Η προοπτική εξαγοράς του Χρηματιστηρίου Αθηνών από τον χρηματιστηριακό όμιλο Euronext συνδέθηκε από κάποια στελέχη της ελληνικής κυβέρνησης με τις διεργασίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο που αφορούν στην περίφημη Ένωση Κεφαλαιαγορών.
Η Ένωση Κεφαλαιαγορών είναι μια στρατηγική πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία στοχεύει στη δημιουργία μιας πλήρως ενοποιημένης, ρευστής και αποδοτικής ευρωπαϊκής αγοράς κεφαλαίων. Πρακτικά, πρόκειται για την προσπάθεια να συνδεθούν καλύτερα οι αγορές κεφαλαίων όλων των κρατών-μελών της ΕΕ, ώστε οι επενδύσεις και τα κεφάλαια να μπορούν να ρέουν πιο ελεύθερα διασυνοριακά, όπως ακριβώς συμβαίνει με τα αγαθά ή τις υπηρεσίες στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά.
Ωστόσο, είναι πολιτική υπεραπλούστευση να πει κανείς πως εάν το Χρηματιστήριο Αθηνών θα εξαγορασθεί από τον όμιλο Euronext αυτόματα θα δημιουργηθούν οι συνθήκες για μεγαλύτερη ρευστότητα και διασύνδεση της ελληνικής αγοράς με τις αγορές της ΕΕ.
Η πραγματική ενοποίηση των ευρωπαϊκών αγορών κεφαλαίου περνάει μέσα από την αντιμετώπιση ενός από τα πιο επίμονα φαινόμενα στο επενδυτικό τοπίο της Ευρώπης: την ισχυρή προτίμηση των επενδυτών για εγχώριες τοποθετήσεις, γνωστή ως «home bias». Πρόκειται για τη σταθερή τάση των επενδυτών, είτε πρόκειται για ιδιώτες είτε για θεσμικούς, να επενδύουν κατά προτεραιότητα σε μετοχές, ομόλογα και άλλους τίτλους που εκδίδονται στη χώρα διαμονής τους. Παρότι η διεθνής εμπειρία και η «θεωρία του χαρτοφυλακίου» (Modern Portfolio Theory –) προτείνουν την γεωγραφική διαφοροποίηση ως μέσο διαχείρισης κινδύνου και αύξησης απόδοσης, η ευρωπαϊκή πραγματικότητα επιμένει στο αντίθετο.
Η ΕΚΤ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και προσφάτως και η έκθεση Ντράγκι έχουν επανειλημμένα αναγνωρίσει ότι το home bias αποτελεί διαρθρωτικό εμπόδιο για τη δημιουργία μιας πραγματικά ενιαίας ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς. Ο κατακερματισμός των αγορών οδηγεί σε περιορισμένη κινητικότητα κεφαλαίων μεταξύ των χωρών της ΕΕ, σε υψηλό κόστος συναλλαγών και σε μειωμένη ρευστότητα, ιδιαίτερα για μικρότερες αγορές όπως αυτή της Ελλάδας. Οι επενδυτές διστάζουν να αναλάβουν ρίσκα σε αγορές που τους είναι θεσμικά, φορολογικά ή γλωσσικά ξένες, ενώ ταυτόχρονα η εθνική προτίμηση ενισχύεται και από την τοπική πληροφόρηση και την εξοικείωση με το εγχώριο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Η ελληνική αγορά κεφαλαίου αντανακλά καθαρά αυτά τα χαρακτηριστικά. Το Χρηματιστήριο Αθηνών λειτουργεί κυρίως ως εθνική πλατφόρμα, με έντονη συμμετοχή εγχώριων ιδιωτών επενδυτών και περιορισμένη διασυνοριακή δραστηριότητα. Οι ελληνικές εισηγμένες επιχειρήσεις συχνά δυσκολεύονται να αντλήσουν κεφάλαια από ξένους επενδυτές, όχι απαραίτητα λόγω της αξίας τους, αλλά εξαιτίας της μικρής προβολής τους, του περιορισμένου μεγέθους της αγοράς και των υψηλότερων αντιλαμβανόμενων κινδύνων.
Επιπλέον, το κόστος και η πολυπλοκότητα για την είσοδο και τη λειτουργία ξένων επενδυτών στην ελληνική αγορά δεν είναι αμελητέα.
Στο πλαίσιο αυτό η ενδεχόμενη ενσωμάτωση του ΧΑ στον χρηματιστηριακό όμιλο Euronext προσλαμβάνει ιδιαίτερο βάρος. Η Euronext, με παρουσία σε επτά χώρες της Ευρώπης και με ενιαίο τεχνολογικό και κανονιστικό πλαίσιο, λειτουργεί ήδη ως πρότυπο για την πρακτική εφαρμογή της Ένωσης Κεφαλαιαγορών. Μέσα από κοινή πλατφόρμα συναλλαγών, ενοποιημένα πρότυπα εκκαθάρισης και ενιαίους κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης, διευκολύνει τη διασυνοριακή ροή κεφαλαίων και ενισχύει τη διαφάνεια. Η προσχώρηση της ελληνικής αγοράς σε αυτό το οικοσύστημα θα μπορούσε να ανοίξει την πόρτα σε μεγαλύτερη συμμετοχή ξένων επενδυτών, καθιστώντας τις ελληνικές μετοχές περισσότερο προσβάσιμες και αναγνωρίσιμες.
Ωστόσο, η υπέρβαση του home bias δεν είναι απλή υπόθεση. Ακόμη και όταν διατίθενται τεχνικές λύσεις και θεσμικές υποδομές, η επενδυτική συμπεριφορά παραμένει βαθιά επηρεασμένη από ψυχολογικούς και πολιτισμικούς παράγοντες. Η εμπιστοσύνη δεν μεταφέρεται αυτομάτως με την τεχνολογία ή την εποπτική εναρμόνιση. Χρειάζεται χρόνος, διαφάνεια, σταθερή απόδοση και κυρίως, ενεργή στρατηγική προσέγγισης των ξένων επενδυτών. Σε αυτό το πεδίο, οι μικρές αγορές όπως η ελληνική καλούνται να ανταγωνιστούν μεγάλες και ώριμες αγορές, με μεγαλύτερη προβολή, περισσότερα μέσα και ισχυρότερο ιστορικό.
H προοπτική συγχώνευσης ή εξαγοράς ενός εθνικού χρηματιστηρίου εγείρει και ανησυχίες. Θέματα ανεξαρτησίας, εποπτείας, αλλά και εκπροσώπησης των μικρότερων αγορών σε ένα πολυεθνικό πλαίσιο έχουν τεθεί σε αντίστοιχες περιπτώσεις στο παρελθόν. Η εμπειρία άλλων χωρών που εντάχθηκαν στον όμιλο Euronext δείχνει ότι η επιτυχία μιας τέτοιας μετάβασης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πλαίσιο της συμφωνίας εξαγοράς, τη στρατηγική ενσωμάτωσης και τη συνεργασία με τα τοπικά μέλη.