Έχω ετοιμάσει και για σήμερα δεκαπέντε (15) ενδεικτικές ερωτήσεις σχετικά με την γραπτή εξέταση για την οργάνωση και λειτουργία των δικαστηρίων και των εισαγγελιών που περιλαμβάνει στοιχεία του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων (ν.4798/2021), του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν.4938/2022) και του Οργανισμού Νόμου του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ν.4820/2021).
Καλή επιτυχία να έχετε, με σύστημα, στρατηγική και καθαρό μυαλό! Ξεκινάμε;
Ερώτηση 1η
Ποιος από τους παρακάτω μπορεί να διοριστεί ως δικαστικός υπάλληλος στην Ελλάδα;
Α. Πολίτης τρίτης χώρας, χωρίς ειδική διάταξη που να το προβλέπει
Β. Πολίτης κράτους-μέλους της ΕΕ, για θέση που εμπίπτει στην εξαίρεση του άρθρου 45 παρ. 4 ΣΛΕΕ
Γ. Έλληνας πολίτης
Ερώτηση 2η
Πότε δεν απαιτείται απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου για την κατανομή δικαστικού υπαλλήλου;
Α. Όταν πρόκειται για προσωρινή κατανομή σε διαφορετική περιφερειακή ενότητα
Β. Όταν έχει εκφράσει αίτημα προτίμησης πριν τον διορισμό του
Γ. Όταν η θέση και η οργανική μονάδα προκύπτουν από τη διαδικασία πρόσληψής του
Ερώτηση 3η
Ποια από τις παρακάτω πειθαρχικές ποινές εκτελείται ακόμη και μετά τη λύση της υπαλληλικής σχέσης του δικαστικού υπαλλήλου;
Α. Ποινή επίπληξης
Β. Ποινή προστίμου
Γ. Ποινή προσωρινής παύσης
Ερώτηση 4η
Σύμφωνα με τον Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων, ποιος προεδρεύει της σύσκεψης των προϊσταμένων οργανικών μονάδων εάν υπάρχουν δύο ισοδύναμοι προϊστάμενοι διεύθυνσης με ίση αρχαιότητα;
Α. Ο προϊστάμενος που έχει τον περισσότερο χρόνο συνολικής υπηρεσίας
Β. Ο προϊστάμενος που έχει τον περισσότερο χρόνο στον Α’ βαθμό
Γ. Ο δικαστικός υπάλληλος που διευθύνει τις υπηρεσίες της γραμματείας
Ερώτηση 5η
Ποια από τις παρακάτω περιπτώσεις επιτρέπει την ανάκληση της πράξης διορισμού και μετά την πάροδο διετίας από τη δημοσίευσή της;
Α. Όταν ο δικαστικός υπάλληλος δεν αποδέχθηκε ρητά τον διορισμό του
Β. Όταν η πράξη διορισμού ακυρώνεται από το αρμόδιο δικαστήριο
Γ. Όταν η πράξη διορισμού έγινε κατά παράβαση του νόμου, χωρίς δόλο του διορισθέντος
Ερώτηση 6η
Ποια από τις παρακάτω πειθαρχικές ποινές δεν μπορεί να επιβληθεί σε δικαστικό υπάλληλο κάτω από τον εισαγωγικό βαθμό της κατηγορίας του, σύμφωνα με τον Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων;
Α. Οριστική παύση
Β. Προσωρινή παύση
Γ. Υποβιβασμός
Ερώτηση 7η
Σύμφωνα με τον Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων, ποιος κατατάσσεται απευθείας στον Β’ βαθμό με διαπιστωτική πράξη;
Α. Κάτοχος μεταπτυχιακού
Β. Απόφοιτος ΕΣΔΔΑ
Γ. Κάτοχος διδακτορικού και απόφοιτος ΕΣΔΔΑ
Ερώτηση 8η
Ο Ν είναι δικαστικός υπάλληλος κατηγορίας ΔΕ. Υπηρέτησε 2 έτη στον βαθμό Δ, 8 έτη στον βαθμό Γ και 6 έτη στον βαθμό Β. Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του απέκτησε πτυχίο δημόσιου ΙΕΚ διετούς διάρκειας. Πότε μπορεί να προαχθεί στον βαθμό Α;
Α. Μετά από 6 έτη στον βαθμό Β
