κατοχή και η αντίσταση έπεσαν στα νύχια των μηχανισμών της χούντας, με ταινίες βγαλμένες από τον προπαγανδιστικό μηχανισμό των πραξικοπηματιών, με ελάχιστες εξαιρέσεις, που ξεπέρασαν τη λογοκρισία.
Οι «ηρωικές ταινίες» είναι συνυφασμένες στη συνείδηση του κοινού με γραφικότητες, την εξόφθαλμη προπαγάνδα, τις μεγαλοστομίες, τις «υπερπαραγωγές» του Τζέιμς Πάρις, πολλές φορές τη χαμηλού επιπέδου αισθητική, ανύπαρκτη κινηματογραφική αξία και το γκροτέσκο.
Οι «ηρωικές ταινίες» είναι συνυφασμένες στη συνείδηση του κοινού με γραφικότητες, την εξόφθαλμη προπαγάνδα, τις μεγαλοστομίες, τις «υπερπαραγωγές» του Τζέιμς Πάρις, πολλές φορές τη χαμηλού επιπέδου αισθητική, ανύπαρκτη κινηματογραφική αξία και το γκροτέσκο.