Η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ), ως ο Εθνικός Θεσμός Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, υπογραμμίζει την καίρια σημασία στην προστασία του δικαιώματος πρόσβασης στο άσυλο και της απαγόρευσης επαναπροώθησης.
Αυτό τονίζει σε ανακοίνωσή της σχετικά με το μεταναστευτικό και συνεχίζει αναφέροντας: «Πρόκειται για κανόνες που κατοχυρώνονται ρητά σε διεθνή και ευρωπαϊκά συμβατικά κείμενα και αποτελούν θεμελιώδη πυλώνα του διεθνούς προσφυγικού δικαίου και του διεθνούς δικαίου δικαιωμάτων του ανθρώπου, στα οποία έχουν οικοδομηθεί η παγκόσμια και ευρωπαϊκή κοινότητα.
Η Εθνική Επιτροπή τονίζει με έμφαση τα παρακάτω επί της τροπολογίας που προβλέπει την αναστολή υποβολής αιτήσεων χορήγησης ασύλου από άτομα που εισέρχονται στη χώρα παράνομα με οποιοδήποτε πλωτό μέσο που προέρχεται από τη Βόρεια Αφρική, καθώς και την επιστροφή χωρίς καταγραφή, στη χώρα προέλευσης ή καταγωγής».
Στην ανακοίνωση επίσης υπογραμμίζεται ότι «το δικαίωμα πρόσβασης στο άσυλο και η απαγόρευση επαναπροώθησης κατοχυρώνονται ρητά σε πλείστα διεθνή και ευρωπαϊκά συμβατικά κείμενα που δεσμεύουν τη Χώρα, ενώ δεν προβλέπονται ρήτρες παρέκκλισης από την εφαρμογή τους.
Η επιστροφή των ατόμων αυτών στη χώρα προέλευσης ή καταγωγής χωρίς καταγραφή και χωρίς εξατομικευμένη εξέταση τυχόν αιτημάτων ασύλου ή και ισχυρισμών περί υποβολής σε βασανιστήρια ή σε απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση αποτελεί ευθεία παραβίαση της αρχής της μη επαναπροώθησης και του δικαιώματος στο άσυλο και δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί ούτε κατά παρέκκλιση λόγω έκτακτων συνθηκών.
Η αναστολή υποβολής αιτημάτων άσυλου/πρόσβασης στη διαδικασία ασύλου δεν επιτρέπεται ούτε από το ισχύον δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ούτε από το Σύμφωνο για το Άσυλο και την Μετανάστευση, που αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή τον Ιούνιο 2026».
Επισημαίνονται δε, τα εξής:
«Πέραν του περιεχομένου της, η προτεινόμενη ρύθμιση είναι εξόχως προβληματική και ως προς την αιτιολόγησή της:
- Η παντελώς εσφαλμένη επίκληση του άρθρου 15 ΕΣΔΑ και της κατάστασης ανάγκης, όταν το εν λόγω άρθρο δεν έχει ενεργοποιηθεί σε δυσχερέστερες καταστάσεις και χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις, οι οποίες εν τέλει ταυτίζονται με αυτές του άρθρου 48 του Συντάγματος, εγείρει σοβαρά ζητήματα παραβίασης του διεθνούς και εθνικού συνταγματικού δικαίου και θα επιφέρει καίριο πλήγμα στο κράτος δικαίου στην Ελλάδα, σε μια στιγμή που η χώρα μας βάλλεται στο πεδίο αυτό, αλλά και τον σεβασμό θεμελιωδών υποχρεώσεων της κατά το διεθνές δίκαιο. Σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής δεν «απειλείται η ζωή του έθνους», κατά την έννοια του άρθρου 15 ΕΣΔΑ, και πάντως τα μέτρα που λαμβάνονται δεν είναι «απολύτως αναγκαία», με συνέπεια τα μέτρα αυτά να παραβιάζουν προδήλως την αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση, το άρθρο 15 ΕΣΔΑ δεν επιτρέπει καμία παρέκκλιση από το άρθρο 3 ΕΣΔΑ, το οποίο επιβάλει την υποχρέωση προστασίας από βασανιστήρια και απάνθρωπη μεταχείριση και την υποχρέωση των αρμόδιων αρχών να εξετάσουν τη μεταχείριση που θα τύχει ένα πρόσωπο σε περίπτωση επιστροφής.[4]
- Η επίκληση της «διαφύλαξης της ασφάλειας και της κοινωνικής σταθερότητας της χώρας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης […] από την οργανωμένη εργαλειοποίηση των διαρκώς αυξανόμενων μεταναστευτικών ροών»[5] δεν δικαιολογείται από τα διαθέσιμα στοιχεία και τις πραγματικές συνθήκες. Η Ελλάδα έχει πλέον πολυετή εμπειρία στη διαχείριση μεικτών μεταναστευτικών ροών και διαθέτει σήμερα τις αντίστοιχες υπηρεσίες για την ορθολογική διαχείριση αιτημάτων ασύλου και την οργάνωση του συστήματος υποδοχής. Η αναστολή της υποβολής (και όχι απλώς της εξέτασης) αιτήσεων ασύλου καταλήγει να ταυτίζεται με την έννοια της κατάργησης της πρόσβασης στο άσυλο και της ομαδικής απέλασης αλλοδαπών, κατά παράβαση του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.
- Οι μεικτές ροές περιλαμβάνουν και προσφυγικούς πληθυσμούς, οι οποίοι είναι διεθνώς προστατευόμενα πρόσωπα κατά τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων. Σε κάθε περίπτωση, χωρίς την εξατομικευμένη αξιολόγηση αιτημάτων διεθνούς προστασίας δεν είναι δυνατός ο εκ των προτέρων συλλήβδην χαρακτηρισμός των προσώπων που προέρχονται από τη Βόρεια Αφρική ως «στερούμενων προσφυγικού προφίλ». Επισημαίνεται δε ότι η προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και η απαγόρευση έκθεσης σε απάνθρωπη μεταχείριση είναι απόλυτη και διασφαλίζεται σε όλα τα πρόσωπα χωρίς διάκριση βάσει εθνικότητας, τρόπου εισόδου κ.λπ.
Είναι επομένως απαραίτητη η εξεύρεση άλλης ευρωπαϊκής λύσης (π.χ. εφαρμογή της αρχής της αλληλεγγύης), η οποία σημειωτέον θα ήταν δυνατή αν είχε τεθεί σε εφαρμογή το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο. Είναι δε αναγκαία η δημιουργία κατάλληλων υποδομών για τη διαχείριση των μεικτών αυτών μεταναστευτικών ροών, οι οποίες πρέπει να δημιουργηθούν και σε σημεία εισόδου, όπως η Κρήτη.
Η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου καλεί την Ελληνική Πολιτεία να αναλάβει τις απαραίτητες πρωτοβουλίες ώστε να αποφύγει παραβιάσεις της διεθνούς και ευρωπαϊκής έννομης τάξης, οι οποίες επιφέρουν δημόσιες παρεμβάσεις διεθνών αξιωματούχων, όπως του Επιτρόπου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης[6] και ενδέχεται να καταλήξουν σε μελλοντική καταδίκη της Ελλάδας σε διεθνή όργανα προστασίας δικαιωμάτων του ανθρώπου».