Ζητούνται… δανειολήπτες από τις κινεζικές τράπεζες – Στροφή στα κρατικά ομόλογα
Οι νέες χορηγήσεις δανείων σε γουάν μειώθηκαν κατά 20% το 2024, αντικατοπτρίζοντας τη χαμηλή εμπιστοσύνη και τη συνεχιζόμενη επιφυλακτικότητα των νοικοκυριών και επιχειρήσεων στην Κίνα.
Η Κίνα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο οικονομικό σταυροδρόμι, καθώς η αδύναμη ζήτηση για δάνεια από καταναλωτές και επιχειρήσεις πλήττει σοβαρά τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.
Παρά τις προσπάθειες της κινεζικής κυβέρνησης να ενισχύσει την οικονομική δραστηριότητα, τα μέτρα τόνωσης δεν έχουν αποφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, με την ανάκαμψη να παραμένει αναιμική. Οι τράπεζες, αντιμέτωπες με τη στασιμότητα στη δανειοδότηση, στρέφουν την προσοχή τους στα κρατικά ομόλογα, οδηγώντας τις αποδόσεις σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Από τον Δεκέμβριο, οι αποδόσεις των κινεζικών ομολόγων έχουν σημειώσει πτώση περίπου 34 μονάδων βάσης, με τα στοιχεία να αποτυπώνουν μια ευρεία μετατόπιση κεφαλαίων.
Η συνολική εικόνα της κινεζικής οικονομίας παραμένει δύσκολη, καθώς η μείωση της δανειοδότησης αναδεικνύει τη γενική απροθυμία των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών να αναλάβουν νέες οικονομικές υποχρεώσεις. Παράλληλα, ο χαμηλός πληθωρισμός και η συνεχιζόμενη πτώση στις χονδρικές τιμές επιβεβαιώνουν την ύφεση στην εγχώρια ζήτηση και την απουσία δυναμικής ανάπτυξης. Είναι ενδεικτικό πως οι νέες χορηγήσεις δανείων σε γουάν μειώθηκαν κατά 20% το 2024, αντικατοπτρίζοντας τη χαμηλή εμπιστοσύνη και τη συνεχιζόμενη επιφυλακτικότητα των νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Η αγορά ακινήτων, που κάποτε αποτελούσε κινητήριο δύναμη της οικονομίας, εμφανίζει σημάδια κόπωσης, ενώ οι περιορισμένες επενδυτικές ευκαιρίες συμβάλλουν στην επιβράδυνση της συνολικής δραστηριότητας. Το ότι οι κινεζικές τράπεζες, λόγω έλλειψης άλλων επιλογών, συνεχίζουν να επενδύουν σε κρατικούς τίτλους, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο χαμηλών αποδόσεων και περιορισμένης ανάπτυξης, έχει προκαλέσει ανησυχίες και στους ξένους επενδυτές.
Αν και η κινεζική κυβέρνηση έχει ανακοινώσει πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της κατανάλωσης και την τόνωση της οικονομίας, ωστόσο οι τρέχουσες συνθήκες δείχνουν ότι η πραγματική ανάκαμψη απαιτεί περισσότερο χρόνο και καλύτερα στοχευμένες παρεμβάσεις.