Β. Μετά από 4 έτη στον βαθμό Β
Γ. Δεν δικαιούται μείωση χρόνου, άρα απαιτούνται πλήρη 6 έτη
Ερώτηση 9η
Σε περίπτωση σύγκρουσης αρμοδιοτήτων μεταξύ πειθαρχικών συμβουλίων για δικαστικό υπάλληλο πολιτικού δικαστηρίου, ποιο όργανο είναι αρμόδιο να επιλύσει τη σύγκρουση;
Α. Το πρώτο κατά σειρά ποινικό τμήμα του Αρείου Πάγου
Β. Το Συμβούλιο της Επικρατείας ως συμβούλιο
Γ. Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου
Ερώτηση 10η
Σε περίπτωση κωλύματος ενός μόνο πρωτοδίκη που υπηρετεί στο μικτό ορκωτό δικαστήριο, ποιος μπορεί να τον αναπληρώσει;
Α. Άλλος δικαστής από τη γενική επετηρίδα του ίδιου πρωτοδικείου
Β. Άλλος πρωτοδίκης του ίδιου δικαστηρίου
Γ. Δικαστής της ειδικής επετηρίδας ή πάρεδρος
Ερώτηση 11η
Ποιος από τους παρακάτω δεν εξομοιώνεται βαθμολογικά με αρεοπαγίτη σύμφωνα με τον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών;
Α. Σύμβουλος της Επικρατείας
Β. Αντεπίτροπος της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων
Γ. Εισαγγελέας Εφετών
Ερώτηση 12η
Ποιος από τους παρακάτω έχει αρμοδιότητα να αποφασίσει την αναστολή λειτουργίας όλων των δικαστηρίων και εισαγγελιών της χώρας σε περίπτωση ανωτέρας βίας;
Α. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης
Β. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας
Γ. Ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου
Ερώτηση 13η
Σε περίπτωση που δεν επαρκούν οι υπηρετούντες προανακριτές από ποιους διενεργείται η κατ΄οίκον έρευνα;
Α. Από τους εφέτες και τους αντεισαγγελείς
Β. Από τους νεότερους πρωτοδίκες ειδικής επετηρίδας
Γ. Από τους πρωτοδίκες της γενικής επετηρίδας
Ερώτηση 14η
Ποιος δεν μπορεί να συγκαλέσει την Ολομέλεια της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο;
Α. Ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας
Β. Τρία μέλη της Ολομέλειας με αποφασιστική ψήφο
Γ. Ο Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε κάθε περίπτωση
Ερώτηση 15η
Ποιο από τα παρακάτω δεν ισχύει αναφορικά με την εκλογή και τη θητεία των διευθυνόντων στις Εισαγγελίες Εφετών Αθηνών και Πρωτοδικών Αθηνών και Θεσσαλονίκης;
Α. Οι υποψήφιοι είναι οι αρχαιότεροι εισαγγελείς σε αριθμό ίσο με το ½ των υπηρετούντων, κατά σειρά αρχαιότητας
Β. Επανεκλογή στο ίδιο επίπεδο ιεραρχίας επιτρέπεται μόνο εφόσον η πρώτη θητεία δεν ξεπέρασε τους 18 μήνες
Γ. Σε περίπτωση ισοψηφίας στην εκλογή, γίνεται κλήρωση από την εφορευτική επιτροπή
Απαντήσεις:
1.Γ (άρθρο 3 ΚΔΥ) «1.Ως δικαστικοί υπάλληλοι διορίζονται Έλληνες πολίτες. 2. Οι πολίτες των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) επιτρέπεται να διορίζονται σε θέσεις οι οποίες δεν εμπίπτουν στην εξαίρεση της παρ. 4 του άρθρου 45 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), σύμφωνα με όσα προβλέπονται στις ειδικές γι’ αυτούς διατάξεις. 3.Ο διορισμός πολιτών κρατών που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιτρέπεται στις περιπτώσεις που προβλέπονται από ειδικές διατάξεις».
