Η δίκη για την τραγωδία στο Μάτι, που κόστισε τη ζωή σε 104 ανθρώπους τον Ιούλιο του 2018, έφτασε σε μια ιστορική απόφαση, προκαλώντας έντονα συναισθήματα και αντιδράσεις. Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων έκρινε ενόχους και διέταξε την άμεση έκτιση ποινής για τέσσερις εκ των βασικών κατηγορουμένων, αναγνωρίζοντας τις σοβαρές παραλείψεις που οδήγησαν στην καταστροφή. Η απόφαση αυτή σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα στην απόδοση δικαιοσύνης για τα θύματα και τις οικογένειές τους, οι οποίες επί χρόνια ζητούσαν απαντήσεις και λογοδοσία.
Το δικαστήριο ανακοίνωσε την άμεση φυλάκιση για τους Σωτήρη Τερζούδη (πρώην αρχηγό Πυροσβεστικής), Βασίλη Ματθαιόπουλο (πρώην υπαρχηγό), Ιωάννη Φωστιέρη (πρώην διοικητή Ενιαίου Συντονιστικού Κέντρου) και Ιωάννη Καπάκη (πρώην γενικό γραμματέα Πολιτικής Προστασίας). Για τους τέσσερις αυτούς κατηγορούμενους, το δικαστήριο δεν χορήγησε αναστολή ούτε μετατροπή της ποινής, αιτιολογώντας την απόφασή του με την «ύποπτη τέλεση νέων αδικημάτων». Ο καθένας τους καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλάκισης 340 ετών, εκτιτέα τα 5 έτη.
Για τους υπόλοιπους κατηγορούμενους, μέλη της Πυροσβεστικής αλλά και τον κάτοικο που κατηγορείται για την έναρξη της φωτιάς, το δικαστήριο αποφάσισε τη μετατροπή των ποινών τους σε χρηματική, προς δέκα ευρώ ημερησίως. Οι ποινές για αυτούς κυμαίνονται από 238 έτη (εκτιτέα τα 5) για αξιωματικούς όπως οι Χρήστος Γκολφίνος, Φίλιππος Παντελεάκος, Δαμιανός Παπαδόπουλος, Νικόλαος Παναγιωτόπουλος και Χαράλαμπος Χιώνης, μέχρι 3 χρόνια εξαγοράσιμα για τον Κωνσταντίνο Αγγελόπουλο. Η εισαγγελέας της έδρας, κ. Περιμένη, αιτιολόγησε την πρότασή της για άμεση έκτιση ποινής στους τέσσερις, δηλώνοντας πως «πρέπει να αποτραπούν στο μέλλον άλλες επιπόλαιες πράξεις» και τονίζοντας ότι «ουδείς εξ αυτών έχει αναγνωρίσει το μέγεθος των πράξεων και των παραλείψεών τους για τον κόσμο που ήταν ταγμένοι να προστατεύουν». Αντιθέτως, για τους υπόλοιπους αξιωματικούς, η εισαγγελέας εκτίμησε ότι «σήκωσαν στο πεδίο όλο το φορτίο», προτείνοντας τη μετατροπή της ποινής τους. Για τον κάτοικο της Πεντέλης, προτάθηκε αναστολή λόγω λόγων υγείας και ηλικίας.
Από τις αποδοκιμασίες στα δάκρυα ανακούφισης
Η ατμόσφαιρα στην αίθουσα του δικαστηρίου ήταν ιδιαίτερα φορτισμένη. Κατά την αποχώρηση των καταδικασθέντων, οι συγγενείς των θυμάτων ξέσπασαν σε έντονες αποδοκιμασίες, φωνάζοντας ρυθμικά και χειροκροτώντας παρατεταμένα στο άκουσμα του ονόματος «Λιότσιος». Η αναφορά στον Δημήτρη Λιότσιο, τον αξιωματικό της Πυροσβεστικής που υπήρξε δικαστικός πραγματογνώμονας και κατήγγειλε αφόρητες πιέσεις για αλλοίωση των πορισμάτων του, αποτέλεσε μια πράξη ύψιστου συμβολισμού, αναγνωρίζοντας τον καθοριστικό του ρόλο στην αποκάλυψη των εγκληματικών παραλείψεων.
