«Λαβράκια» βγάζουν οι έλεγχοι της ΑΑΔΕ σε τραπεζικούς λογαριασμούς φορολουμένων.
Σημαντικά ευρήματα προκύπτουν από τους ελέγχους τραπεζικών καταθέσεων που διενεργεί η ΑΑΔΕ, με τη χρήση του νέου Συστήματος Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας. Μέσω του συστήματος, τα δηλωθέντα εισοδήματα συσχετίζονται αυτόματα με τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών, των θυρίδων και των ηλεκτρονικών πορτοφολιών.
Ήδη έχουν ελεγχθεί πάνω από 1.000 λογαριασμοί φορολογουμένων, με τα στοιχεία να δείχνουν περιπτώσεις σημαντικής απόκλισης ανάμεσα στα ποσά που δηλώνονται στην Εφορία και σε εκείνα που καταγράφονται στους τραπεζικούς λογαριασμούς. Ενδεικτικά, φορολογούμενος με δηλωθέν ετήσιο εισόδημα 9.500 ευρώ διατηρούσε καταθέσεις που ξεπερνούσαν τις 320.000 ευρώ. Σε άλλη περίπτωση, επαγγελματίας με εισόδημα 12.000 ευρώ εμφάνισε τραπεζικές κινήσεις άνω των 400.000 ευρώ μέσα σε μία τριετία.
Η διαδικασία ξεκινά με την έκδοση εντολής ελέγχου. Αμέσως μετά αποστέλλεται ηλεκτρονικά και χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση αίτημα για άρση του τραπεζικού απορρήτου. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα απαντούν μέσα σε δύο εργάσιμες ημέρες, παρέχοντας στην ΑΑΔΕ στοιχεία των λογαριασμών, των θυρίδων και των άλλων περιουσιακών στοιχείων για την τελευταία πενταετία. Οι πληροφορίες αυτές διασταυρώνονται με τις φορολογικές δηλώσεις προκειμένου να διαπιστωθεί αν δικαιολογούνται τα υπόλοιπα και οι συναλλαγές.
Όταν διαπιστώνεται προσαύξηση περιουσίας που δεν αιτιολογείται από τα δηλωθέντα εισοδήματα ή από νόμιμη πηγή, το ποσό αυτό αντιμετωπίζεται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και φορολογείται με συντελεστή 33%, ανεξαρτήτως επαγγέλματος.