Στο στόχαστρο του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών προστίθεται επισήμως η λεγόμενη φοροαποφυγή, και δη των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην χώρα μας, με άμεσο όφελος της ελληνικής οικονομίας την αύξηση των δημοσίων εσόδων κατά 80 εκατ. ευρώ ενώ προωθείται παράλληλα βαθύτερη φορολογική δικαιοσύνη, και ενισχύονται οι ροές των επενδύσεων που θα εισρεύσουν στη χώρα.
Τα παραπάνω (για τις πολυεθνικές) προβλέπει ένα εκ των δύο νομοσχεδίων τα οποία παρουσίασε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας Κωστής Χατζηδάκης ενώπιων του υπουργικού Συμβουλίου της Τρίτης, παρουσία του πρωθυπουργού, με το δεύτερο να αφορά στους αιγιαλούς και στις παραλίες.
Αυτά είναι και τα δύο πρώτα νομοσχέδια του 2024 από τα περίπου 20 που προγραμματίζει να εισάγει η κυβέρνηση εντός του έτους, δείγμα του πόσο ψηλά ιεραρχεί της παρεμβάσεις την αλλαγή του φορολογικού τοπίου, σε συνέχεια του φορολογικού νομοσχεδίου των τελών του 2023 για την πάταξη της φοροδιαφυγής στους ελεύθερους επαγγελματίες, και όχι μόνο.
Φυσικά, κατ΄ ουσίαν η κυβέρνηση φέρνοντας το νομοσχέδιο για την εφαρμογή ελάχιστου φορολογικού συντελεστή 15% για τις μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, αλλά και για τους ελληνικούς ομίλους με ετήσια έσοδα άνω των 750 εκατ. ευρώ, ενσωματώνει την σχετική ευρωπαϊκή οδηγία, την οποία υιοθέτησε η ΕΕ μετά και από την πρωτοβουλία του ΟΟΣΑ για την δημιουργία ενός παγκόσμιου συνολικού φορολογικού πλαισίου με σκοπό να διασφαλιστεί πως όλες οι επιχειρήσεις θα καταβάλλουν δίκαιο μερίδιο φόρων όπου και αν δραστηριοποιούνται.
Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για ενσωμάτωση του «Πυλώνα 2» της σχετικής Κοινοτικής Οδηγίας που υποχρεώνει όλες τις πολυεθνικές να πληρώνουν το λιγότερο φόρο 15% επί των κερδών τα οποία αποκομίζουν στο έδαφος μίας ευρωπαϊκής επικράτειας, καθώς ήταν συνήθης πρακτική των μεγάλων πολυεθνικών να μεταφέρουν τα κέρδη τους κατά το δοκούν από χώρα σε χώρα αναζητώντας εκείνους τους «φορολογικούς παραδείσους» που θα τους επέτρεπαν να αποφεύγουν την υψηλότερη φορολόγηση.
Με την υιοθέτηση του νέου καθεστώτος, οι φοροαποφεύγοντες θα κληθούν να πληρώσουν στο ελληνικό κράτος την διαφορά έως τον νέο συντελεστή του 15% την οποία έως τώρα απομυζούσαν, με τον υπολογισμό να κάνει λόγο για επιπλέον φορολογικά έσοδα 80 εκατ. ευρώ που θα μπουν στα δημόσια ταμεία.
Επ’ αυτού, η εν λόγω οδηγία του ΟΟΣΑ η οποία έχει τεθεί σε ισχύ από την ΕΕ την προηγούμενη εβδομάδα, περιλαμβάνει ένα ενιαίο κοινό σύνολο κανόνων σχετικά με τον τρόπο υπολογισμού και εφαρμογής του οφειλόμενου «συμπληρωματικού» φόρου σε μια συγκεκριμένη χώρα σε περίπτωση που ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής είναι κάτω του 15%.
