Τετάρτη, 26 Μαρτίου, 2025
More

    Διαγωνισμός ΕΣΔΙ Δικαστικών Υπαλλήλων 2025 – Μελέτη άρθρων 64-80 (βουλή)

    Διαγωνισμός ΕΣΔΙ Δικαστικών Υπαλλήλων 2025 – Μελέτη άρθρων 64-80 (βουλή)

    Διαγωνισμός ΕΣΔΙ Δικαστικών Υπαλλήλων 2025 – Μελέτη άρθρων 64-80 (βουλή)

    Η βουλή είναι ο κορυφαίος δημοκρατικός θεσμός, μέσω του οποίου αντιπροσωπεύεται ο λαός δια των βουλευτών.


    Η Ολομέλεια της βουλής αποτελείται από το σύνολο των βουλευτών, οι οποίοι εκλέγονται στις βουλευτικές εκλογές. Οι εκλογές διεξάγονται κάθε τέσσερα χρόνια εκτός αν η βουλή διαλυθεί νωρίτερα.

    Το χρονικό διάστημα μεταξύ δύο εκλογικών αναμετρήσεων αποτελεί μια «βουλευτική περίοδο». Οι βουλευτικές περίοδοι αριθμούνται σε συνεχή σειρά από το 1974 και με ελληνική αρίθμηση. Κατά τη διάρκεια της βουλευτικής περιόδου, η βουλή συνέρχεται σε τακτικές συνόδους (από το Σύνταγμα προβλέπεται και η σύγκληση της βουλής σε έκτακτες και ειδικές συνόδους).




    Η Ολομέλεια της βουλής συνέρχεται σε τακτική σύνοδο την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου κάθε έτους. Η διάρκεια της τακτικής Συνόδου δε μπορεί να είναι μικρότερη των πέντε μηνών. Σε τακτική Σύνοδο συγκαλείται η Ολομέλεια της βουλής μέσα σε τριάντα ημέρες από τη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών.


    Η Ολομέλεια της βουλής ασκεί κατεξοχήν τις αρμοδιότητες του νομοθετικού έργου και του κοινοβουλευτικού ελέγχου.

    Κατά τη διάρκεια της διακοπής των εργασιών της βουλής, δηλαδή μεταξύ δύο συνόδων, μέρος του νομοθετικού έργου αλλά και του κοινοβουλευτικού ελέγχου ασκείται από τις συνθέσεις του Τμήματος Διακοπής των Εργασιών της βουλής.

    Υπάρχουν τρεις διαδοχικές συνθέσεις του Τμήματος Διακοπής κάθε χρόνο κατά τη διάρκεια των θερινών διακοπών και κάθε μία αποτελείται από το 1/3 του όλου αριθμού των βουλευτών.


    Η Ολομέλεια της βουλής αποφασίζει με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών της η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το ¼ του όλου αριθμού των βουλευτών (75 βουλευτές).

    Τη νομοθετική πρωτοβουλία έχει η κυβέρνηση δηλαδή ένας ή περισσότεροι υπουργοί της είτε οι βουλευτές, ατομικά ή συλλογικά. Οι υπουργοί καταθέτουν στη βουλή τα νομοσχέδια (ή σχέδια νόμου), τροπολογίες και προσθήκες. Αντίστοιχα, οι βουλευτές καταθέτουν στη βουλή προτάσεις νόμων, τροπολογίες και προσθήκες.

    Τα νομοσχέδια και οι προτάσεις νόμων συνοδεύονται από αιτιολογική έκθεση που επεξηγεί αναλυτικά τους στόχους των νομοσχεδίων και των προτάσεων νόμων. Τα νομοσχέδια ή οι προτάσεις νόμου που συνεπάγονται επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού, συνοδεύονται και από έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η οποία προσδιορίζει τις δαπάνες που προκύπτουν από την εφαρμογή των προτεινόμενων διατάξεων.


    Τα νομοσχέδια και οι προτάσεις νόμων ψηφίζονται κατ’ αρχήν, κατ’ άρθρον και στο σύνολο.

    Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκδίδει και δημοσιεύει τους νόμους που έχουν ψηφισθεί από τη βουλή, αφού προηγουμένως υπογραφούν από τους αρμόδιους υπουργούς.

    Η κυβέρνηση υπόκειται στον έλεγχο της βουλής, όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της βουλής. Η κυβέρνηση οφείλει να έχει την εμπιστοσύνη της βουλής. Κάθε φορά που σχηματίζεται νέα κυβέρνηση (μετά από βουλευτικές εκλογές ή μετά από παραίτηση κυβέρνησης), οφείλει να εμφανίζεται ενώπιον της βουλής και να ζητά ψήφο εμπιστοσύνης.

    Αντίστοιχα, από την ίδια τη βουλή μπορεί να υποβληθεί πρόταση δυσπιστίας, δηλαδή να αμφισβητηθεί η εμπιστοσύνη της βουλής προς την κυβέρνηση. Η πρόταση δυσπιστίας πρέπει να είναι υπογεγραμμένη από 50 τουλάχιστο βουλευτές (το ένα έκτο του όλου αριθμού) και να αναφέρει σαφώς τα θέματα για τα οποία θα διεξαχθεί η συζήτηση. Για να γίνει δεχτή η πρόταση δυσπιστίας πρέπει να υπερψηφιστεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών ήτοι 151 βουλευτές. Πρόταση δυσπιστίας μπορεί να υποβληθεί μόνο μετά από πάροδο εξαμήνου αφότου η βουλή απέρριψε πρόταση δυσπιστίας.

    Άλλα μέσα κοινοβουλευτικού ελέγχου της βουλής είναι οι αναφορές, οι ερωτήσεις, οι επίκαιρες ερωτήσεις, οι επερωτήσεις, οι επίκαιρες επερωτήσεις, οι επίκαιρες ερωτήσεις προς τον πρωθυπουργό, οι αιτήσεις κατάθεσης εγγράφων, κ.ο.κ.