2.Γ (άρθρο 147 παρ. 3 ΚΔΥ) «3.Απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου δεν απαιτείται, εάν από τη διαδικασία πρόσληψης προκύπτουν η θέση και η οργανική μονάδα στην οποία πρόκειται να προσληφθεί ο υπάλληλος.»
3.Β (άρθρο 177 παρ. 1 ΚΔΥ) «1.Ο δικαστικός υπάλληλος που απέβαλε την υπαλληλική ιδιότητα με οποιονδήποτε τρόπο δεν διώκεται πειθαρχικώς. Αν όμως κατά τη λύση της υπαλληλικής σχέσης έχει ασκηθεί πειθαρχική δίωξη ή έχει αρχίσει ένορκη διοικητική εξέταση από το αρμόδιο για την άσκηση πειθαρχικής δίωξης όργανο ή έχει διαταχθεί η διενέργεια από άλλο δικαστικό λειτουργό ή δικαστικό υπάλληλο ένορκης διοικητικής εξέτασης ή έχει αρχίσει προκαταρκτική έρευνα, κατά την οποία ο δικαστικός υπάλληλος έχει κληθεί να δώσει εξηγήσεις, η πειθαρχική διαδικασία συνεχίζεται και μετά τη λύση της υπαλληλικής σχέσης, με εξαίρεση την περίπτωση του θανάτου. Σε περίπτωση κατά την οποία συνεχίζεται η πειθαρχική διαδικασία, αν εκδοθεί καταδικαστική απόφαση, παραμένει ανεκτέλεστη. Κατ’ εξαίρεση εκτελείται απόφαση, με την οποία επιβάλλεται: α) ποινή υποβιβασμού κατά μισθολογικά κλιμάκια, η οποία συνεπάγεται, υποχρεωτικώς, αναμόρφωση της απόφασης κανονισμού σύνταξης του δικαστικού υπαλλήλου που τιμωρήθηκε και β) ποινή προστίμου, το ποσό του οποίου εισπράττεται σύμφωνα με τον Κώδικα για την Είσπραξη Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ) αποκλειστικά από τον δικαστικό υπάλληλο που τιμωρήθηκε και όχι από τους κληρονόμους του».
4.Β (άρθρο 93 παρ. 3 ΚΔΥ) «3.Η σύσκεψη των προϊσταμένων οργανικών μονάδων συγκαλείται από τον δικαστικό υπάλληλο που διευθύνει τις υπηρεσίες της γραμματείας του δικαστηρίου ή της εισαγγελίας ή τον αρχαιότερο προϊστάμενο διεύθυνσης ή τον αρχαιότερο προϊστάμενο τμήματος ή, αν το ζητήσει το ένα τρίτο (1/3) των υπηρετούντων προϊσταμένων, ο αριθμός των οποίων δεν μπορεί να είναι μικρότερος από δύο (2). Στη σύσκεψη προεδρεύει ο αρχαιότερος προϊστάμενος και σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι, ο προϊστάμενος που έχει τον περισσότερο χρόνο υπηρεσίας στον Α’ βαθμό».
5.Β (άρθρο 16 παρ. 1, 2 και 4 ΚΔΥ) «1.Η πράξη διορισμού ανακαλείται υποχρεωτικά, εάν ο διορισθείς δεν αποδέχτηκε τον διορισμό ρητώς ή σιωπηρώς. 2. Η πράξη διορισμού που έγινε κατά παράβαση νόμου ανακαλείται εντός διετίας από τη δημοσίευση της περίληψής της. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής η πράξη διορισμού ανακαλείται εάν αυτός που διορίστηκε προκάλεσε δολίως ή υποβοήθησε την παρανομία ή εάν ο διορισμός του έγινε κατά παράβαση των άρθρων 3 και 7. […] 4. Η παρ. 2 για απαγόρευση ανάκλησης της πράξης διορισμού μετά την πάροδο διετίας δεν εφαρμόζεται όταν η πράξη διορισμού ακυρώνεται δικαστικώς».
