Μειώθηκαν οι ακάλυπτες επιταγές και οι απλήρωτες συναλλαγματικές
Μείωση κατέγραψε σε ετήσια βάση η αξία των ακάλυπτων επιταγών και των απλήρωτων συναλλαγματικών στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2025.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Συστήματος Αθέτησης Υποχρεώσεων του Τειρεσία, οι ακάλυπτες επιταγές που σφραγίστηκαν στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2025 ανήλθαν συνολικά σε 774, από 823 επιταγές στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2024 και 576 επιταγές στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2023.
Η αθροιστική αξία των ακάλυπτων επιταγών στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2025 ανήλθε σε 14 εκατ. ευρώ. Η αθροιστική αξία των ακάλυπτων επιταγών στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2024 είχε ανέλθει σε 14,5 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, μείωση καταγράφηκε στον αριθμό των απλήρωτων συναλλαγματικών στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2025 σε σύγκριση με το δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2024. Οι απλήρωτες συναλλαγματικές ανήλθαν στις 1.158, από 1.182 στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2024 και 1.252 στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2023.
Η αξία των απλήρωτων συναλλαγματικών στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2025 ανήλθε σε 2,7 εκατ. ευρώ, από 3,2 εκατ. ευρώ στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2024, και 2 εκατ. ευρώ στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2023.
Η μείωση της αξίας των ακάλυπτων επιταγών και των απλήρωτων συναλλαγματικών στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2025 αποδίδεται σε μια σειρά από παράγοντες που επηρεάζουν τη ρευστότητα της αγοράς, τη συμπεριφορά των επιχειρήσεων και τις ευρύτερες οικονομικές συνθήκες.
Οι επιχειρήσεις έχουν προσαρμοστεί στις νέες οικονομικές συνθήκες, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στη διαχείριση των ταμειακών ροών τους. Παράλληλα, η αυστηρότερη πολιτική των τραπεζών στη χορήγηση επιχειρηματικών δανείων τις έχει ωθήσει να βελτιώσουν την πιστοληπτική τους ικανότητα και να εξασφαλίζουν καλύτερους όρους πληρωμής με τους προμηθευτές τους.
Ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας είναι η σταδιακή στροφή των επιχειρήσεων σε ηλεκτρονικά μέσα πληρωμών. Η αυξανόμενη χρήση ψηφιακών τραπεζικών υπηρεσιών, καθώς και η διεύρυνση των εργαλείων factoring και δυνατοτήτων αναχρηματοδότησης από τα τραπεζικά ιδρύματα, έχει περιορίσει την ανάγκη χρήσης επιταγών και συναλλαγματικών ως μέσο συναλλαγών.