Οι αποκαλύψεις για την υπόθεση των νεκρών παιδιών σε Πάτρα και Αμαλιάδα φαίνεται να έχουν πάρει τη μορφή χιονοστιβάδας έπειτα κι από την αρχική ομολογία της Ειρήνης Μουρτζούκου, του βασικού προσώπου που εμπλέκεται στην υπόθεση, ότι σκότωσε τα δύο της παιδιά, ακόμη ένα βρέφος, παιδί φίλης της και την αδελφή της, το 2014.
Η προτίμηση στα κορίτσια
Την ίδια ώρα, ανατριχίλα προκαλεί η κυνική ομολογία της ότι στις δολοφονίες για τις οποίες έχει αποδεχθεί και ομολογήσει την ενοχή της ακολουθούσε μοτίβο, που σχετίζεται με την ηλικία, αλλά και το φύλο των αθώων θυμάτων της, σε μια προσπάθεια να «δέσει» την αθωότητά της για την περίπτωση θανάτου του μικρού Παναγιώτη.
«Πράγματι, το μεν τα υπόλοιπα βρέφη ήταν βρέφη, ηλικίας έως έξι (6) μηνών, ενώ ο Παναγιωτάκης ήταν μεγάλο παιδί, ηλικίας δεκαπέντε (15) μηνών, το δε τα υπόλοιπα βρέφη ήταν κορίτσια, ενώ ο Παναγιωτάκης ήταν αγόρι», αναφέρει μεταξύ άλλων στην απολογία της μέσω υπομνήματος προς την ανακρίτρια Πατρών.
Παράλληλα, η Μουρτζούκου αποποιείται σε κάθε περίπτωση των ευθυνών της αναφορικά με τον θάνατο του τον Αύγουστο του 2024.
Συγκεκριμένα, αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή, βάζοντας στο «κάδρο» τη μητέρα του και κουμπάρα της οικογένειας, υπονοώντας πως εκείνες ίσως εμπλέκονται, σύμφωνα με την ΕΡΤ.
«Η μητέρα του Παναγιωτάκη ευθύνεται για τον θάνατό του»
Σύμφωνα με το OPEN, η 25χρονη κατηγορούμενη ρίχνει την ευθύνη για τον θάνατο του Παναγιωτάκη στη μητέρα του, την Πόπη ή Καλλιόπη, και αναφέρει «θα σας πω περισσότερα όταν κληθώ από τις Εισαγγελικές αρχές για να έρθει η κάθαρση και σε αυτή την υπόθεση».
Ακόμη, λέει ότι το παιδί αυτό της έδωσε δύναμη και υπογραμμίζει: «Ήταν ο λόγος για τον οποίο ζούσα και έβρισκα δύναμη να ξεπεράσω τους “δαίμονές” μου. Αναφέρω ευθαρσώς πως, για τον θάνατό του, δεν έχω την παραμικρή ευθύνη, συμμετοχή, συνέργεια, αντιθέτως ευθύνεται η μητέρα του Καλλιόπη Αβράμη».
Συνεχίζει δίνοντας και άλλα στοιχεία: «Η ανωτέρω Καλλιόπη Αβράμη, όλους αυτούς τους μήνες προσπαθεί να με οδηγήσει στην ανάληψη της ευθύνης για τον θάνατο του παιδιού της, πλην μου είναι αδύνατον να “χρεωθώ” τον θάνατο της τελευταίας ελπίδας σωτηρίας της ζωής, της ψυχής, της ύπαρξής μου. Είναι χαρακτηριστικό πως, από την ημέρα θανάτου του Παναγιώτη (5/8/2024) έως και τον μήνα Ιούνιο του έτους 2025 με φιλοξενούσε, κρυφά, στην οικία της στην Αμαλιάδα, γεγονός ασφαλώς μη συμβατό με την, παρουσιαζόμενη δημοσίως, εικόνα της εξοργισμένης (δήθεν) μητέρας με τη “δολοφόνο” του παιδιού της», υπογραμμίζει και στέκεται στο γεγονός τα άλλα νεκρά παιδιά είναι κορίτσια.
«Πράγματι, το μεν τα υπόλοιπα βρέφη ήταν βρέφη, ηλικίας έως έξι (6) μηνών, ενώ ο Παναγιωτάκης ήταν μεγάλο παιδί, ηλικίας δεκαπέντε (15) μηνών, το δε τα υπόλοιπα βρέφη ήταν κορίτσια, ενώ ο Παναγιωτάκης ήταν αγόρι».
Τέλος, ρίχνει και δεύτερη βόμβα για άλλο πρόσωπο, που όπως λέει είχε «συγκεκριμένο ρόλο συνολικά στην υπόθεση». «Καταλυτικό ρόλο έχει διαδραματίσει και άλλος-η άνθρωπος, αφού δέχομαι συνεχείς και έντονες απειλές για τη ζωή μου και τη σωματική μου ακεραιότητα».
«Βιάστηκα σε ηλικία 10 ετών»
Η κατηγορούμενη στο πρώτο μέρος της απολογίας της αναφέρθηκε και στην παιδική της ηλικία και σε έναν βιασμό που υπέστη, όπως ισχυρίζεται σε ηλικία 10 ετών, ενώ αναφέρεται και στην σωματική, αλλά και ψυχική κακοποίηση που ισχυρίζεται ότι υπέστη από την μητέρα της.
Σύμφωνα με το OPEN, στο 35 συνολικά σελίδων υπόμνημά της, η Μουρτζούκου λέει: «Θεωρώ πατέρα μου τον Ιωάννη Μουρτζούκο, ο οποίος με αγάπησε και με μεγάλωσε σαν δικό του παιδί. Η παιδική μου ηλικία ήταν άθλια, δεν εύχομαι σε κανέναν να ζήσει όσα ζήσαμε. Ουδέποτε η μητέρα μου ασχολήθηκε μαζί μου ή με τα αδέρφια μου, αντιθέτως για αυτήν ήμασταν “βάρος” που δεν της επιτρέπαμε να ζήσει την ζωή της. Οι στιγμές χαράς μου ήταν όταν επέστρεφε από τη δουλειά ο πατέρας μου. Συνεχώς αναζητούσα την αγάπη της μητέρας μου, ένα χάδι.
Αντιθέτως, το μόνο που λάμβανα από αυτήν ήταν ξύλο, ψυχική κακοποίηση, χειροδικίες και τιμωρίες. Και όχι μόνο. Σε ηλικία μόλις 10 ετών βιάστηκα από στενό συγγενή της μητέρας μου. Δεν έκανε το παραμικρό για να το αποτρέψει και δεν μου συμπαραστάθηκε ψυχολογικά. Ψυχολογική και συστηματική κακοποίηση εισέπραττα από τον παππού μου, πατέρα της μητέρας μου που με έδερνε τραβώντας με από τα μαλλιά για δεκάδες μέτρα. Το κορμί μου ήταν συνεχώς γεμάτες μελανιές. Μου επέβαλε να ζητιανεύω στις εκκλησίες για να της φέρνω χρήματα, με ανάγκασε να εκδίδομαι από την ηλικία των 15 ετών και με Έλληνες όσο και με αλλοδαπούς για να εισπράττει χρήματα».