Είμαστε ο μόνος Λαός στον κόσμο που γιορτάζουμε την αρχή και όχι το τέλος ενός πολέμου. Στις 8 Μαΐου γιορτάζουν οι περισσότερες χώρες το τέλος του Β’ ΠΠ. Στις 28 Οκτωβρίου γιορτάζουμε εμείς.
Αυτό έχει ιδεολογική, αλλά και ιστορική εξήγηση.
Ιδεολογικά και συνειρμικά σημαίνει την ετοιμότητα και προθυμία για αγώνα. Σημαίνει, ότι δε φοβόμαστε να πολεμήσουμε. Είναι όμως και πρόσταγμα ενότητας, ως επιβεβαίωση της συλλογικής κοινωνικής μας συνείδησης.
Κάποιοι λοιπόν, πριν από εμάς, βάδισαν προς τον θάνατο. Κινώντας προς το μέτωπο, επιβεβαίωσαν μία κοινή, συλλογική ταυτότητα. Με τον θάνατό τους όμως, προσέδωσαν σ’ αυτήν αξία!
Χωρίς συλλογική συνείδηση είναι αδύνατη η κοινωνική συνοχή, άρα η λαϊκή κυριαρχία, δηλαδή η Δημοκρατία, που και αυτή, δεν την αντιλαμβανόμαστε απλώς και μόνον ως ένα «πολίτευμα», αλλά ως έννοια Ελευθερίας. Η ιδιότητα του πολίτη καταργείται υπό καθεστώς ξένης κατοχής. Η εθνική ελευθερία, είναι η πρωτογενής ελευθερία κάθε μορφής ελευθερίας, δηλαδή, προϋπόθεση Δημοκρατίας.
Γνώριζαν δηλαδή, ότι σε περιβάλλον ανελευθερίας και σκλαβιάς, δε μπορεί να λειτουργήσει η Δημοκρατία, ότι προαπαιτούμενό της είναι η αυτοδιάθεση, η ηθική ελευθερία και ηθική αυτονομία, στοιχεία, τα οποία, ως πρώτα, θα αμφισβητήσει ένας κατακτητής.
Η Δημοκρατία είναι συλλογική υπόθεση. Αν τους ένοιαζε μόνο ο εαυτός τους, αν αντιλαμβάνονταν δηλαδή την Ελευθερία ως ατομικό προνόμιο, μόνον, προφανώς και θα υπολόγιζαν τον θάνατο. Όμως, η επίγνωση της συλλογικής συνείδησης και η αναγνώριση της αξίας της συλλογικής ελευθερίας, τους έκανε να τον περιφρονούν, δηλαδή τον αποτιμούν κάτω από αυτήν.
Εκεί που εφευρέθηκε η Δημοκρατία, εκεί πληρώθηκε και πιο ακριβά. Λογικό, ο εφευρέτης όρισε και την τιμή της με το παράδειγμά του: Τίποτα λιγότερο, από την ίδια τη ζωή του.
Γιορτάζοντας το τέλος, σημαίνει ότι όσοι καταφέραμε κι επιζήσαμε, θα απολαύσουμε τα αγαθά και το αποτέλεσμα του αγώνα. Γιορτάζοντας όμως την αρχή του, σημαίνει ότι έχουμε συνειδητότητα της αξίας του και την εκθυμία να το πληρώσουμε.
Η αρχή του αγώνα λοιπόν υποδηλώνει συνείδηση συλλογικότητας, δηλαδή συνείδηση Δημοκρατίας και Ελευθερίας. Ακριβώς έτσι, αντιλαμβανόμαστε και τον πατριωτισμό μας. Δημοκρατική πατρίδα είναι μόνο η ελεύθερη πατρίδα.
Το κίνητρο για την αρχή κάθε αγώνα είναι η Δημοκρατία και ο αγώνας για Δημοκρατία δεν έχει τέλος.
Επιπλέον, το τέλος του πολέμου, δεν ήταν ποτέ διακριτό μέσα από μία συγκεκριμένη ημερομηνία, στην περίπτωση της Ελλάδας, αλλά και να ήταν, ξεκίνησαν ευθείς, άλλες περιπέτειες για τον Λαό μας.
Και για την 25η Μαρτίου, τα πράγματα δεν ήταν διαφορετικά. Δημιουργήσαμε μεν κράτος, αλλά και αυτός ήταν ένας αγώνας, ο οποίος, ουσιαστικά, μέχρι και την απελευθέρωση της Μακεδονίας και της Θράκης, διήρκησε έναν αιώνα. Αμέσως μετά ήρθε ο Α’ ΠΠ και κατόπιν, η Μικρασιατική Εκστρατεία.
Οι Έλληνες λοιπόν, ήμασταν πάντα έτοιμοι και πρόθυμοι, αλλά, ο συνεχής αγώνας, ήταν η πραγματικότητά μας, η ιστορική μας μοίρα.