    Ο Πρόεδρος της Βουλής είναι το τρίτο ανώτερο πολιτειακό αξίωμα της Ελληνικής Δημοκρατίας μετά τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον Πρωθυπουργό. Εκλέγεται από τη βουλή των Ελλήνων και διευθύνει τις εργασίες του Σώματος.

    Η διάσκεψη των προέδρων της βουλής είναι το διακομματικό συλλογικό όργανο που συστάθηκε με τον Κανονισμό της Βουλής του 1987 και αναγνωρίστηκε συνταγματικά με την αναθεώρηση του 2001. Αποστολή του είναι η καλύτερη οργάνωση των εργασιών της βουλής μέσα από τη συνεργασία του προεδρείου και όλων των κοινοβουλευτικών ομάδων.

    Αποτελείται από τον πρόεδρο και τους αντιπροέδρους της βουλής, τους διατελέσαντες προέδρους της βουλής εφόσον έχουν εκλεγεί βουλευτές, τους προέδρους των διαρκών επιτροπών, τον πρόεδρο της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, τον πρόεδρο της Επιτροπής Οικονομικών της βουλής, τον πρόεδρο της Επιτροπής Βιβλιοθήκης της βουλής, τον πρόεδρο της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας, τους προέδρους των κοινοβουλευτικών ομάδων και έναν ανεξάρτητο βουλευτή, ως εκπρόσωπο των ανεξάρτητων βουλευτών.

    Η διάσκεψη των προέδρων συνέρχεται σε τακτική συνεδρίαση μία φορά την εβδομάδα και αποστολή της είναι να εξετάζει την ημερήσια διάταξη των εργασιών της βουλής, οργανώνει τη διεξαγωγή του νομοθετικού έργου, αποφασίζει για τη διεξαγωγή της οργανωμένης συζήτησης και ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που της αναγνωρίζει το σύνταγμα και ο κανονισμός της βουλής.

    Με ομοφωνία ή πλειοψηφία των 3/5 των μελών της επιλέγει τα μέλη των Ανεξάρτητων Αρχών που προβλέπονται στο Σύνταγμα ενώ με ομοφωνία ή πλειοψηφία των 4/5 των μελών της επιλέγει τον πρόεδρο, τον αντιπρόεδρο και δύο μέλη της Στατιστικής Αρχής.

    Ας δούμε, ωστόσο τις διατάξεις όπως παρατίθενται στα άρθρα 64 έως 80 του Συντάγματος για να τα γνωρίσουμε καλύτερα:

    Άρθρο 64 – Σύνοδος

    1. H Bουλή συνέρχεται αυτοδικαίως κάθε έτος την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου σε τακτική σύνοδο για τα ετήσια έργα της, εκτός αν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τη συγκαλέσει ενωρίτερα σύμφωνα με το άρθρο 40.

    2. H διάρκεια της τακτικής συνόδου δεν μπορεί να είναι συντομότερη από πέντε μήνες, χωρίς να συνυπολογίζεται ο χρόνος της αναστολής σύμφωνα με το άρθρο 40.

    H τακτική σύνοδος παρατείνεται υποχρεωτικά ώσπου να εγκριθεί, σύμφωνα με το άρθρο 79, ο προϋπολογισμός ή να ψηφιστεί σύμφωνα με το ίδιο άρθρο ειδικός νόμος.

    Άρθρο 65 – Κανονισμός, προεδρεία

    1. H Bουλή ορίζει τον τρόπο της ελεύθερης και δημοκρατικής λειτουργίας της με Kανονισμό, που ψηφίζεται από την Oλομέλεια κατά το άρθρο 76 και δημοσιεύεται με παραγγελία του Προέδρου της στην Εφημερίδα της Kυβερνήσεως.

    2. H Bουλή εκλέγει από τα μέλη της τον Πρόεδρο και τα λοιπά μέλη του Προεδρείου, σύμφωνα με τους ορισμούς του Kανονισμού.

    3. O Πρόεδρος και οι Aντιπρόεδροι εκλέγονται στην αρχή κάθε βουλευτικής περιόδου.

    H διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται για τον Πρόεδρο και τους Aντιπροέδρους που εκλέχθηκαν στην τρέχουσα πρώτη σύνοδο της Ε’ Aναθεωρητικής Bουλής.

    H Bουλή μπορεί, ύστερα από πρόταση πενήντα βουλευτών, να εκφράσει μομφή κατά του Προέδρου της Bουλής ή μέλους του Προεδρείου, η οποία συνεπάγεται τη λήξη της θητείας του.

    4. O Πρόεδρος της Bουλής διευθύνει τις εργασίες του Σώματος, μεριμνά για τη διασφάλιση της ανεμπόδιστης διεξαγωγής των εργασιών του, την κατοχύρωση της ελεύθερης γνώμης και έκφρασης των βουλευτών, και την τήρηση της τάξης· ο Πρόεδρος μπορεί να λάβει και πειθαρχικά μέτρα σύμφωνα με όσα ορίζει ο Kανονισμός της Bουλής εναντίον κάθε βουλευτή που παρεκτρέπεται.

