Στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης κάθονται οι αδελφοί Παναγιώτης και Διονύσης Ψωμιάδης, κατηγορούμενοι για απιστία και ψευδή βεβαίωση, πράξεις που συνδέονται με «εικονικά» έργα επί των ημερών τους στην Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Θεσσαλονίκης.
Για τα εν λόγω έργα φαίνεται να προσλήφθηκαν συνολικά 81 άτομα με συμβάσεις μίσθωσης έργου, που όμως απασχολήθηκαν σε άλλες υπηρεσίες και ουδεμία σχέση είχαν με τα συγκεκριμένα έργα, προκαλώντας ζημιά στο ελληνικό Δημόσιο, ύψους 1,3 εκατ. ευρώ. Η δίκη ξεκίνησε σήμερα με την εξέταση μαρτύρων και τις απολογίες των κατηγορουμένων, ενώ το δικαστήριο διέκοψε ενόψει της εισαγγελικής πρότασης και της εκφώνησης της ετυμηγορίας του.
Η επίδικη υπόθεση, που άρχισε να ερευνάται από τη Δικαιοσύνη κατόπιν καταγγελίας, είναι παρόμοια με το δεύτερο σκέλος του κατηγορητηρίου της κύριας δίκης για τα λεγόμενα «45άρια» που αφορά επίσης εικονικές συμβάσεις έργου και εκκρεμεί στα ποινικά δικαστήρια. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα του αρμόδιου Δικαστικού Συμβουλίου, οι αδελφοί Ψωμιάδη, κατά το διάστημα 2007 – 2010, «μηχανεύτηκαν» την απασχόληση πλήθους ατόμων στην τότε Νομαρχία υπό τον μανδύα των συμβάσεων έργου.
Μεταξύ άλλων παρουσίαζαν «εικονικά» έργα– που στην πλειονότητά τους αφορούσαν έργα Πληροφορικής. Ο άλλοτε Νομάρχης Θεσσαλονίκης Παναγιώτης Ψωμιάδης, όπως περιγράφεται στο κατηγορητήριο, οριζόταν για την παρακολούθηση της εκτέλεσής του και ακολούθως από κοινού με τον αδελφό του, αναπληρωτή Νομάρχη, συνέτασσαν ψευδείς βεβαιώσεις ότι δήθεν κατά τη διάρκεια του προηγούμενου μήνα είχαν εκτελεστεί κατά ποσοστά τα εικονικά έργα. Για συνέργεια σε απιστία κατέστη κατηγορούμενος και ο πρώην γενικός γραμματέας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης, για τον οποίο όμως η ποινική δίωξη έπαυσε λόγω θανάτου.
Η κατάθεση του επιθεωρητή
«Βρέθηκαν χρηματικά εντάλματα τα οποία ήταν δομημένα με τέτοιον τρόπο που φαίνεται να είχαν συνεχή ροή και αφορούσαν δήθεν εκτελέσεις έργων από φυσικά πρόσωπα» κατέθεσε στη δίκη οικονομικός επιθεωρητής που διενήργησε την έρευνα.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι οι 81 προσληφθέντες δεν εκτέλεσαν το έργο που υποτίθεται ότι είχαν αναλάβει αλλά προσέρχονταν σε διάφορες υπηρεσίες, ασκώντας άλλα καθήκοντα. «Υπήρχε μόνο βεβαίωση καλής εκτέλεσης έργου από το Γραφείο του Νομάρχη. Τα 81 άτομα δεν απασχολήθηκαν ούτε εκτέλεσαν εργασίες» είπε ο οικονομικός επιθεωρητής και ερωτηθείς για τα κριτήρια με τα οποία έγιναν οι προσλήψεις απάντησε ότι τα άτομα αυτά «δεν είχαν ιδιαίτερα γνώσεις» και «προφανώς είχαν οικειότητα με τον τότε Νομάρχη».
«Καταστράφηκα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά…»
Στην απολογία του ο Π. Ψωμιάδης αρνήθηκε τις κατηγορίες, τονίζοντας ότι δεν προέκυψε ούτε ζημιά, ούτε δόλος, ούτε προσωπικό συμφέρον. Καταφέρθηκε δε, εναντίον ενός νομαρχιακού συμβούλου, τον οποίο δεν κατονόμασε, κατηγορώντας ότι πίσω από όλες τις δικογραφίες που έφτασαν στα δικαστήρια εις βάρος του βρίσκεται εκείνος.
«Παραιτήθηκα από πρώτος βουλευτής και ανέλαβα τη Νομαρχία με 53 τοις εκατό» είπε στην αρχή της απολογίας του και πρόσθεσε πως από την πρώτη στιγμή της θητείας του διαμαρτυρόταν για τις ελλείψεις προσωπικού. Όπως ανέφερε ο κατηγορούμενος, λόγω της υποστελέχωσης και της αδυναμίας εκτέλεσης έργων απευθύνθηκε στον τότε υπουργό Εσωτερικών Προκόπη Παυλόπουλο, από τον οποίο «πήρα έγκριση και την πήγα στον γενικό γραμματέα». «Εκεί τελείωσε η αρμοδιότητα μου. Δεν είναι υπεύθυνος ο Νομάρχης ούτε που θα απασχοληθούν οι εργαζόμενοι ούτε τι θα κάνουν» σημείωσε, τονίζοντας ότι «καταστράφηκα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά, χωρίς να λείπει ούτε 1 ευρώ».
Για τους 81 προσληφθέντες είπε ότι εν μέρει απασχολήθηκαν στα έργα και «τα 2/3 αυτών σε άλλες υπηρεσίες επειδή είχαμε ανάγκες». «Εάν δεν προσλαμβάναμε αυτά τα άτομα δεν θα μπορούσαμε να λειτουργήσουμε» επισήμανε, ενώ συμπλήρωσε ότι οι προσλήψεις έγιναν από Τριμελή Επιτροπή η οποία αποτελείτο από στελέχη Διευθύνσεων της άλλοτε Νομαρχίας Θεσσαλονίκης. «Είχα εγώ ανάγκη από 80 ψήφους;» διερωτήθη προσθέτοντας ότι για τον ίδιο «80 ψήφοι ήταν οι ένοικοι μίας πολυκατοικίας. Αποποιούμενος δε, των ποινικών του ευθυνών αναφορικά με την ψευδή βεβαίωση, ανέφερε ότι υπέγραφε τις βεβαιώσεις κατόπιν προτροπής του γενικού του γραμματέα.
Η θέση της υπεράσπισης
Από την πλευρά του ο αδελφός του, δεν ήταν σε θέση να απολογηθεί λόγω προβλήματος υγείας που αντιμετωπίζει. Αρκέστηκε μονάχα να πει, εν μέσω λυγμών, ότι «άκουσα πράγματα που δεν μας αξίζουν».
Νωρίτερα, ο συνήγορος υπεράσπισής τους είπε ότι το Δημόσιο ουδεμία ζημιά υπέστη επειδή τα 81 άτομα κατέβαλαν κανονικά εργασία. Επικαλέστηκε επιπλέον νομοθετήματα με τα οποία, κατά τον ίδιο, αίρονται οι ποινικές κυρώσεις εις βάρος αιρετών για πλημμελείς διαχειριστικές πράξεις.