Η Επιτροπή Εξώδικης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών δημιουργήθηκε με τον νόμο 4714/2020, με στόχο την ταχύτερη και πιο αποτελεσματική διευθέτηση φορολογικών διαφορών που εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Παρατείνεται για πολλοστή φορά η προθεσμία για την εξέταση των αιτήσεων εξώδικης επίλυσης φορολογικών διαφορών σύμφωνα με διάταξη που κατατέθηκε στο νέο νομοσχέδιο του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών για τον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα, το οποίο βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση.
Η διάταξη τροποποιεί την παράγραφο 6 του άρθρου 16 του νόμου 4714/2020, ορίζοντας ως τελική ημερομηνία ολοκλήρωσης της εξέτασης των αιτήσεων την 31η Ιανουαρίου 2026. Τα πρακτικά εξώδικης επίλυσης θα πρέπει να έχουν εκδοθεί μέχρι και την 31η Μαρτίου 2026, ημερομηνία κατά την οποία λήγει και η θητεία όλων των μελών και στελεχών της Επιτροπής Εξώδικης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών.
Σε περίπτωση που μια αίτηση δεν εξεταστεί έως το τέλος Ιανουαρίου 2026, θεωρείται ότι απορρίφθηκε σιωπηρά. Όσο διαρκεί η διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής, αναστέλλεται αυτόματα η εκδίκαση της ίδιας υπόθεσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ή των διοικητικών δικαστηρίων. Η αναστολή αυτή καταγράφεται με σχετική πράξη του Προέδρου του δικαστηρίου. Ωστόσο, η αναστολή δεν καλύπτει τυχόν αιτήματα προσωρινής δικαστικής προστασίας, τα οποία εξακολουθούν να εκδικάζονται.
Η Επιτροπή Εξώδικης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών δημιουργήθηκε με τον νόμο 4714/2020, με στόχο την ταχύτερη και πιο αποτελεσματική διευθέτηση φορολογικών διαφορών που εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας. Παράλληλα, επιδιώκει την αποσυμφόρηση των δικαστηρίων και την ενίσχυση των φορολογικών εσόδων του κράτους. Η Επιτροπή λειτουργεί σε τριμελή σύνθεση και εξετάζει υποθέσεις με τρόπο που διασφαλίζει τη διαφάνεια και την ταχεία έκδοση αποφάσεων.
Η διαδικασία προβλέπει ότι ο φορολογούμενος μπορεί να προβάλλει συγκεκριμένους ισχυρισμούς με την αίτησή του για εξώδικη επίλυση. Παραδεκτά μπορούν να εξεταστούν περιπτώσεις όπου έχει παρέλθει ο χρόνος μέσα στον οποίο η Φορολογική Διοίκηση μπορούσε να επιβάλει τον φόρο ή το πρόστιμο, περιπτώσεις όπου έχει εκδοθεί φορολογικό πιστοποιητικό χωρίς επιφύλαξη, περιπτώσεις όπου έχει γίνει πρόδηλο αριθμητικό ή νομικό λάθος στον καταλογισμό, καθώς και περιπτώσεις όπου έχει προκύψει αναδρομική εφαρμογή ηπιότερης φορολογικής κύρωσης βάσει νομολογίας του ΣτΕ.
Ο φορολογούμενος πρέπει να προσκομίσει τα σχετικά δικόγραφα από τα οποία να προκύπτουν αυτοί οι ισχυρισμοί. Αν το ένδικο βοήθημα που έχει κατατεθεί στο δικαστήριο είναι εκπρόθεσμο, η αίτηση εξώδικης επίλυσης απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Η αίτηση πρέπει να είναι υπογεγραμμένη από δικηγόρο και να περιλαμβάνει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία ταυτοποίησης του φορολογουμένου ή του νόμιμου εκπροσώπου του, ανάλογα αν πρόκειται για φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο.
Αξίζει να σημειωθεί πως, σύμφωνα με την παράγραφο 12 του άρθρου 16 του ίδιου νόμου, εάν σε μια υπόθεση έχουν επιβληθεί πρόσθετοι φόροι, τόκοι, προσαυξήσεις ή πρόστιμα, θεωρείται ότι το αίτημα για εξώδικη επίλυση εμπεριέχει και αίτημα για μείωσή τους, ακόμη και αν δεν αναφέρεται ρητά.
Ιδιαίτερα ευνοϊκή είναι η πρόβλεψη για τους φορολογούμενους που έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν εφάπαξ το σύνολο του κύριου φόρου και ταυτόχρονα όλα τα υπόλοιπα ποσά που τους έχουν καταλογιστεί. Σε αυτές τις περιπτώσεις, χορηγείται έκπτωση 75% επί των πρόσθετων φόρων, των προσαυξήσεων, των προστίμων και των τόκων, εφόσον η εξόφληση γίνει με μία δόση.