Ο Αθανάσιος Θεοδωρόπουλος θυμάται με νοσταλγία και περιγράφει πώς προετοιμάζονταν για τις ημέρες των εορτών τις δεκαετίες του ’60 και του ΄70, στη Χαλανδρίτσα της Αχαΐας. Η αλληλεγγύη, η χαρά, η αγάπη, η συμπαράσταση, οι άγραφοι νόμοι για τα κάλαντα, η νηστεία, τα ‘καλά’ ρούχα που έβγαιναν από τη ναφθαλίνη, το οικογενειακό χριστουγεννιάτικο τραπέζι και οι επισκέψεις στα σπίτια που γιόρταζαν, συνέθεταν ένα ζεστό, γιορτινό κλίμα, που απλωνόταν σε όλη την Χαλανδρίτσα.
Θυμάται λοιπόν ο Αθανάσιος Θεοδωρόπουλος:
«Ως μικρά παιδιά περιμέναμε τις γιορτές με ανυπομονησία και με χαρά. Οι οικογένειες προετοιμάζονταν μέρες πριν για τις γιορτές, αρχής γενομένης από την 21η Νοεμβρίου, εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου ή της ‘Πολυσπορίτισας’ όπως την έλεγαν. Από εκείνη την ημέρα λοιπόν, οι οικογένειες έμπαιναν σε χριστουγεννιάτικους ρυθμούς. Ξεκινούσαν να παρασκευάζουν τους κουραμπιέδες, το γλυκό ‘φτωχό’ με το πετιμέζι, τη σταφίδα και το λάδι, τις τηγανίτες με το φρέσκο λάδι, όλα βέβαια νηστίσιμα, διότι τότε νηστεύαμε 40 ημέρες μέχρι τα Χριστούγεννα.
Παράλληλα, οι οικογένειες έσφαζαν πριν από τα Χριστούγεννα το χοιρινό τους, το οποίο το έτρεφαν για μήνες. Ήταν τα λεγόμενα χοιροσφάγια, αφού το χοιρινό κρέας ήταν το κύριο γεύμα ανήμερα της μεγάλης γιορτής. Όσοι δεν είχαν χοιρινό κρέας, το προμηθεύονταν από κατοίκους ορεινών χωριών και τους έδιναν ως αντάλλαγμα, λάδι. Επίσης, οι νοικοκυρές έφτιαχναν τσιγαρίδες από το χοιρινό κρέας, τις οποίες τοποθετούσαν σε μικρά πιθάρια για να τις καταναλώσουν τις κρύες νύχτες του χειμώνα, μαζί με τραχανά. Ο τραχανάς, ειδικά το χειμώνα, ήταν ένα φαγητό το οποίο έτρωγαν οι οικογένειες που κατά βάση στα χωριά ήταν πολυμελείς. Η δική μας οικογένεια ήταν 10 άτομα, 8 παιδιά και δύο γονείς, ενώ τρεις οικογένειες μπορεί να είχαν και 22 παιδιά. Οι οικογένειες λοιπόν ήσαν τότε πολύ μεγάλες, αλλά και πολύ δεμένες μεταξύ τους και η μία βοηθούσε πάντα την άλλη.
Παράλληλα, οι οικογένειες έσφαζαν πριν από τα Χριστούγεννα το χοιρινό τους, το οποίο το έτρεφαν για μήνες. Ήταν τα λεγόμενα χοιροσφάγια, αφού το χοιρινό κρέας ήταν το κύριο γεύμα ανήμερα της μεγάλης γιορτής. Όσοι δεν είχαν χοιρινό κρέας, το προμηθεύονταν από κατοίκους ορεινών χωριών και τους έδιναν ως αντάλλαγμα, λάδι. Επίσης, οι νοικοκυρές έφτιαχναν τσιγαρίδες από το χοιρινό κρέας, τις οποίες τοποθετούσαν σε μικρά πιθάρια για να τις καταναλώσουν τις κρύες νύχτες του χειμώνα, μαζί με τραχανά. Ο τραχανάς, ειδικά το χειμώνα, ήταν ένα φαγητό το οποίο έτρωγαν οι οικογένειες που κατά βάση στα χωριά ήταν πολυμελείς. Η δική μας οικογένεια ήταν 10 άτομα, 8 παιδιά και δύο γονείς, ενώ τρεις οικογένειες μπορεί να είχαν και 22 παιδιά. Οι οικογένειες λοιπόν ήσαν τότε πολύ μεγάλες, αλλά και πολύ δεμένες μεταξύ τους και η μία βοηθούσε πάντα την άλλη.