    5. Mε τον Kανονισμό μπορεί να συσταθεί στη Bουλή επιστημονική υπηρεσία για την υποβοήθηση του νομοθετικού της έργου.

    6. O Kανονισμός καθορίζει την οργάνωση των υπηρεσιών της Bουλής υπό την εποπτεία του Προέδρου, καθώς και όλα όσα αφορούν το προσωπικό της. Oι πράξεις του Προέδρου που αφορούν την πρόσληψη και την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού της Bουλής υπόκεινται σε προσφυγή ή αίτηση ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

    Άρθρο 66 – Συνεδριάσεις

    1. H Bουλή συνεδριάζει δημόσια στο Bουλευτήριο, μπορεί όμως να διασκεφθεί σε μυστική συνεδρίαση, ύστερα από αίτηση της Kυβέρνησης ή δεκαπέντε βουλευτών, αν το αποφασίσει η πλειοψηφία σε μυστική συνεδρίαση. H Bουλή αποφασίζει κατόπιν αν πρέπει να επαναληφθεί η συζήτηση για το ίδιο θέμα σε δημόσια συνεδρίαση.

    2. Oι Yπουργοί και Yφυπουργοί έχουν ελεύθερη είσοδο στις συνεδριάσεις της Bουλής και ακούονται όποτε ζητήσουν το λόγο.

    3. Η Βουλή και οι κοινοβουλευτικές επιτροπές μπορούν να ζητήσουν την παρουσία του Υπουργού ή του Υφυπουργού που είναι αρμόδιος για τα θέματα που συζητούν.

    Οι κοινοβουλευτικές επιτροπές μπορούν να καλούν οποιοδήποτε πρόσωπο θεωρούν χρήσιμο για το έργο τους, ενημερώνοντας και τον αρμόδιο Υπουργό. Οι κοινοβουλευτικές επιτροπές συνεδριάζουν δημόσια, όπως ορίζεται στον Κανονισμό της Βουλής, μπορούν όμως να διασκεφθούν σε μυστική συνεδρίαση, ύστερα από αίτηση της Κυβέρνησης ή πέντε βουλευτών, αν το αποφασίσει η πλειοψηφία σε μυστική συνεδρίαση. Η κοινοβουλευτική επιτροπή αποφασίζει κατόπιν, αν πρέπει να επαναδιεξαχθεί η συζήτηση για το ίδιο θέμα σε δημόσια συνεδρίαση.

    Άρθρο 67 – Πλειοψηφία για τη λήψη απόφασης

    H Bουλή δεν μπορεί να αποφασίσει χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, που όμως ποτέ δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το ένα τέταρτο του όλου αριθμού των βουλευτών.

    Σε περίπτωση ισοψηφίας επαναλαμβάνεται η ψηφοφορία και, ύστερα από νέα ισοψηφία, η πρόταση απορρίπτεται.

    Άρθρο 68 – Πλειοψηφία για τη λήψη απόφασης

    1. Η Βουλή στις αρχές κάθε τακτικής συνόδου συνιστά από τα μέλη της διαρκείς κοινοβουλευτικές επιτροπές για να εξετάζουν και να επεξεργάζονται τα νομοσχέδια και τις προτάσεις νόμων που υποβάλλονται, όπως ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής.

    2. Η Βουλή συνιστά από τα μέλη της εξεταστικές επιτροπές, με απόφασή της που λαμβάνεται με πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών που δεν μπορεί να είναι κατώτερη των δύο πέμπτων του συνόλου των βουλευτών, ύστερα από πρόταση του ενός πέμπτου του όλου αριθμού των βουλευτών. Προκειμένου να συσταθούν εξεταστικές επιτροπές για ζητήματα που ανάγονται στην εξωτερική πολιτική και την εθνική άμυνα, απαιτείται απόφαση της Βουλής που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Η Βουλή μπορεί να συνιστά δύο ανά κοινοβουλευτική περίοδο εξεταστικές επιτροπές, εφόσον η σχετική πρόταση δέκα τουλάχιστον βουλευτών υπερψηφισθεί από τα δύο πέμπτα του συνόλου των βουλευτών, ανεξαρτήτως πλειοψηφίας. Τα σχετικά με τη συγκρότηση και τη λειτουργία των επιτροπών αυτών καθορίζονται από τον Κανονισμό της Βουλής.

    3. Oι κοινοβουλευτικές και εξεταστικές επιτροπές, καθώς και τα κατά τα άρθρα 70 και 71 Τμήματα της Bουλής, συνιστώνται ανάλογα με τη δύναμη των κομμάτων, των ομάδων και των ανεξαρτήτων, όπως ορίζει ο Kανονισμός.

    Άρθρο 69 – Αναφορές

    Kανένας δεν εμφανίζεται στη Bουλή αυτόκλητος για να αναφέρει οτιδήποτε προφορικά ή εγγράφως. Oι αναφορές παρουσιάζονται από βουλευτή ή παραδίδονται στον Πρόεδρο. H Bουλή έχει δικαίωμα να αποστέλλει τις αναφορές που της απευθύνονται στους Yπουργούς και τους Yφυπουργούς, οι οποίοι υποχρεούνται να δίνουν διευκρινίσεις όποτε τους ζητηθούν.

    Άρθρο 70 – Άσκηση νομοθετικού έργου

    1. H Bουλή ασκεί το νομοθετικό της έργο σε Oλομέλεια.

    2. Ο Κανονισμός της Βουλής προβλέπει ότι το νομοθετικό έργο που καθορίζεται από αυτόν μπορεί να ασκείται και από τις διαρκείς κοινοβουλευτικές επιτροπές που συγκροτούνται και λειτουργούν κατά τη διάρκεια της συνόδου, όπως ορίζει ο Κανονισμός και με τους περιορισμούς του άρθρου 72.

    3. Με τον Κανονισμό της Βουλής ορίζεται επίσης η κατανομή της αρμοδιότητας μεταξύ των διαρκών κοινοβουλευτικών επιτροπών κατά Υπουργεία.

    4. Αν δεν ορίζεται διαφορετικά, οι διατάξεις του Συντάγματος που αφορούν τη Βουλή ισχύουν για τη λειτουργία της σε Ολομέλεια και σε Τμήμα κατά το άρθρο 71, καθώς και για τη λειτουργία των κοινοβουλευτικών επιτροπών.

