Παροχές 2,6 δισ. ευρώ μετά την κατάρρευση στις δημοσκοπήσεις: Σχέδιο για 13ο μισθό στο Δημόσιο και νέα κλίμακα φορολογίας
Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται το σχέδιο της κυβέρνησης για ένα γενναίο πακέτο παροχών για την ανάσχεση της δημοσκοπικής της κατάρρευσης, με κεντρικό άξονα την επαναφορά του 13ου μισθού στο Δημόσιο και την τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας.
Το συνολικό κόστος των εξαγγελιών εκτιμάται στα 2,6 δισ. ευρώ, με την κυβέρνηση να επιδιώκει τη διαμόρφωση ενός προεκλογικού αφηγήματος οικονομικής ελάφρυνσης και στήριξης της μεσαίας τάξης.
Η πρόθεση επαναφοράς του 13ου μισθού έρχεται ως μια κίνηση με διττό στόχο: αφενός να ανακτήσει η Νέα Δημοκρατία μέρος της εκλογικής της επιρροής, αφετέρου να απαντήσει στην κριτική της αντιπολίτευσης που ζητά μέτρα ενίσχυσης των εισοδημάτων εν μέσω εκτεταμένης ακρίβειας.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, η επαναφορά του δώρου Χριστουγέννων στους δημοσίους υπαλλήλους θα γίνει σταδιακά, με προτεραιότητα στους χαμηλόμισθους, ενώ το τελικό σχέδιο θα οριστικοποιηθεί μέσα στους επόμενους μήνες μετά από έγκριση της Ευρωπαΐκής Επιτροπής.
Παράλληλα, το οικονομικό επιτελείο εξετάζει τη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας, μια μεταρρύθμιση που στοχεύει στην ελάφρυνση των φορολογουμένων από την επίδραση του πληθωρισμού. Το μέτρο αφορά κυρίως στη μεσαία τάξη, με την κυβέρνηση να προτείνει την προσαρμογή των φορολογικών κλιμακίων στις πραγματικές αυξήσεις του κόστους ζωής, ώστε οι φορολογούμενοι να μην επιβαρύνονται δυσανάλογα λόγω της ανόδου των ονομαστικών τους εισοδημάτων.
Το σχέδιο των φορολογικών παρεμβάσεων, που αναμένεται να ανακοινωθεί επίσημα το φθινόπωρο στη ΔΕΘ, φέρεται να περιλαμβάνει επίσης τη μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα εισοδήματα από 10.001 έως 20.000 ευρώ, τη σταδιακή αύξηση του αφορολόγητου ορίου για τους μισθωτούς και συνταξιούχους, καθώς και την αναθεώρηση του ανώτατου φορολογικού συντελεστή 44%, που σήμερα ισχύει για εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ.
Ωστόσο, τα δημοσιονομικά περιθώρια της χώρας παραμένουν περιορισμένα, με τους θεσμούς να παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις. Οι Βρυξέλλες έχουν ήδη διαμηνύσει ότι κάθε νέα δαπάνη πρέπει να είναι κοστολογημένη και να μην ανατρέπει τη σταθερότητα των δημόσιων οικονομικών. Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν η ελληνική κυβέρνηση θα καταφέρει να εξασφαλίσει την απαιτούμενη δημοσιονομική ευελιξία για την υλοποίηση του πακέτου παροχών, χωρίς να τεθεί υπό αμφισβήτηση η οικονομική της αξιοπιστία.
Για να καταστεί αυτό εφικτό η ελληνική πλευρά επιμένει στην ρήτρα διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες, διεκδικώντας τη δυνατότητα εξαίρεσης μέρους των αμυντικών δαπανών από τους δημοσιονομικούς περιορισμούς. Ωστόσο η Ελλάδα παρουσιάζει ειδικά χαρακτηριστικά λόγω του τεράστιου χρέους της και είναι πολύ δύσκολο το αίτημα της κυβέρνησης να γίνει αποδεκτό χωρίς όρους.
Η τελική μορφή των εξαγγελιών θα οριστικοποιηθεί τους επόμενους μήνες , με τις κυβερνητικές αποφάσεις να καθορίζονται τόσο από τις διαπραγματεύσεις με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς όσο και από τις δημοσκοπικές τάσεις που θα διαμορφώσουν την πολιτική στρατηγική του Μεγάρου Μαξίμου ενόψει της εκλογικής αναμέτρησης.