6.Γ (άρθρο 166 παρ. 1 στ) ΚΔΥ) «1.Οι πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται στους δικαστικούς υπαλλήλους είναι: […] στ) ο υποβιβασμός έως δύο (2) βαθμούς, όχι όμως κάτω από τον εισαγωγικό βαθμό της κατηγορίας στην οποία ανήκει ο υπάλληλος, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 20, […]».
7.Γ (άρθρο 20 παρ. 3 ΚΔΥ) «3.Εισαγωγικός βαθμός των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ είναι ο βαθμός Δ’ και της κατηγορίας ΥΕ ο βαθμός Ε’. Για τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος, εισαγωγικός βαθμός είναι ο Β’, στον οποίο κατατάσσονται με διαπιστωτική πράξη. Για τους κατόχους μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, εισαγωγικός βαθμός είναι ο Γ’, στον οποίο κατατάσσονται με διαπιστωτική πράξη. Για τους αποφοίτους της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΣΔΔΑ), εισαγωγικός βαθμός είναι ο Β’. Ο χρόνος φοίτησης στην ΕΣΔΔΑ υπολογίζεται ως πλεονάζων στον Β’ βαθμό. Για τους αριστούχους προσμετράται ένα (1) επιπλέον έτος στον ίδιο βαθμό. Ο χρόνος φοίτησης στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών υπολογίζεται ως πλεονάζων στον κατά περίπτωση εισαγωγικό βαθμό. Η παραμονή στον εισαγωγικό βαθμό διαρκεί τουλάχιστον για δύο (2) έτη, ανεξαρτήτως των τυπικών προσόντων που αποκτά ο δικαστικός υπάλληλος στο ενδιάμεσο διάστημα».
8.Β (άρθρο 139 παρ. 1 β) και 3 ΚΔΥ) «1.Για την προαγωγή από βαθμό σε βαθμό απαιτείται: […] β) Για την κατηγορία ΔΕ: Από τον βαθμό Δ’ στον βαθμό Γ’ διετής υπηρεσία στον βαθμό Δ’, από τον βαθμό Γ’ στον βαθμό Β’ οκταετής υπηρεσία στον βαθμό Γ’ και από τον βαθμό Β’ στον βαθμό Α’ εξαετής υπηρεσία στον βαθμό Β’.[…] 3.Για τους δικαστικούς υπαλλήλους κατηγορίας ΔΕ που κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους αποκτούν αποφοιτήριο τίτλο δημοσίου Ι.Ε.Κ. διάρκειας σπουδών δύο (2) ετών, ο χρόνος που απαιτείται για τη βαθμολογική εξέλιξη μειώνεται συνολικά κατά δύο (2) έτη. […]».
9.Α (άρθρο 183 ΚΔΥ) «Για την άρση της σύγκρουσης αρμοδιότητας μεταξύ πειθαρχικών συμβουλίων, αρμόδιο είναι για μεν τους δικαστικούς υπαλλήλους των γραμματειών πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων και εισαγγελιών το ποινικό τμήμα του Αρείου Πάγου και, αν λειτουργούν περισσότερα ποινικά τμήματα, το πρώτο κατά σειρά αρίθμησης από αυτά, για δε τους υπαλλήλους των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων το τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας που είναι αρμόδιο για την εκδίκαση των πειθαρχικών υποθέσεων των υπαλλήλων. Τα τμήματα αυτά επιλαμβάνονται ύστερα από αίτηση του οργάνου που ασκεί την πειθαρχική δίωξη ή του διωκομένου και εκδικάζουν την υπόθεση σε συμβούλιο».
10.Γ (άρθρο 5 παρ. 1Αδ) ΚΟΔΚΔΛ) «1.Αν δεν υπάρχουν, απουσιάζουν ή κωλύονται οι δικαστές, αναπληρώνονται, κατά σειρά αρχαιότητας, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, ως εξής: […] δ. ένας (1) μόνο πρωτοδίκης πολυμελούς πρωτοδικείου ή τριμελούς πλημμελειοδικείου ή τριμελούς δικαστηρίου ανηλίκων ή μικτού ορκωτού δικαστηρίου, από δικαστή της ειδικής επετηρίδας της περ. ε) του άρθρου 3, της παρ. 4 του άρθρου 7 και της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 5108/2024 ή πάρεδρο,[…]».