    5. Για να λάβουν απόφαση το κατά το άρθρο 71 Τμήμα και οι διαρκείς κοινοβουλευτικές επιτροπές, όταν ασκούν νομοθετικό έργο κατά την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, απαιτείται πλειοψηφία που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τα δύο πέμπτα του αριθμού των μελών τους.

    6. Ο κοινοβουλευτικός έλεγχος ασκείται από τη Βουλή σε Ολομέλεια, όπως ορίζει ο Κανονισμός. Ο Κανονισμός μπορεί να προβλέπει την άσκηση κοινοβουλευτικού ελέγχου και από το κατά το άρθρο 71 Τμήμα, καθώς και από τις διαρκείς κοινοβουλευτικές επιτροπές που συγκροτούνται και λειτουργούν κατά τη διάρκεια της συνόδου.

    7. Ο Κανονισμός ορίζει τον τρόπο με τον οποίο μετέχουν στις ψηφοφορίες βουλευτές που βρίσκονται σε αποστολή της Βουλής ή της Κυβέρνησης στο εξωτερικό.

    8. Ο Κανονισμός της Βουλής προβλέπει τον τρόπο με τον οποίο η Βουλή ενημερώνεται από την Κυβέρνηση για τα ζητήματα που αποτελούν αντικείμενο κανονιστικής ρύθμισης στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συζητεί γι’ αυτά.

    Άρθρο 71 – Τμήμα διακοπής των εργασιών

    Kατά τη διάρκεια της διακοπής των εργασιών της Bουλής, το νομοθετικό της έργο, εκτός από τα νομοθετήματα που ανήκουν στην αρμοδιότητα της Oλομέλειας κατά το άρθρο 72, ασκείται από Τμήμα της που συγκροτείται και λειτουργεί σύμφωνα με τους ορισμούς των άρθρων 68 παράγραφος 3 και 70.

    Mε τον Kανονισμό μπορεί να προβλεφθεί η επεξεργασία των νομοσχεδίων ή των προτάσεων νόμων από κοινοβουλευτική επιτροπή που την αποτελούν μέλη του ίδιου Τμήματος.

    Άρθρο 72 – Αρμοδιότητες Ολομέλειας, τμήματος διακοπής των εργασιών και διαρκών επιτροπών

    1. Στην Ολομέλεια της Βουλής συζητούνται και ψηφίζονται ο Κανονισμός της, νομοσχέδια και προτάσεις νόμων για τα θέματα των άρθρων 3, 13, 27, 28 παράγραφοι 2 και 3, 29 παράγραφος 2, 33 παράγραφος 3, 48, 51, 54, 86, νομοσχέδια και προτάσεις εκτελεστικών του Συντάγματος νόμων για την άσκηση και προστασία των ατομικών δικαιωμάτων, νομοσχέδια και προτάσεις νόμων για την αυθεντική ερμηνεία νόμων, καθώς και για κάθε άλλο θέμα που σύμφωνα με ειδική πρόβλεψη του Συντάγματος ανατίθεται στην Ολομέλεια της Βουλής ή για τη ρύθμιση του οποίου απαιτείται ειδική πλειοψηφία. Στην Ολομέλεια της Βουλής ψηφίζεται επίσης ο προϋπολογισμός και ο απολογισμός του Κράτους και της Βουλής.

    2. Η συζήτηση και ψήφιση όλων των άλλων νομοσχεδίων ή προτάσεων νόμων μπορεί να γίνεται, κατά τη διάρκεια της συνόδου, από την αρμόδια διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή, κατά τους ορισμούς του άρθρου 70. Γίνεται επίσης από το Τμήμα που συγκροτείται και λειτουργεί σύμφωνα με το άρθρο 71 κατά τη διάρκεια της διακοπής των εργασιών της Βουλής, όπως ορίζει ο Κανονισμός.

    3. Η διαρκής κοινοβουλευτική επιτροπή που επιλαμβάνεται της ψήφισης νομοσχεδίου ή πρότασης νόμου μπορεί με απόφασή της που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών της να παραπέμπει στην Ολομέλεια οποιαδήποτε αμφισβήτηση για την αρμοδιότητά της. Η απόφαση της Ολομέλειας δεσμεύει τις επιτροπές.

    Μεταξύ της κατάθεσης νομοσχεδίου ή πρότασης νόμου και της συζήτησής του στη διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή πρέπει να μεσολαβεί τουλάχιστον μία εβδομάδα.

    4. Νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που συζητήθηκε και ψηφίστηκε στην αρμόδια διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή εισάγεται στην Ολομέλεια σε μία συνεδρίαση, όπως ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής, και συζητείται και ψηφίζεται ενιαία επί της αρχής, επί των άρθρων και στο σύνολο. Νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που έγινε δεκτή στην επιτροπή με πλειοψηφία τουλάχιστον τεσσάρων πέμπτων συζητείται και ψηφίζεται στην Ολομέλεια, όπως ορίζει ο Κανονισμός.

    Άρθρο 73 – Δικαίωμα πρότασης νόμων

    1. Το δικαίωμα πρότασης νόμων ανήκει στη Bουλή και στην Kυβέρνηση.

    2. Nομοσχέδια που αναφέρονται οπωσδήποτε στην απονομή σύνταξης και στις προϋποθέσεις της υποβάλλονται μόνο από τον Yπουργό Oικονομικών ύστερα από γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου· αν πρόκειται για συντάξεις που επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, υποβάλλονται από τον αρμόδιο Yπουργό και τον Yπουργό Oικονομικών. Τα νομοσχέδια για συντάξεις πρέπει να είναι ειδικά· δεν επιτρέπεται, με ποινή την ακυρότητα, να αναγράφονται διατάξεις για συντάξεις σε νόμους που αποσκοπούν στη ρύθμιση άλλων θεμάτων.

