Αν και πολλοί οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι το μεγάλο έλλειμμα εμπορίου αγαθών των ΗΠΑ είναι αποτέλεσμα μακροοικονομικών παραγόντων, όπως οι εθνικές δαπάνες ή τα ποσοστά αποταμίευσης, και ότι οι εμπορικοί φραγμοί παίζουν μικρότερο ρόλο, ο Τραμπ φαίνεται να πιστεύει ότι οι ανισορροπίες πηγάζουν από πρακτικές εξωτερικού εμπορίου, όπως οι δασμοί και η τυποποίηση των προϊόντων, που εμποδίζουν τις αμερικάνικες εξαγωγές με άδικο τρόπο, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες αφελώς διατηρούν μια από τις πιο ανοιχτές αγορές στον κόσμο.

Για να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα, ο Τραμπ απειλεί να επιβάλει διασυνοριακούς δασμούς ύψους 3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, με περίπου 575 δισεκατομμύρια να προέρχονται από τη δασμολόγηση προϊόντων της ΕΕ. Αυτό βέβαια θα παραβίαζε τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει οι Ηνωμένες Πολιτείες στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, όμως το πιθανότερο είναι ότι ο Τραμπ θα το δικαιολογήσει για λόγους εθνικής ασφάλειας.

«Οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν πρέπει να υποθέτουν ότι οι απειλές του Τραμπ για την επιβολή δασμών είναι απλώς μια μπλόφα ή ότι δεν πρόκειται να συμβεί», δηλώνει στο Politico ο Έβερετ Άισενστατ, ο οποίος ήταν επίσης μέλος του οικονομικού επιτελείου του Τράμπ κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του. «Ο πρόεδρος ήταν αρκετά συνεπής κάνοντας αυτό που λέει και η ομάδα που χτίζει είναι φτιαγμένη για αυτό», συνεχίζει ο Άισενστατ.

Επίσης, δεν θα πρέπει να αναμένουν από το Κογκρέσο να χαλιναγωγήσει τον Τραμπ, παρά τη  δυσφορία πολλών Ρεπουμπλικάνων με τους δασμούς, εξαιτίας του μεγέθους της νίκης του στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές. Όπως εξηγεί ο Άισενστατ, «το γεγονός ότι ο Τραμπ κέρδισε τη λαϊκή ψήφο ενώ έκανε προεκλογική εκστρατεία μιλώντας για τους δασμούς σημαίνει ότι θα υπάρξει και στο Κογκρέσο σεβασμός στους στόχους της πολιτικής του».