Του Ian Sample, «The Guardian»
Ερευνητές κατόρθωσαν να κάνουν ένα αποφασιστικό βήμα προς την κατεύθυνση μιας αιματολογικής εξέτασης η οποία είναι σε θέση να προβλέψει τον κίνδυνο προσβολής από άνοια δέκα και πλέον χρόνια προτού η ασθένεια διαγνωστεί επισήμως στους ασθενείς.
Οι ελπίδες γεννήθηκαν μετά την ανακάλυψη βιολογικών ενδείξεων της κατάστασης αυτής σε δείγματα αίματος που περισυνελέγησαν από πάνω από 50.000 εθελοντές στο πλαίσιο της έρευνας της βρετανικής Biobank.
Παράλληλα, βεβαίως, συνεχίζονται οι προσπάθειες για τη δημιουργία και διάθεση απλών αιματολογικών εξετάσεων που θα είναι σε θέση να διαγνώσουν τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Η ανάλυση των δειγμάτων ταυτοποίησε ίχνη τεσσάρων πρωτεϊνών οι οποίες προβλέπουν την έναρξη της άνοιας σε μεγαλύτερη ηλικία, ειδικότερα της νόσου Αλτσχάιμερ και της μυικής άνοιας.
Οταν δε αυτά τα ευρήματα συνδυάζονται με πιο συμβατικούς παράγοντες κινδύνου, όπως η ηλικία, το φύλο, η εκπαίδευση και η γενετική συγγένεια, τα προφίλ των πρωτεϊνών επέτρεψαν στους ερευνητές να προβλέψουν την άνοια με ακρίβεια της τάξης του 90% σχεδόν 15 χρόνια προτού υπάρξει κλινική επιβεβαίωση της ύπαρξης της νόσου.
Τουλάχιστον 55 εκατ.
Υπενθυμίζεται πως περισσότεροι από 55 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν με άνοια σε όλο τον κόσμο, αριθμός που αναμένεται να φτάσει τα 78 εκατομμύρια ως το 2030.
Περίπου το 70% των νοσήσεων προκαλείται από τη νόσο του Αλτσχάιμερ, ενώ η μυική άνοια, εξαιτίας αλλοιώσεων στο κυκλοφορικό σύστημα, ευθύνεται για το 20%.
«Ελπίζουμε να αναπτύξουμε αυτή τη μέθοδο, ως ένα τρόπο διάγνωσης που θα μπορεί να χρησιμοποιείται στο εθνικό σύστημα υγείας», δήλωσε ο καθηγητής Τζιανφένγκ Φενγκ, ο οποίος έχει έδρα τόσο στο πανεπιστήμιο του Γουόργουϊκ όσο και σε εκείνο της Φουντάν στην Κίνα.
Αξίζει να σημειωθεί πως πλήθος πρόσφατων μελετών έχουν αναδείξει τις δυνατότητες που υπάρχουν στις αιματολογικές εξετάσεις για τον εντοπισμό εκείνων των ασθενών που είναι πιο πιθανό να εκδηλώσουν άνοια.
Εφοδιασμένοι δε με αυτού του είδους την πληροφορία, οι γιατροί θα μπορούσαν να προσδιορίσουν ποιους ασθενείς να προωθήσουν για ταχεία διαδικασία περαιτέρω αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένων των ολοκληρωμένων εξετάσεων για Αλτσχάιμερ.
Με τη σειρά του, ο έγκαιρος εντοπισμός μπορεί να αποδειχθεί καθοριστικός για το κατά πόσο οι ασθενείς θα ωφεληθούν από τα δύο νέα φαρμακευτικά σκευάσματα κατά της Αλτσχάιμερ, το λεκανεμάμπ και το ντονανεμάμπ, που βρίσκονται υπό έλεγχο από τον αρμόδιο φορέα του Ηνωμένου Βασιλείου.
Στην περίπτωση που λάβουν άδεια κυκλοφορίας, σειρά θα έχει η αξιολόγηση του λόγου κόστους – ωφέλειας προτού αποφασιστεί εάν θα διατεθούν μέσω του συστήματος υγείας.
Η αντίστοιχη αρχή των ΗΠΑ, η FDA, έχει ήδη δώσει το πράσινο φως για το λεκανεμάμπ και αναμένεται πολύ σύντομα να εκδώσει την απόφασή της για το ντονανεμάμπ.
Οι Αρχές της ΕΕ εξετάζουν ακόμη και τα δύο σκευάσματα.
Σκευάσματα και τεστ
Σε κάθε περίπτωση, οι ασθενείς που πρόκειται να τα λάβουν θα πρέπει να βρίσκονται στα πρώτα στάδια της νόσου Αλστχάιμερ, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να έχει επιβεβαιωθεί η παρουσία της αμυλοειδούς πρωτεΐνης στον εγκέφαλο μέσω μιας οσφυονωτιαίας παρακέντησης ή ενός PET scan.
Παράλληλα, βεβαίως, συνεχίζονται οι προσπάθειες για τη δημιουργία και διάθεση απλών αιματολογικών εξετάσεων που θα είναι σε θέση να διαγνώσουν τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Ακόμη, όμως, και στην περίπτωση που αυτό συμβεί έγκαιρα και γρήγορα, οι προκλήσεις παραμένουν.
Τα νέα φάρμακα πρέπει να χορηγούνται στους ασθενείς κάθε δύο εβδομάδες και εξαιτίας των πιθανών θανατηφόρων παρενεργειών, αυτοί πρέπει να εξετάζονται συχνά για εγκεφαλικές αιμορραγίες.
Premium έκδοση «ΤΑ ΝΕΑ»