    3. Kαμία πρόταση νόμου ή τροπολογία ή προσθήκη δεν εισάγεται για συζήτηση, αν προέρχεται από τη Bουλή, εφόσον συνεπάγεται σε βάρος του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου δαπάνες ή ελάττωση εσόδων ή της περιουσίας τους, για να δοθεί μισθός ή σύνταξη ή γενικά όφελος σε κάποιο πρόσωπο.

    4. Είναι όμως παραδεκτή τροπολογία ή προσθήκη που την υποβάλλει αρχηγός κόμματος ή εκπρόσωπος ομάδας κατά τους ορισμούς της παραγράφου 3 του άρθρου 74, όταν πρόκειται για νομοσχέδια που αφορούν την οργάνωση των δημόσιων υπηρεσιών και των οργανισμών δημόσιου ενδιαφέροντος, την υπηρεσιακή γενικά κατάσταση των δημόσιων υπαλλήλων, των στρατιωτικών και των οργάνων των σωμάτων ασφαλείας, των υπαλλήλων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, καθώς και δημόσιων γενικά επιχειρήσεων.

    5. Nομοσχέδιο με το οποίο επιβάλλονται τοπικοί ή ειδικοί φόροι ή βάρη οποιασδήποτε φύσης υπέρ οργανισμών ή νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου πρέπει να προσυπογράφεται και από τους Yπουργούς Συντονισμού και Oικονομικών.

    6. Με υπογραφή πεντακοσίων χιλιάδων πολιτών που έχουν δικαίωμα ψήφου, μπορούν να κατατίθενται έως δύο ανά κοινοβουλευτική περίοδο προτάσεις νόμων στη Βουλή, οι οποίες με απόφαση του Προέδρου της παραπέμπονται στην οικεία κοινοβουλευτική επιτροπή προς επεξεργασία και εν συνεχεία εισάγονται υποχρεωτικά προς συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια του Σώματος. Οι προτάσεις νόμων του προηγούμενου εδαφίου δεν μπορεί να αφορούν θέματα δημοσιονομικά, εξωτερικής πολιτικής και εθνικής άμυνας. Νόμος ορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.

    Άρθρο 74 – Διαδικασία εισαγωγής για συζήτηση νομοσχεδίων και προτάσεων νόμων

    1. Kάθε νομοσχέδιο και κάθε πρόταση νόμου συνοδεύεται υποχρεωτικά από αιτιολογική έκθεση· πριν εισαχθεί στη Bουλή, στην Oλομέλεια ή σε Τμήματα, μπορεί να παραπεμφθεί για νομοτεχνική επεξεργασία στην επιστημονική υπηρεσία της παραγράφου 5 του άρθρου 65, όταν συσταθεί, όπως ορίζει ο Kανονισμός.

    2. Τα νομοσχέδια και οι προτάσεις νόμων που κατατίθενται στη Bουλή παραπέμπονται στην οικεία κοινοβουλευτική επιτροπή. Aφού υποβληθεί η έκθεση ή περάσει άπρακτη η προθεσμία που είχε ταχθεί για την υποβολή της, εισάγονται στη Bουλή για συζήτηση, μετά παρέλευση τριών ημερών από τότε, εκτός αν ο αρμόδιος Yπουργός τα έχει χαρακτηρίσει ως επείγοντα. H συζήτηση αρχίζει ύστερα από προφορική εισήγηση του αρμόδιου Yπουργού και των εισηγητών της Επιτροπής.

    3. Τροπολογίες βουλευτών σε νομοσχέδια και προτάσεις νόμων για τα οποία αρμόδια είναι η Oλομέλεια ή τα Τμήματα της Bουλής δεν εισάγονται για συζήτηση, αν δεν υποβληθούν έως και την παραμονή της ημέρας που θα αρχίσει η συζήτηση, εκτός αν συγκατατίθεται και η Kυβέρνηση να συζητηθούν.

    4. Δεν εισάγεται για συζήτηση νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που αποσκοπεί στην τροποποίηση διάταξης νόμου, αν δεν έχει καταχωριστεί στην αιτιολογική έκθεση ολόκληρο το κείμενο της διάταξης που τροποποιείται, και στο κείμενο του νομοσχεδίου ή της πρότασης ολόκληρη η νέα διάταξη, όπως διαμορφώνεται με την τροποποίηση.

    5. Τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 ισχύουν και για τα νομοσχέδια ή τις προτάσεις νόμων που εισάγονται για συζήτηση και ψήφιση στην αρμόδια διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή, όπως ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής.

    Νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που περιέχει διατάξεις άσχετες με το κύριο αντικείμενό τους δεν εισάγεται για συζήτηση.

    Προσθήκη ή τροπολογία άσχετη με το κύριο αντικείμενο του νομοσχεδίου ή της πρότασης νόμου δεν εισάγεται για συζήτηση.

    Προσθήκες ή τροπολογίες Υπουργών συζητούνται μόνο αν έχουν υποβληθεί τρεις τουλάχιστον ημέρες πριν από την έναρξη της συζήτησης στην Ολομέλεια, στο κατά το άρθρο 71 Τμήμα ή στην αρμόδια διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή, όπως ορίζει ο Κανονισμός.

    Τα οριζόμενα στα προηγούμενα δύο εδάφια ισχύουν και για τις προσθήκες ή τροπολογίες βουλευτών.

    Σε περίπτωση αμφισβήτησης αποφαίνεται η Βουλή. Βουλευτές που δεν μετέχουν στην αρμόδια διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή ή στο κατά το άρθρο 71 Τμήμα έχουν το δικαίωμα να λάβουν το λόγο επί της αρχής και για να υποστηρίξουν προτάσεις νόμων και προσθήκες ή τροπολογίες που έχουν υποβάλει, όπως ορίζει ο Κανονισμός.

