Η βασική ανησυχία αφορά το ενδεχόμενο νέας ανόδου του ενεργειακού κόστους, που θα μπορούσε να αναζωπυρώσει τον πληθωρισμό και να πλήξει την οικονομική σταθερότητα.
Υπό στενή παρακολούθηση βρίσκονται από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης οι διεθνείς εξελίξεις στις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, καθώς εντείνονται οι ανησυχίες για αναζωπύρωση των πιέσεων στην αγορά ενέργειας. Όπως διαμηνύουν αρμόδιες πηγές, η κυβέρνηση δηλώνει έτοιμη να προχωρήσει σε στοχευμένες παρεμβάσεις, εφόσον παρατηρηθεί νέα επιβάρυνση στις τιμές ή επιδείνωση των συνθηκών στη διεθνή αγορά. Η βασική ανησυχία αφορά το ενδεχόμενο νέας ανόδου του ενεργειακού κόστους, που θα μπορούσε να αναζωπυρώσει τον πληθωρισμό και να πλήξει την οικονομική σταθερότητα.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, ο πληθωρισμός παρουσίασε αύξηση στο 2,5% τον Μάιο, έναντι 2% τον Απρίλιο, με τις μεγαλύτερες ανατιμήσεις να καταγράφονται σε βασικά αγαθά όπως το ψωμί, το γάλα, τα φρούτα και ο καφές. Σημαντικές επιβαρύνσεις διαπιστώθηκαν και στους λογαριασμούς ενέργειας, με τις τιμές στο ηλεκτρικό ρεύμα να αυξάνονται κατά 18%, στο φυσικό αέριο κατά 11,1% και στα ενοίκια κατά 10,9%.
Στον τομέα της ανάπτυξης, η ελληνική οικονομία εμφάνισε θετική εικόνα στο πρώτο τρίμηνο, με την ιδιωτική κατανάλωση να ενισχύεται κατά 1,6% και να συμβάλλει στην αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,2%. Ωστόσο, οι γεωπολιτικές εντάσεις, ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή, ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά τον ρυθμό μεγέθυνσης το 2025. Αναλυτές εκτιμούν ότι σε περίπτωση περαιτέρω κλιμάκωσης, η ανάπτυξη θα μπορούσε να διαμορφωθεί κάτω από τον στόχο του 2,3%, ενώ το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή έχει ήδη αναθεωρήσει την πρόβλεψή του στο 2,2%.
Η αβεβαιότητα επεκτείνεται και στην επενδυτική δραστηριότητα, καθώς η άνοδος του κόστους ενέργειας και η αστάθεια στις διεθνείς αγορές οδηγούν σε επιβραδύνσεις ή και αναβολές επενδυτικών σχεδίων, κυρίως σε κλάδους που εξαρτώνται από τις παγκόσμιες εξελίξεις. Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να προσελκύει επενδυτικό ενδιαφέρον, η ρευστότητα της συγκυρίας επηρεάζει καθοριστικά τις τελικές αποφάσεις των επενδυτών.
Πιέσεις καταγράφονται και στις ελληνικές εξαγωγές, εξαιτίας της αύξησης του κόστους παραγωγής και των πιθανών καθυστερήσεων στις μεταφορές. Το Ισραήλ, ως βασικός εμπορικός εταίρος με εξαγωγές ύψους περίπου 1 δισ. ευρώ το 2024, ενδέχεται να αποτελέσει εστία επιπτώσεων σε περίπτωση επιδείνωσης της κρίσης, με ευρύτερες συνέπειες για τις εμπορικές ροές στην περιοχή και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.