Ανάπτυξη 2,5% και αποκλιμάκωση του πληθωρισμού προβλέπει η Τράπεζα της Ελλάδος για το 2025
Η κατανάλωση αναμένεται να αποτελέσει τη βασική κινητήρια δύναμη της οικονομικής ανάπτυξης, ενώ οι επενδύσεις και οι εξαγωγές θα συνεχίσουν να συνεισφέρουν θετικά.
Η Ενδιάμεση Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2024 της Τράπεζας της Ελλάδος κατατέθηκε σήμερα, Παρασκευή, στον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων και το Υπουργικό Συμβούλιο, όπως ορίζει το Καταστατικό της. Η έκθεση παρουσιάζει τις εκτιμήσεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, τις προκλήσεις που αυτή αντιμετωπίζει, καθώς και τις συνθήκες στο τραπεζικό σύστημα.
Σύμφωνα με την έκθεση, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ αναμένεται να φτάσει το 2,3% το 2024, να επιταχυνθεί στο 2,5% το 2025, ενώ στη συνέχεια προβλέπεται μικρή επιβράδυνση στο 2,3% το 2026 και στο 2,0% το 2027. Η κατανάλωση αναμένεται να αποτελέσει τη βασική κινητήρια δύναμη της οικονομικής ανάπτυξης, ενώ οι επενδύσεις και οι εξαγωγές θα συνεχίσουν να συνεισφέρουν θετικά.
Παράλληλα, η καθαρή συνεισφορά του εξωτερικού τομέα στο ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα είναι ελαφρώς αρνητική, λόγω της αύξησης των εισαγωγών. Ο πληθωρισμός, βάσει του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, προβλέπεται να μειωθεί στο 3% το 2024, από 4,2% το 2023, κυρίως λόγω της επιβράδυνσης στις τιμές των ειδών διατροφής. Ωστόσο, θα παραμείνει ελαφρώς πάνω από τον στόχο της ΕΚΤ (2%) μέχρι το 2026, ενώ ο πληθωρισμός των υπηρεσιών εκτιμάται ότι θα είναι πιο επίμονος, λόγω των αυξήσεων στις αμοιβές εργασίας.
Η έκθεση υπογραμμίζει ότι, παρόλο που η ελληνική οικονομία έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο, παραμένουν δομικές αδυναμίες, όπως η έλλειψη ανταγωνισμού σε βασικούς τομείς, το υψηλό δημόσιο χρέος, το χαμηλό επίπεδο αποταμίευσης και οι δημογραφικές προκλήσεις. Επιπλέον, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να υπολείπεται σε σχέση με τα προ της κρίσης επίπεδα ΑΕΠ και κατά κεφαλήν ΑΕΠ.
Παγκόσμιες προκλήσεις, όπως οι γεωπολιτικές εντάσεις, η κλιματική αλλαγή, η ενεργειακή ασφάλεια και η ταχεία ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης, συνθέτουν ένα σύνθετο περιβάλλον που απαιτεί στρατηγική αντιμετώπιση. Παράλληλα, αναφέρονται καθοδικοί κίνδυνοι για την ανάπτυξη, όπως η ενδεχόμενη επιδείνωση γεωπολιτικών κρίσεων και η βραδύτερη από την αναμενόμενη αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Στον τραπεζικό τομέα, τα θεμελιώδη μεγέθη συνεχίζουν να βελτιώνονται. Η ρευστότητα, η κεφαλαιακή επάρκεια και η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου έχουν ενισχυθεί, ενώ η κερδοφορία παραμένει σε ικανοποιητικά επίπεδα. Οι αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας από διεθνείς οίκους συνέβαλαν στη θετική εικόνα, ενώ ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο από την ένταξη της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ.
Η Τράπεζα της Ελλάδος τονίζει την ανάγκη για συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα της ανάπτυξης και να αντιμετωπιστούν οι μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προκλήσεις της οικονομίας.