Νωρίτερα, η ανακοίνωση της απόφασης προκάλεσε δάκρυα ανακούφισης σε πολλούς παρευρισκόμενους, οι οποίοι αγκαλιάζονταν μεταξύ τους, εκφράζοντας την ικανοποίησή τους για την απόδοση δικαιοσύνης. Ωστόσο, δεν έλειψαν οι κραυγές οργής και απόγνωσης. Μια μητέρα θύματος φώναξε «μια συγγνώμη βρε παιδιά, μια συγγνώμη», ενώ άλλοι από το ακροατήριο ούρλιαζαν «καταραμένοι να είστε στη φυλακή». Η εισαγγελέας εξέφρασε τη συμπαράστασή της λέγοντας «μακάρι να μπορούσα να κάνω κάτι περισσότερο», λαμβάνοντας την αποστομωτική απάντηση: «Οι νεκροί παραμένουν νεκροί».
Μαρτυρίες που συγκλονίζουν: Το «γιατί» των θυμάτων
Η Περσεφόνη Ζυγομαλά, μέλος του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων και επιζώσα, κόρη του αδικοχαμένου μουσικού και πάλαι ποτέ συνοδοιπόρου του Νικόλα Άσιμου, Χρήστου Ζυγομαλά, εξέφρασε την ευχή «να υπάρχουν άνθρωποι σαν τον κύριο Λιότσιο σε τέτοιες θέσεις και να μην ξανασυμβεί ποτέ ξανά». Η μητέρα της, που έχασε τη δική της μητέρα και τον σύζυγό της στην πυρκαγιά, ενώ η Περσεφόνη γλίτωσε κολυμπώντας πέντε ώρες, τόνισε την έλλειψη βοήθειας από τα σώματα ασφαλείας: «Πού ήτανε το λιμενικό, το λιμενικό να έχει άνθρωπο στη θάλασσα και το λιμενικό να κάθεται. Πού ήτανε οι αστυνομία, πού ήτανε τα σώματα ασφαλείας; Και ήμαστε τόσες ώρες αβοήθητοι μέσα στη θάλασσα».
Η ίδια υπογράμμισε ότι, παρότι η δικαιοσύνη έκανε ένα βήμα, δεν ήταν αρκετό, καθώς, όπως ανέφερε, «λείπαν οι αυτοδιοικητικοί που ευθύνονται πρωτίστως και από την προανάκριση που αθωώθηκαν τελείως». Η έκκλησή της ήταν σαφής: «Εύχομαι να μπορέσει έστω να μπει ένα λιθαράκι με αυτή τη δίκη, αυτή τη εθνική δίκη που ούτε τα κανάλια έχουν αναφέρει. Κανένας δεν ξέρει τρία χρόνια που είμαστε κάθε μέρα μέσα σε αυτές τις αίθουσες και ήταν μόνο εμείς. Έστω, γιατί τα πάντα με πολύ μόχθο κατακτώνται στην Ελλάδα μας και πολύ αίμα, ένα στοπ να μπει σε μια διασταύρωση έχει χυθεί πολύ αίμα πρώτα για να μπει αυτό το στοπ. Εύχομαι να μην υπάρξουν άλλα και να δικαιωθούν οι δικοί μας άνθρωποι που μας λείπουν πάρα πολύ και μας αλλάξανε τις ζωές, αλλάξανε οι ζωές μας τελείως με αυτά τα γεγονότα». Η απόφαση αυτή, αν και πικρή για τους καταδικασθέντες, αποτελεί ένα σημαντικό μήνυμα προς κάθε υπεύθυνο, ότι η ανθρώπινη ζωή και η ασφάλεια των πολιτών πρέπει να είναι πάνω απ’ όλα.
Δίκη για το Μάτι: Καταδίκες, δάκρυα και χειροκροτήματα