11.Γ (άρθρο 66 παρ. 2γ) ΚΟΔΚΔΛ) «2.Εξομοιώνονται βαθμολογικά: […] γ) οι σύμβουλοι της Επικρατείας, οι αρεοπαγίτες, οι αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου, οι σύμβουλοι του Ελεγκτικού Συνεδρίου και οι αντεπίτροποι της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, καθώς και οι αντεπίτροποι Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, […]».
12.Α (άρθρο 22 παρ. 2 ΚΟΔΚΔΛ) «[…] Αν για τους ίδιους λόγους ανωτέρας βίας καθίσταται αδύνατη η ομαλή λειτουργία περισσότερων δικαστηρίων ή εισαγγελιών της χώρας, ο Υπουργός Δικαιοσύνης, μετά από αίτημα ενός εκ των τριών προέδρων των ανώτατων δικαστηρίων ή του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων ή κατόπιν ενημέρωσής τους, δύναται να αποφασίσει την αναστολή μέρους ή του συνόλου των εργασιών όλων των δικαστηρίων και εισαγγελιών της χώρας για τον απολύτως αναγκαίο χρόνο μέχρι να εκλείψουν οι λόγοι αυτοί. […]».
13.Β (άρθρο 30Α παρ. 5 ΚΟΔΚΔΛ) «[…] Σε περίπτωση που δεν επαρκούν οι υπηρετούντες προανακριτές ή οι κατά την παρ. 2 του παρόντος αναπληρωτές τους, η έρευνα διενεργείται από τους νεότερους πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας της περ. ε) του άρθρου 3 του ν. 5108/2024, οι οποίοι δεν έχουν συμπληρώσει δωδεκαετή υπηρεσία και, εάν οι τελευταίοι δεν επαρκούν, από αντεισαγγελείς πλημμελειοδικών ή από εισαγγελικούς παρέδρους».
14.Γ (άρθρο 39 παρ. 7 ΚΟΔΚΔΛ) «7.Η Ολομέλεια της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας συγκαλείται από τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας. Η Ολομέλεια συνέρχεται επίσης, εφόσον το ζητήσουν τρία (3) από τα έχοντα αποφασιστική ψήφο μέλη της. Ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας συγκαλεί την Ολομέλεια και κατόπιν αιτήματος του Προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφόσον ανακύπτει ζήτημα μείζονος σπουδαιότητας που σχετίζεται με τη λειτουργία του Δικαστηρίου».
15.Β (άρθρο 18 παρ. 2 και 3 ΚΟΔΚΔΛ) «2. […] Υποψήφιοι είναι υποχρεωτικά οι αρχαιότεροι εισαγγελείς σε αριθμό ίσο με το ένα δεύτερο (1/2) κατά σειρά αρχαιότητας από τους υπηρετούντες. […] Ως διευθύνων την εισαγγελία εκλέγεται ο υποψήφιος που έλαβε τις περισσότερες ψήφους και ο αμέσως επόμενος σε αριθμό ψήφων εκλέγεται αναπληρωτής του. Αν υπάρξει ισοψηφία, διενεργείται κλήρωση από την εφορευτική επιτροπή. 3.Η θητεία των ανωτέρω είναι διετής. Αρχίζει την 1η Οκτωβρίου του έτους της εκλογής και λήγει, μετά από την πάροδο δύο (2) ετών, την 30ή Σεπτεμβρίου. Επανεκλογή του ίδιου προσώπου ως διευθύνοντος στον ίδιο βαθμό ιεραρχίας, δεν επιτρέπεται. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η επανεκλογή του ίδιου προσώπου στον ίδιο βαθμό ιεραρχίας αν η πρώτη θητεία του δεν υπερέβη το χρονικό διάστημα του ενός (1) έτους. […]».