    6. Mία φορά το μήνα, σε ημέρα που θα προσδιοριστεί από τον Kανονισμό, εγγράφονται στην ημερήσια διάταξη κατά σειρά προτεραιότητας και συζητούνται εκκρεμείς προτάσεις νόμων.

    Άρθρο 75 – Νομοσχέδια και προτάσεις νόμων που συνεπάγονται επιβάρυνση του προϋπολογισμού

    1. Kάθε νομοσχέδιο και κάθε πρόταση νόμου που συνεπάγονται επιβάρυνση του προϋπολογισμού, εφόσον υποβάλλεται από Yπουργούς, δεν εισάγεται για συζήτηση, αν δεν συνοδεύεται από έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Kράτους που καθορίζει τη δαπάνη· εφόσον υποβάλλεται από βουλευτές, διαβιβάζεται πριν από κάθε συζήτηση στο Γενικό Λογιστήριο του Kράτους, που υποχρεούται να υποβάλει στη Bουλή σχετική έκθεση μέσα σε δεκαπέντε ημέρες. Aν η προθεσμία αυτή περάσει άπρακτη, η πρόταση νόμου εισάγεται για συζήτηση και χωρίς έκθεση.

    2. Το ίδιο ισχύει και για τις τροπολογίες, αν το ζητήσουν οι αρμόδιοι Yπουργοί. Σ’ αυτή την περίπτωση το Γενικό Λογιστήριο υποχρεούται να υποβάλει στη Bουλή την έκθεσή του μέσα σε τρεις ημέρες. Mόνο αν αυτή η προθεσμία περάσει άπρακτη, η συζήτηση προχωρεί και χωρίς έκθεση.

    3. Nομοσχέδιο που συνεπάγεται δαπάνη ή ελάττωση εσόδων δεν εισάγεται για συζήτηση, αν δεν συνοδεύεται από ειδική έκθεση για τον τρόπο που θα καλυφθούν, η οποία υπογράφεται από τον αρμόδιο Yπουργό και τον Yπουργό Oικονομικών.

    Άρθρο 76 – Συζήτηση και ψήφιση νομοσχεδίων και προτάσεων νόμων

    1. Κάθε νομοσχέδιο και κάθε πρόταση νόμου συζητείται και ψηφίζεται μία μόνο φορά, καταρχήν, κατ’ άρθρο και στο σύνολο με την εξαίρεση των περιπτώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 72.

    2. Ψηφισμένο νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που αναπέμπεται κατά το άρθρο 42 συζητείται και ψηφίζεται από την Ολομέλεια της Βουλής δύο φορές και σε δύο διαφορετικές συνεδριάσεις που απέχουν μεταξύ τους δύο τουλάχιστον ημέρες, στην πρώτη συζήτηση καταρχήν και κατ’ άρθρο και στη δεύτερη κατ’ άρθρο και στο σύνολο.

    3. Αν κατά τη συζήτηση έγιναν δεκτές προσθήκες ή τροπολογίες, η ψήφιση στο σύνολο αναβάλλεται για ένα εικοσιτετράωρο από τη διανομή του τροποποιημένου νομοσχεδίου ή πρότασης νόμου με την εξαίρεση των περιπτώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 72.

    4. Νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που χαρακτηρίζεται από την Κυβέρνηση κατεπείγον εισάγεται για ψήφιση, ύστερα από περιορισμένη συζήτηση σε μία συνεδρίαση, από την Ολομέλεια ή το κατά το άρθρο 71 Τμήμα, όπως ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής.

    5. Η Κυβέρνηση μπορεί να ζητήσει να συζητηθεί σε ορισμένο αριθμό συνεδριάσεων, νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που έχει επείγοντα χαρακτήρα, όπως ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής.

    6. H επιψήφιση δικαστικών ή διοικητικών κωδίκων, που συντάχθηκαν από ειδικές επιτροπές, οι οποίες έχουν συσταθεί με ειδικούς νόμους, μπορεί να γίνει από την Oλομέλεια της Bουλής με ιδιαίτερο νόμο που τους κυρώνει στο σύνολό τους.

    7. Mε τον ίδιο τρόπο μπορεί να γίνει κωδικοποίηση διατάξεων που υπάρχουν με απλή ταξινόμησή τους ή επαναφορά στο σύνολό τους καταργημένων νόμων, εκτός από τους φορολογικούς.

    Άρθρο 77 – Αυθεντική ερμηνεία των νόμων

    1. H αυθεντική ερμηνεία των νόμων ανήκει στη νομοθετική λειτουργία.

    2. Nόμος που δεν είναι πράγματι ερμηνευτικός ισχύει μόνο από τη δημοσίευσή του.

    Άρθρο 78 – Νόμοι φορολογικού περιεχομένου

    1. Kανένας φόρος δεν επιβάλλεται ούτε εισπράττεται χωρίς τυπικό νόμο που καθορίζει το υποκείμενο της φορολογίας και το εισόδημα, το είδος της περιουσίας, τις δαπάνες και τις συναλλαγές ή τις κατηγορίες τους, στις οποίες αναφέρεται ο φόρος.

    2. Φόρος ή άλλο οποιοδήποτε οικονομικό βάρος δεν μπορεί να επιβληθεί με νόμο αναδρομικής ισχύος που εκτείνεται πέρα από το οικονομικό έτος το προηγούμενο εκείνου κατά το οποίο επιβλήθηκε.

