Η Υποδιεύθυνση Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων και Αγαθών της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος προχώρησε στην εξάρθρωση εγκληματικής οργάνωσης, τα μέλη της οποίας δραστηριοποιούνταν στη λαθρεμπορία αλκοολούχων ποτών και τη νομιμοποίηση εσόδων κατ’ εξακολούθηση.
Όπως έγινε γνωστό από την ΕΛ.ΑΣ. για τον τερματισμό της δράσης τους πραγματοποιήθηκε από 20 έως 21 Δεκεμβρίου 2024, σε περιοχές της Αττικής και στην Λαμία, ευρεία αστυνομική επιχείρηση υπό το συντονισμό του Συντονιστικού Επιχειρησιακού Κέντρου σε συνεργασία με τελωνειακές υπηρεσίες, τη συνδρομή της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Βορείου Ελλάδος, της Υποδιεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Λαμίας, επιχειρησιακών ομάδων της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, του Αστυνομικού Τμήματος Ηράκλειας Σερρών, καθώς και της Γενικής Διεύθυνσης Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος.
Στο πλαίσιο της αστυνομικής επιχείρησης συνελήφθησαν 12 άτομα, μέλη της οργάνωσης και σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία -κατά περίπτωση- για εγκληματική οργάνωση, παράβαση της νομοθεσίας του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα και της πρόληψης και καταστολής της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες κατ’ εξακολούθηση, ενώ στη σχηματισθείσα δικογραφία περιλαμβάνονται και επιπλέον άτομα, από τα οποία τα 6 έχουν ταυτοποιηθεί.
O τρόπος δράσης
Σύμφωνα με την Αστυνομία προηγήθηκε αξιοποίηση πληροφοριακών στοιχείων σχετικά με τη δράση εγκληματικής οργάνωσης που συμμετέχει μέσω εταιρειών σε εμπορικές συναλλαγές (εξαγωγές-εισαγωγές) καπνικών προϊόντων και αλκοολούχων ποτών (ενδοκοινοτικές αποκτήσεις/παραδόσεις – εξαγωγές).
Τα παραπάνω τέθηκαν υπόψη του εποπτεύοντα τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών, απ’ όπου παραγγέλθηκε η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης.
Όπως προέκυψε από την αστυνομική έρευνα, έπειτα από την εφαρμογή ειδικών ανακριτικών ενεργειών, τουλάχιστον από τον Απρίλιο του 2024, συγκροτήθηκε εγκληματική οργάνωση υπό τη διεύθυνση 3 προσώπων και τη σταθερή συμμετοχή 5 ακόμη ατόμων που, μεταξύ άλλων, λειτουργούσαν ως νόμιμοι εκπρόσωποι, εταίροι και διαχειριστές εικονικών οντοτήτων ή με νομιμοφανή δραστηριότητα.
Ειδικότερα, ως προς τον τρόπο δράσης της, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης ίδρυσαν 2 ημεδαπές επιχειρήσεις, οι οποίες, υπό το συντονισμό νομίμου εκπροσώπου εταιρείας με έδρα στο εξωτερικό, δηλώνονταν ως εξαγωγείς, με σκοπό την εκτέλεση ψευδών, τριγωνικών, μη ενδοκοινοτικών συναλλαγών αλκοολούχων ποτών με παραλήπτες 2 εικονικές επιχειρήσεις τρίτης χώρας.
Για να επιτύχουν το σκοπό τους, τα εμπορεύματα που υπόκεινταν σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, μεταφέρονταν σε φορολογικές αποθήκες στον Ασπρόπυργο και τη Λαμία και κατόπιν της αποδέσμευσής τους από το τελωνείο εξαγωγής, το φορτηγό διερχόταν με κενό φορτίο από το τελωνείο εξόδου χωρίς να ελεγχθεί, ώστε εικονικά να ολοκληρώνεται και να βεβαιώνεται από την αρμόδια τελωνειακή υπηρεσία η εξαγωγή των εμπορευμάτων στη γειτονική τρίτη χώρα.
Ακολούθως, αντί τα εμπορεύματα να εξαχθούν σύμφωνα με τις υποβληθείσες διασαφήσεις, αυτά παραλαμβάνονταν από τις αποθήκες από μέλη της εγκληματικής οργάνωσης και μεταφέρονταν με χρήση του αναφερόμενου κάθε φορά στη διασάφηση εξαγωγής ρυμουλκού και ρυμουλκούμενου οχήματος σε ελεγχόμενη αποθήκη στην περιοχή του Βοτανικού.
Τέλος, προέβαιναν στην πώληση των εμπορευμάτων και τη διάθεση για κατανάλωση στο εσωτερικό της χώρας χωρίς την καταβολή των τελωνειακών επιβαρύνσεων.
Από τη μέχρι τώρα έρευνα της ΕΛΑΣ, προέκυψε η συμμετοχή τους σε 12 συνολικά περιπτώσεις που αφορούν εικονική εξαγωγή αλκοολούχων ποτών, ενώ η συνολική ποσότητα των φιαλών οινοπνευματωδών ποτών που διακινήθηκαν κατά την περίοδο της δράσης τους, ανέρχεται σε 452.796 φιάλες αλκοολούχων ποτών.
Σε έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε περιοχές της Αττικής σε οικίες, επιχειρήσεις και οχήματα, συνολικά βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
• 43.116 φιάλες αλκοολούχων ποτών διαφορετικών μαρκών,
• το συνολικό ποσό των 122.105 ευρώ,
• 91 χρυσές λίρες και 2 ρολόγια υψηλής ωρολογοποιίας,
• 4 Ι.Χ.Ε οχήματα,
• τράκτορας, επικαθήμενο, κλειστού τύπου φορτηγό (βαν),
• συσκευές κινητών τηλέφωνων, πακέτα τηλεφωνικών συνδέσεων, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, φορητά μέσα αποθήκευσης ψηφιακών δεδομένων,
• τραπεζικές επιταγές, σφραγίδες νομικών προσώπων και
• παραστατικά εταιρειών, τιμολόγια, χειρόγραφες σημειώσεις και λοιπά δημόσια έγγραφα (υπεύθυνες δηλώσεις, ασφαλιστήρια συμβόλαια, εγγυητικές επιστολές, καταστατικά εταιρειών κ.ά.).
Όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση, οι αναλογούσες τελωνειακές επιβαρύνσεις ανέρχονται στο ποσό των 3.000.000 ευρώ τουλάχιστον, όπως γνωστοποιήθηκε από την αρμόδια Τελωνειακή Υπηρεσία.
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή.