X
Δευτέρα, 23 Ιουνίου, 2025
More

    Έρχεται έκρηξη στις τιμές και την ακρίβεια – Η απειλή του κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ

    Έρχεται έκρηξη στις τιμές και την ακρίβεια – Η απειλή του κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ

    Δεδομένη είναι η άνοδος στις τιμές των καυσίμων και η κυβέρνηση βρίσκεται στο σταυροδρόμι σημαντικών αποφάσεων για να μπορέσει να ανακόψει την αύξησή τους.

    Καθώς η διεθνής κρίση στη Μέση Ανατολή βαθαίνει και η τιμή του πετρελαίου απειλεί να εκτιναχθεί στα 90 δολάρια το βαρέλι, η Ελλάδα βρίσκεται ξανά αντιμέτωπη με το φάσμα της ενεργειακής ακρίβειας. Η απειλή του κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ δεν είναι μια ακαδημαϊκή υπόθεση αλλά μια γεωπολιτική εξέλιξη που ήδη επηρεάζει τις αγορές. Αν το σενάριο αυτό επιβεβαιωθεί, οι τιμές των καυσίμων στην Ελλάδα θα ακολουθήσουν άμεσα ανοδική πορεία, με τη βενζίνη να ξεπερνά και πάλι τα 2 ευρώ το λίτρο.


    Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι μόνο διεθνές. Η βασική πηγή του υψηλού κόστους για τους Έλληνες καταναλωτές βρίσκεται εντός συνόρων: είναι η φορολογία. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Υπουργείου Ανάπτυξης, πάνω από το 60% της τιμής της αμόλυβδης βενζίνης αποδίδεται σε φόρους και τέλη. Από την τιμή των 1,737 ευρώ ανά λίτρο, μόλις 0,5555 ευρώ αφορούν την πραγματική αξία του καυσίμου στο διυλιστήριο. Όλα τα υπόλοιπα προκύπτουν από φόρους – όπως ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης, ο ΦΠΑ και μια σειρά από τέλη – καθώς και από το εμπορικό περιθώριο πρατηρίων και μεταφορέων.

    Η εικόνα είναι λίγο καλύτερη στο πετρέλαιο κίνησης, που χρησιμοποιείται ευρέως στη γεωργία και τις μεταφορές, όμως και εκεί η φορολογική επιβάρυνση ξεπερνά το 49%. Αυτή η διάρθρωση της τιμής καθιστά τους καταναλωτές ιδιαίτερα ευάλωτους σε κάθε διεθνή αύξηση, γιατί η φορολογία πολλαπλασιάζει την επιβάρυνση, αντί να την απορροφά. Και το πρόβλημα δεν σταματά εδώ: οι φόροι αυτοί επιβλήθηκαν στα χρόνια της κρίσης, για να καλυφθούν τα δημοσιονομικά ελλείμματα, και παραμένουν αμετάβλητοι μέχρι σήμερα, παρότι η οικονομία έχει σταθεροποιηθεί και τα έσοδα έχουν αυξηθεί.

    Σήμερα, με το ενδεχόμενο νέων αυξήσεων να είναι πιο ορατό από ποτέ, η κυβέρνηση καλείται να πάρει θέση. Η ανάγκη για παρέμβαση δεν είναι ιδεολογική ή πολιτική. Είναι οικονομική και κοινωνική. Η άνοδος της τιμής των καυσίμων μεταφέρεται γρήγορα σε όλο το φάσμα της οικονομίας: επηρεάζει τη μετακίνηση των πολιτών, το κόστος παραγωγής των προϊόντων, τα εισιτήρια των μεταφορών, τις τουριστικές υπηρεσίες και τελικά την τιμή του ψωμιού στο ράφι. Δεν υπάρχει σχεδόν κανένας τομέας που να μην επηρεάζεται από το κόστος της ενέργειας.


    Η κυβέρνηση διαθέτει τρόπους να δράσει. Η μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, έστω και προσωρινά, μπορεί να συγκρατήσει τις τιμές και να αποτρέψει το σοκ στην αγορά. Αντί να διατηρείται ένας σταθερός και υψηλός φόρος, ανεξαρτήτως των διεθνών τιμών, μπορεί να εφαρμοστεί ένας πιο ευέλικτος μηχανισμός που να προσαρμόζεται στις συνθήκες. Το ίδιο ισχύει και για τον ΦΠΑ, ο οποίος σήμερα φτάνει στο 24% και υπολογίζεται όχι μόνο επί της τιμής του καυσίμου, αλλά και επί των ίδιων των φόρων, επιβαρύνοντας ακόμη περισσότερο την τελική τιμή. Μια μείωση του συντελεστή, ή έστω μια διαφοροποίηση σε περιόδους κρίσης, θα μπορούσε να λειτουργήσει αποσυμφορητικά.

    Η εμπειρία της προηγούμενης κρίσης, όταν είχαν δοθεί οι επιδοτήσεις τύπου Fuel Pass, δείχνει ότι υπάρχει περιθώριο για στοχευμένα μέτρα. Δεν χρειάζεται γενική επιδότηση για όλους – αλλά ένα ευέλικτο σύστημα που θα στηρίζει τους πιο ευάλωτους, όπως οι επαγγελματίες οδηγοί, οι αγρότες, οι κάτοικοι νησιών και χαμηλόμισθοι πολίτες που χρησιμοποιούν το αυτοκίνητο καθημερινά. Η στήριξη αυτή μπορεί να δοθεί στην πηγή, απευθείας στην αντλία, ώστε να έχει άμεση αποτελεσματικότητα.

    Παράλληλα, η κυβέρνηση μπορεί να επανεξετάσει τα μικρότερα τέλη και εισφορές που περιλαμβάνονται στην τιμή του καυσίμου και προσθέτουν ακόμη λίγα λεπτά στο κόστος χωρίς να γίνονται αντιληπτά. Η αναστολή αυτών των τελών, όπως το ΔΕΤΕ ή οι εισφορές υπέρ λογαριασμών, μπορεί να προσφέρει πρόσθετη ελάφρυνση.


    Σημαντικός είναι επίσης ο ρόλος του ελέγχου. Η τιμή της βενζίνης δεν εξαρτάται μόνο από το κράτος, αλλά και από την εμπορική αλυσίδα. Αν και τα περιθώρια κέρδους φαίνονται περιορισμένα, είναι κρίσιμο να διασφαλιστεί πως δεν υπάρχουν φαινόμενα αισχροκέρδειας ή τεχνητής αύξησης των τιμών. Η ενίσχυση της εποπτείας και η διαφάνεια στην τιμολόγηση είναι μέτρα που μπορούν να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών.

    Η ελληνική κυβέρνηση δεν στερείται των εργαλείων για να ανακουφίσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις από το κόστος των καυσίμων – ούτε και των πόρων. Η κυβέρνηση έχει την οικονομική δυνατότητα να προχωρήσει σε στοχευμένες παρεμβάσεις για τη συγκράτηση του κόστους ενέργειας, χωρίς να διακινδυνεύσει τη δημοσιονομική σταθερότητα. Τα τελευταία στοιχεία εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού για την περίοδο Ιανουαρίου – Μαΐου 2025 καταδεικνύουν ότι το δημοσιονομικό περιθώριο υπάρχει και μάλιστα είναι ισχυρότερο του αναμενόμενου.

    Το πρωτογενές πλεόνασμα διαμορφώθηκε στα 5,351 δισ. ευρώ, υπερβαίνοντας θεαματικά τον στόχο των 1,055 δισ. ευρώ που είχε τεθεί για την ίδια περίοδο. Το πλεόνασμα αυτό δεν είναι μόνο καλύτερο από τον προϋπολογισμό, αλλά και σημαντικά ενισχυμένο σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024, όταν είχε ανέλθει στα 3,197 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα, και στο σκέλος των εσόδων, η εικόνα είναι απολύτως ενθαρρυντική. Τα φορολογικά έσοδα έφτασαν τα 27,050 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση 1,773 δισ. ευρώ ή 7% σε σχέση με τον προβλεπόμενο στόχο.


    Με απλά λόγια, η υλοποίηση μέτρων όπως η προσωρινή μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, η εφαρμογή μειωμένου ΦΠΑ ή η επαναφορά επιδοτήσεων για ευάλωτες ομάδες, μπορούν να χρηματοδοτηθούν με ασφάλεια από το επιπλέον πλεόνασμα και την υπεραπόδοση των εσόδων.

    Πηγή

    Ακολουθήστε μας στο Google News για να μαθαίνεις όλες τις ειδήσεις απο Ελλάδα και όλο τον Κόσμο
    Newsroom
    Newsroomhttp://refreshnews.gr/
    Ενημέρωση | Ψυχαγωγία |Στείλε μας το άρθρο σου στο info@refreshnews.gr

    ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

    spot_img

    ΔΗΜΟΦΙΛΗ