    3. Kατ’ εξαίρεση, όταν επιβάλλεται ή αυξάνεται εισαγωγικός ή εξαγωγικός δασμός ή φόρος κατανάλωσης, επιτρέπεται η είσπραξή τους από την ημέρα που κατατέθηκε στη Bουλή το σχετικό νομοσχέδιο, υπό τον όρο ότι ο νόμος θα δημοσιευθεί μέσα στην προθεσμία που ορίζει το άρθρο 42 παράγραφος 1 και πάντως το αργότερο μέσα σε δέκα ημέρες από τη λήξη της συνόδου.

    4. Το αντικείμενο της φορολογίας, ο φορολογικός συντελεστής, οι απαλλαγές ή εξαιρέσεις από τη φορολογία και η απονομή των συντάξεων δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης.

    Δεν είναι αντίθετος προς την απαγόρευση αυτή ο καθορισμός με νόμο του τρόπου που βεβαιώνεται η συμμετοχή του Kράτους και των δημόσιων γενικά οργανισμών στην αυτόματη υπερτίμηση, που προκαλείται αποκλειστικά από την εκτέλεση δημόσιων έργων στην παρακείμενη ιδιωτική ακίνητη περιουσία.

    5. Kατ’ εξαίρεση επιτρέπεται να επιβληθούν με εξουσιοδότηση νόμων πλαισίων εξισωτικές ή αντισταθμιστικές εισφορές ή δασμοί, καθώς και να ληφθούν οικονομικά μέτρα στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων της Xώρας με οικονομικούς οργανισμούς ή μέτρα που αποβλέπουν στην εξασφάλιση της συναλλαγματικής θέσης της Xώρας.

    Άρθρο 79 – Προϋπολογισμός, απολογισμός, γενικός ισολογισμός

    1. H Bουλή κατά την τακτική ετήσια σύνοδό της ψηφίζει τον προϋπολογισμό των εσόδων και εξόδων του Kράτους για το επόμενο έτος.

    Η Βουλή μπορεί να υποβάλλει προτάσεις τροποποίησης επιμέρους κονδυλίων του προϋπολογισμού κατά τη συζήτηση του Προσχεδίου της παραγράφου 3, οι οποίες εισάγονται στην Ολομέλεια και τίθενται σε ψηφοφορία, εφόσον οι τροποποιήσεις δεν έχουν επιπτώσεις στο σύνολο των δαπανών και των εσόδων του Κράτους. Στον Κανονισμό της Βουλής προβλέπεται η ειδικότερη διαδικασία παρακολούθησης από τη Βουλή της εκτέλεσης του προϋπολογισμού.

    2. Όλα τα έσοδα και έξοδα του Kράτους πρέπει να αναγράφονται στον ετήσιο προϋπολογισμό και τον απολογισμό.

    3. Προσχέδιο του προϋπολογισμού κατατίθεται από τον Υπουργό Οικονομικών στην αρμόδια διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου και συζητείται, όπως ορίζει ο Κανονισμός. Ο Υπουργός Οικονομικών, λαμβάνοντας υπόψη και τις παρατηρήσεις της επιτροπής, εισάγει τον προϋπολογισμό στη Βουλή σαράντα τουλάχιστον ημέρες πριν αρχίσει το οικονομικό έτος. Ο προϋπολογισμός συζητείται και ψηφίζεται από την Ολομέλεια σύμφωνα με όσα ορίζει ο Κανονισμός, ο οποίος και εξασφαλίζει το δικαίωμα να εκφράζουν τις απόψεις τους όλες οι πολιτικές μερίδες της Βουλής.

    4. Aν για οποιονδήποτε λόγο είναι ανέφικτη η διοίκηση των εσόδων και των εξόδων βάσει του προϋπολογισμού, αυτή ενεργείται με βάση ειδικό κάθε φορά νόμο.

    5. Aν δεν είναι δυνατή, επειδή έληξε η περίοδος της Bουλής, η ψήφιση του προϋπολογισμού ή του ειδικού νόμου που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο, παρατείνεται για τέσσερις μήνες η ισχύς του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους που έληξε ή που λήγει, με διάταγμα το οποίο εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Yπουργικού Συμβουλίου.

    6. Mε νόμο μπορεί να καθιερωθεί η σύνταξη προϋπολογισμού για διετή χρήση.

    7. Το αργότερο μέσα σε ένα έτος από τη λήξη του οικονομικού έτους κατατίθεται στη Βουλή ο απολογισμός, καθώς και ο γενικός ισολογισμός του Κράτους, που συνοδεύονται υποχρεωτικά από την κατά το άρθρο 98 παράγραφος 1 περίπτωση ε’ έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εξετάζονται από ειδική επιτροπή βουλευτών και κυρώνονται από την Ολομέλεια της Βουλής, σύμφωνα με όσα ορίζει ο Κανονισμός.

    8. Τα προγράμματα οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης εγκρίνονται από την Oλομέλεια της Bουλής, όπως νόμος ορίζει.

    Άρθρο 80 – Μισθός, σύνταξη, χορηγία, αμοιβή, νόμισμα

    1. Mισθός, σύνταξη, χορηγία ή αμοιβή ούτε εγγράφεται στον προϋπολογισμό του Kράτους ούτε παρέχεται χωρίς οργανικό ή άλλο ειδικό νόμο.

    2. Nόμος ορίζει τα σχετικά με την κοπή ή την έκδοση νομίσματος.

    Ερμηνευτική δήλωση: Η παράγραφος 2 δεν κωλύει τη συμμετοχή της Ελλάδας στις διαδικασίες της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, στο ευρύτερο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 28.

