Η κετογονική δίαιτα (γνωστή και ως keto) κερδίζει συνεχώς έδαφος ως μέθοδος για απώλεια βάρους. Ωστόσο, φαίνεται ότι δεν λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο για όλους. Νέα επιστημονική μελέτη αποκαλύπτει πως οι άνδρες και οι γυναίκες ανταποκρίνονται διαφορετικά στη δημοφιλή διατροφή, με τους άνδρες να έχουν εμφανώς καλύτερα αποτελέσματα.
Συγκεκριμένα, σε κλινική δοκιμή διάρκειας 45 ημερών που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Frontiers in Nutrition, οι συμμετέχοντες ακολούθησαν αυστηρά το πρωτόκολλο της δίαιτας keto. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά αλλά και αποκαλυπτικά: οι άνδρες έχασαν κατά μέσο όρο 11,63% του σωματικού τους βάρους, ενώ οι γυναίκες κατέγραψαν απώλεια 8,95%.
Η διαφορά αυτή ενισχύει την άποψη ότι το φύλο παίζει ρόλο στον τρόπο με τον οποίο ο οργανισμός ανταποκρίνεται σε διατροφικές παρεμβάσεις. Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι οι ορμονικές και μεταβολικές διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών ενδέχεται να επηρεάζουν την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα της καύσης λίπους.
Αν και η keto δείχνει να βοηθά και τα δύο φύλα, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι άνδρες ίσως απολαμβάνουν ένα μικρό προβάδισμα στην απώλεια κιλών. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν αξίζει να τη δοκιμάσει και μια γυναίκα – το σημαντικό είναι η εξατομίκευση και η καθοδήγηση από ειδικό.
Οι ερευνητές σημειώνουν ότι οι μυς των γυναικών λειτουργούν διαφορετικά. «Οι γυναίκες έχουν φυσικά περισσότερες μυϊκές ίνες βραδείας συστολής που είναι σχεδιασμένες για δραστηριότητες αντοχής, γεγονός που μπορεί να κάνει την παραδοσιακή άσκηση πιο αποτελεσματική για την απώλεια βάρους από την αυστηρή κέτωση».
Αυτές οι διαφορές θα μπορούσαν να αποδοθούν στη γενετική, στις ορμόνες (οιστρογόνα), στον κύκλο της εμμήνου ρύσεως, στους νευροδιαβιβαστές, στη νευρωνική ρύθμιση στις περιοχές του εγκεφάλου που καταναλώνουν ενέργεια, στο εντερικό μικροβίωμα και στην ανοσία. Αυτές οι διαφορές είναι ουσιαστικά οι παράγοντες που «εμποδίζουν» την καύση του λίπους στις γυναίκες.
Η μελέτη διαπίστωσε ότι τα γυναικεία σώματα παράγουν φυσικά περισσότερα μόρια λίπους που συνδέονται με φλεγμονή κατά τη διάρκεια της ανάπαυσης, γεγονός που ενδεχομένως δυσχεραίνει τη διάσπαση του λίπους κατά τη μετάβαση σε κέτωση.