Και φτάνουμε στο σήμερα, όπου ουκ ολίγοι, ζητούν τον τερματισμό των εορτασμών, ως εθνικιστικό -λέει- παροξυσμό. Ένας τερματισμός που συμβαίνει ήδη de facto μέσα από τα σχολικά βιβλία.
Αυτοί είναι οι αρνητές της Δημοκρατίας.
Η συλλογική κοινωνική συνείδηση όμως, ως προϋπόθεση Δημοκρατίας, προϋποθέτει μεταξύ άλλων και συλλογική μνήμη. Για να εξαφανιστεί και αυτή, οφείλει να επαναπροσδιοριστεί και να αναθεωρηθεί, να αλλάξει το κριτήριο, με το οποίο την αντιλαμβανόμαστε και την ερμηνεύουμε:
«Η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο! Κι εμείς πήγαμε στο υπόγειο … μετά γύρισε ο μπαμπάς στη μαμά και της είπε πώς θα τρέξει στην τράπεζα να σηκώσει λεφτά…». Και ο μπαμπάς παίρνοντας στην αγκαλιά του το παιδί του είπε: «Άκη, από σήμερα θα γίνεις άντρας». Και ο Άκης, απάντησε: «Εγώ τότε φοβήθηκα πάρα πολύ, γιατί δεν ήθελα να γίνω σήμερα άντρας…». (Σελίδα 44 του α’ τεύχους του βιβλίου της Γλώσσας Ε’ Δημοτικού).
Φοβηθήκαμε λοιπόν, τρέξαμε να σηκώσουμε λεφτά και δε θέλαμε να γίνουμε άντρες.
Σε βιβλίο της Β’ Γυμνασίου, αφιέρωμα στην 25η Μαρτίου: «Αρχίζουμε πρόβες για την εθνική μας γιορτή. Το ρεπερτόριο θα είναι «ελεύθεροι πολιορκημένοι» και δώσ’ του… η ομάδα μας θα σχεδιάσει κάτι σκηνικά, για κάτι κολοκοτρώνηδες, για κάτι σημαίες κι εμείς που ετοιμάζουμε την τάξη, αυτοονομαζόμαστε εθνικοί μπογιατζήδες».
Σε άλλη αναφορά, παράσταση για την 25η Μαρτίου: «Ο Βαγγελάκης έκανε τον Μπότσαρη και τον στένευε η στολή του κι έσκυψε να πάρει τα τσαρούχια και φάνηκε το σώβρακό του και τα κορίτσια έβαλαν τα γέλια και τράβηξε το σπαθί του σαν τον Ζορό κάνοντας τον Κολοκοτρώνη … και φύγαμε να πάμε σπίτι μας να φάμε σκορδαλιά για το καλό της ημέρας να κοιμηθούμε να ξυπνήσουμε να βάλουμε τα καλά μας και και να πάμε να πούμε χρόνια πολλά του Βαγγελάκη που είχε την εθνική γιορτή του»! (Σημεία στίξης επίτηδες τα απέφυγα, δεν υπάρχουν ούτε στο κείμενο. Η φωτογραφία που το συνοδεύει είναι από την ταινία, «ο άρχοντας των δαχτυλιδιών»).
Σε άλλο σχολικό βιβλίο της ΣΤ’ τάξης Δημοτικού, τα παιδιά καλούνται να γράψουν μία φανταστική ιστορία (έκθεση) που να περιέχει τον Μεγαλέξανδρο, την κοκκινοσκουφίτσα και τον Καραγκιόζη μαζί: «Γράψτε μία ιστορία και την περιπέτεια αυτής της παράξενης συντροφιάς…».
Είναι πλείστα τα παραδείγματα, ανέφερα μόνο ενδεικτικά.
Στα βιβλία γλώσσας του Γυμνασίου (δέκα βιβλία συνολικά, δύο νεοελληνικής γλώσσας σε κάθε τάξη, βιβλίο και τετράδιο εργασιών και κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας), μαθαίνω, ότι δεν υπάρχει ούτε ένα αφιέρωμα στην 28η Οκτωβρίου.
Η νεοτερική «δημοκρατία», για να μπορεί να λειτουργήσει, για να μπορέσει δηλαδή, να επιβληθεί, να γίνει αποδεκτή, αρεστή και «βολική», στη συνθήκη, την οποία εκ της φύσης της επιβάλλει, δηλαδή την περικοπή της πολιτικής και κυρίως της κοινωνικής ελευθερίας, θα πρέπει να ισοσκελίσει με ψευδαίσθηση δημοκρατίας, να ανταποδώσει δηλαδή την περιστολή συλλογικών ελευθεριών, με υπερπληθωρισμό ατομικών ελευθεριών, «κοινωνικών αυτοπροσδιορισμών» και συντεχνιακών ή ατομικών δικαιωματισμών.
Πόσο αξίζει η Δημοκρατία, στον σημερινό νεοτερισμό; Με πόσα την πουλάμε και με πόσα την ξαναγοράζουμε;
Χρόνια πολλά
Ζήτω η 28η Οκτωβρίου
Ανδρέας Τσιφτσιάν
Οικονομολόγος