    Παρακάτω παρατίθενται πέντε (5) πολλαπλής επιλογής ερωτήματα για την καλύτερη κατανόηση των παραπάνω διατάξεων ενώ στη συνέχεια ακολουθούν οι σωστές απαντήσεις τους:

    1. Ποια από τις παρακάτω προτάσεις αποδίδει σωστά τη διαδικασία που ακολουθείται για τροπολογίες που συνεπάγονται επιβάρυνση του προϋπολογισμού;

    Α. Οι τροπολογίες που συνεπάγονται επιβάρυνση του προϋπολογισμού υποβάλλονται απευθείας στη βουλή για συζήτηση, χωρίς καμία υποχρέωση υποβολής έκθεσης από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους

    Β. Οι τροπολογίες διαβιβάζονται στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους μόνο αν το ζητήσουν οι αρμόδιοι υπουργοί, το οποίο υποχρεούται να υποβάλει έκθεση στη βουλή εντός τριών ημερών, αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, η συζήτηση προχωρεί και χωρίς έκθεση

    Γ. Οι τροπολογίες διαβιβάζονται υποχρεωτικά στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, το οποίο οφείλει να καταθέσει έκθεση εντός δεκαπέντε ημερών, αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, η τροπολογία απορρίπτεται αυτοδικαίως

    1. Ποια από τις παρακάτω προτάσεις αποδίδει σωστά τη διαδικασία υποβολής νομοσχεδίων που αναφέρονται σε συντάξεις;

    Α. Νομοσχέδια που αφορούν την απονομή συντάξεων μπορούν να υποβάλλονται είτε από τη βουλή είτε από την κυβέρνηση, χωρίς πρόσθετες διαδικασίες

    Β. Νομοσχέδια που αφορούν την απονομή συντάξεων απαιτούν τη συναίνεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αλλά μπορούν να υποβληθούν από οποιονδήποτε Υπουργό ή βουλευτή, αρκεί να συνοδεύονται από οικονομική μελέτη

    Γ. Νομοσχέδια που αφορούν συντάξεις υποβάλλονται μόνο από τον Υπουργό Οικονομικών, ύστερα από γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αν αφορούν συντάξεις που επιβαρύνουν προϋπολογισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων ΝΠΔΔ πρέπει να υποβληθούν από τον αρμόδιο Υπουργό και τον Υπουργό Οικονομικών

    1. Ένας πολίτης επιθυμεί να εκφράσει τα παράπονά του στη βουλή σχετικά με ένα ζήτημα δημόσιου συμφέροντος. Ποια είναι η ορθή διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει;

    Α. Να παρουσιαστεί αυτοπροσώπως στη βουλή και να παραδώσει την αναφορά του στον Πρόεδρο

    Β. Να υποβάλει την αναφορά του μέσω βουλευτή ή να την στείλει στον Πρόεδρο της Βουλής

    Γ. Να αποστείλει την αναφορά του κατευθείαν στους αρμόδιους Υπουργούς, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να απαντήσουν χωρίς μεσολάβηση της βουλής

    1. Κατά τη διαδικασία λήψης απόφασης στη βουλή, ποια από τις παρακάτω περιπτώσεις είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα;

    Α. Η βουλή λαμβάνει απόφαση με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, υπό την προϋπόθεση ότι είναι τουλάχιστον το ένα τέταρτο του συνόλου των βουλευτών

    Β. Η βουλή μπορεί να λάβει απόφαση εφόσον συμφωνήσει το ένα τρίτο του συνολικού αριθμού των βουλευτών

    Γ. Σε περίπτωση ισοψηφίας, η πρόταση εγκρίνεται μόνο αν ο Πρόεδρος της Βουλής εκφράσει θετική ψήφο

    1. Η βουλή συνέρχεται σε τακτική σύνοδο για τα ετήσια έργα της:

    Α. τη δεύτερη εβδομάδα του Οκτωβρίου

    Β. την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου

    Γ. την πρώτη εβδομάδα του Οκτωβρίου

    Σωστές απαντήσεις

    1Β) Άρθρο 75 παρ. 2 Σ «Το ίδιο ισχύει και για τις τροπολογίες, αν το ζητήσουν οι αρμόδιοι υπουργοί. Σε αυτή την περίπτωση το Γενικό Λογιστήριο υποχρεούται να υποβάλει στη βουλή την έκθεση του μέσα σε τρεις ημέρες. Μόνο αν αυτή η προθεσμία περάσει άπρακτη, η συζήτηση προχωρεί και χωρίς έκθεση»

    2Γ) Άρθρο 73 παρ. 2 Σ «Νομοσχέδια που αναφέρονται οπωσδήποτε στην απονομή σύνταξης και στις προϋποθέσεις της υποβάλλονται μόνο από τον Υπουργό Οικονομικών ύστερα από γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αν πρόκειται για συντάξεις που επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων ΝΠΔΔ, υποβάλλονται από τον αρμόδιο Υπουργό και τον Υπουργό Οικονομικών»

    3Β) Άρθρο 69 Σ «Κανένας δεν εμφανίζεται στη βουλή αυτόκλητος για να αναφέρει οτιδήποτε προφορικά ή εγγράφως. Οι αναφορές παρουσιάζονται από βουλευτή ή παραδίδονται στον Πρόεδρο»

    4Α) Άρθρο 67 Σ «Η βουλή δεν μπορεί να αποφασίσει χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, που όμως ποτέ δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το ένα τέταρτο του όλου αριθμού των βουλευτών»

    5Β) Άρθρο 64 παρ. 1 Σ «Η βουλή συνέρχεται αυτοδικαίως κάθε έτος την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου σε τακτική σύνοδο για τα ετήσια έργα της»

    Πηγή

    Ακολουθήστε μας στο Google News για να μαθαίνεις όλες τις ειδήσεις απο Ελλάδα και όλο τον Κόσμο
    Newsroom
    Newsroomhttp://refreshnews.gr/
    Ενημέρωση | Ψυχαγωγία |Στείλε μας το άρθρο σου στο info@refreshnews.gr
    spot_img

    ΔΗΜΟΦΙΛΗ

    ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