Η Ελλάδα διαθέτει έναν από τους υψηλότερους μέσες φορολογικές σφήνες (tax wedge) στην Ευρώπη για τα νοικοκυριά με δύο εργαζόμενους και παιδιά.
Την ανάγκη ουσιαστικών και στοχευμένων παρεμβάσεων στο ελληνικό φορολογικό και προνοιακό σύστημα, ώστε να ενισχυθούν τα κίνητρα εργασίας, ιδίως για τις γυναίκες και τα χαμηλόμισθα νοικοκυριά, υπογραμμίζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) σε ειδική έκθεση για την Ελλάδα που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα.
Σύμφωνα με την έκθεση, η Ελλάδα διαθέτει έναν από τους υψηλότερους μέσες φορολογικές σφήνες (tax wedge) στην Ευρώπη για τα νοικοκυριά με δύο εργαζόμενους και παιδιά, γεγονός που λειτουργεί αποτρεπτικά κυρίως για τις γυναίκες που συνήθως αποτελούν τον «δεύτερο εργαζόμενο» σε ένα νοικοκυριό. Η «φορολογική σφήνα» είναι η διαφορά ανάμεσα στον καθαρό μισθό που παίρνει ο εργαζόμενος και στο κόστος για την επιχείρηση που τον απασχολεί.
Το πρόβλημα γίνεται εντονότερο για τα χαμηλά εισοδήματα. Για παράδειγμα, για νοικοκυριό όπου ο δεύτερος εργαζόμενος αμείβεται με το 60% του μέσου μισθού, η οριακή φορολογική επιβάρυνση αυξάνεται κατά περίπου 1%.
Το ΔΝΤ επισημαίνει ότι αυτό το φαινόμενο αποτελεί ένα ισχυρό αντικίνητρο για την είσοδο (ή επιστροφή) στην αγορά εργασίας, ειδικά για γυναίκες με μικρά παιδιά. Σε συνδυασμό με την έλλειψη επαρκών δημόσιων δομών φύλαξης παιδιών – πάνω από το 70% των παιδιών κάτω των τριών ετών στην Ελλάδα είναι εκτός επίσημης φροντίδας – η απασχόληση των γυναικών υφίσταται σημαντικό πλήγμα, εντείνοντας τις ανισότητες και περιορίζοντας την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας.
Σύμφωνα με μικροοικονομικά μοντέλα προσομοίωσης του ΔΝΤ (TaxFit), δύο προτεινόμενα μέτρα, εάν εφαρμοστούν στοχευμένα στα δύο χαμηλότερα εισοδηματικά πεντημόρια, θα μπορούσαν να ενισχύσουν τα κίνητρα για εργασία με ελάχιστο δημοσιονομικό κόστος – κάτω του 0,1% του ΑΕΠ. Η καθιέρωση επιδόματος φύλαξης παιδιών (π.χ. 100 ευρώ μηνιαίως ανά παιδί) και η μη επιστρεπτέα φορολογική έκπτωση για τον δεύτερο εργαζόμενο (π.χ. 100 ευρώ τον χρόνο).
Οι προσομοιώσεις δείχνουν ότι τα μέτρα αυτά μπορούν να αυξήσουν την απασχόληση και να επιφέρουν έσοδα από την αύξηση της φορολογικής βάσης, με αποτέλεσμα ένα μέρος του κόστους να αντισταθμίζεται από τις θετικές επιπτώσεις.
Το ΔΝΤ σημειώνει επίσης ότι υπάρχει περιθώριο βελτίωσης στο ελληνικό σύστημα επιδομάτων ανεργίας, το οποίο προτείνεται να γίνει περισσότερο «προοδευτικό» – με υψηλότερα επιδόματα αρχικά, που όμως φθίνουν με τον χρόνο ώστε να ενθαρρύνεται η ενεργή αναζήτηση εργασίας.