Το ανταγωνιστικό μειονέκτημα της Ελλάδας αντιμετωπίζεται – Ενισχύονται οι επενδύσεις
Με την ισχύουσα νομοθεσία, τα επιχειρηματικά κέρδη στην Ελλάδα φορολογούνται με συντελεστή 22%, γεγονός που την καθιστά λιγότερο ανταγωνιστική σε σχέση με άλλες χώρες, ακόμα και εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της φοροαποφυγής, αξίζει να σημειωθεί πως σύμφωνα με τον αρμόδιο ευρωπαϊκό φορέα (European Tax Observatory), κατά μέσο όρο ετησίως φτάνει στα 467 δισ. δολάρια σε παγκόσμιο επίπεδο. Το 2022 δε, άγγιξε επίπεδα ρεκόρ, φτάνοντας στο 1 τρισ. Δολάρια, δηλαδή κατά πολύ περισσότερο από το ΑΕΠ πολλών χωρών της Ευρωζώνης.
Ως εκ του τούτου, με τις νέες διεθνείς ρυθμίσεις τις οποίες προωθεί και η χώρα μας, περιορίζεται ο λεγόμενος «ανταγωνισμός προς τα κάτω», όπως αναφέρει το ΥΠΕΘΟ, δηλαδή η εκμετάλλευση από πολυεθνικούς ομίλους της διαφορετικής φορολογικής αντιμετώπισης από κράτος σε κράτος.
Προ δύο εβδομάδων, μάλιστα, η ΑΑΔΕ είχε δημοσιοποιήσει την ανανεωμένη λίστα με τους 42 «φορολογικούς παραδείσους», ανακοινώνοντας παράλληλα πως σκοπεύει να ελέγξει όλες τις συναλλαγές που πραγματοποιούν ελληνικές επιχειρήσεις με επιχειρήσεις που εδρεύουν στο εξωτερικό σε χώρες που έχουν χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές.
Στην επίμαχη λίστα, εκτός των πιο «εξωτικών προορισμών», συγκαταλέγονται και κράτη επί ευρωπαϊκού εδάφους, όπως η Αλβανία, η Κύπρος, η Βουλγαρία, η Ιρλανδία, η Ουγγαρία, η Βόρεια Μακεδονία και η Μολδαβία.
Όπως επεσήμανε σε μελέτη του ο ΟΟΣΑ την Τρίτη, η υιοθέτηση της οδηγίας από τις εθνικές οικονομίες θα αναδιαμορφώσει τη ροή των ξένων επενδύσεων των πολυεθνικών καθώς εξαλείφονται τα οφέλη από την μεταφορά των κερδών τους σε «φορολογικούς παραδείσους».
Και τούτο, διότι η επιβολή του παγκόσμιου φορολογικού μίνιμουμ θα μειώσει τη μέση διαφορά μεταξύ των συντελεστών στους φορολογικούς παραδείσους και στις άλλες χώρες κατά το ήμισυ, από το 14% στο 7%. Με απλά λόγια, αυτό σημαίνει πως ενώ περίπου το 36% των εταιρικών κερδών εκτιμάται επί του παρόντος ότι φορολογείται με λιγότερο από 15%, μόνο το 7% αναμένεται να είναι κάτω από αυτό το όριο μετά τη θέσπιση του παγκόσμιου μίνιμουμ συντελεστή.
Ο ΟΟΣΑ έτσι εκτιμά πως μειώνοντας τα φορολογικά οφέλη οι πολυεθνικές θα οδηγηθούν να επενδύουν στο εξωτερικό όλο και περισσότερο βασισμένοι σε παράγοντες όπως η εκπαίδευση του εργατικού δυναμικού και οι υποδομές.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι κυβερνήσεις αναμένεται να συγκεντρώνουν επιπλέον 155-192 δισ. δολάρια ετησίως σε φορολογικά έσοδα, αυξημένα κατά 6,5%-8,1%, αν και αυτή η εκτίμησή του ΟΟΣΑ είναι υποβαθμισμένη σε σχέση με τα 220 δισ. δολάρια που προέβλεπε προηγουμένως.