Οι ανισότητες στην υγεία υπήρχαν παντού στον κόσμο και πάντα, σε όλη την ιστορία.
Στην αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή εποχή, το προσδόκιμο ζωής ήταν περίπου 20 με 35 χρόνια, σύμφωνα με εκτιμήσεις από επιτύμβιες στήλες αρχόντων. Την ίδια περίοδο, δεν γίνεται καμία αναφορά στη διάρκεια ζωής των σκλάβων και των κατώτερων κοινωνικών τάξεων.
Κατά τη διάρκεια της βιομηχανικής επανάστασης οι άνθρωποι της εργατικής τάξης ζούσαν πιο σύντομη και ανθυγιεινή ζωή από τις πιο εύπορες τάξεις. Ο Sir Edwin Chadwick, στο 1.842 English Sanitary Report του, διαπίστωσε ότι στο αστικό Liverpool ο μέσος όρος ηλικίας θανάτου για τους επαγγελματίες ήταν τα 55 έτη, για τους αγρότες τα 22 και για τους μηχανικούς/εργάτες ήταν μόνο 15 έτη, δηλαδή μια τεράστια απόκλιση μέχρι και 40 ετών.
Περί το 2000, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανακήρυξαν τη μείωση των ανισοτήτων στον τομέα υγείας, μεταξύ και εντός των εθνών, ως έναν από τους πρωταρχικούς στόχους τους.
Όμως παρά τη σημαντική βελτίωση της κατάστασης της υγείας των πληθυσμών σε όλο τον κόσμο, οι ανισότητες υγείας μεταξύ πλουσιότερων και φτωχότερων εθνών, καθώς και μεταξύ διαφορετικών κοινωνικοοικονομικών τάξεων σε κάθε έθνος, παρέμειναν στατικές, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις διευρύνθηκαν.
Τα παραπάνω επεσήμανε ο καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και διευθυντής του MBA Health του ΕΚΠΑ Γιάννης Υφαντόπουλος, μιλώντας στο in.gr για την άσκηση των δικαιωμάτων των ασθενών, με αφορμή τη φετινή Παγκόσμια Ημέρα Υγείας.
Οι ανισότητες στην υγεία είναι πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά απαράδεκτες. Είναι επίσης άδικες
Εντυπωσιακές οι ανισότητες διεθνώς
Όπως τόνισε ο καθηγητής, η γενική εικόνα του συνολικού πληθυσμού σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση Υγείας του 2022 καταδεικνύει την ύπαρξη εντυπωσιακών ανισοτήτων μεταξύ των εθνών.
Το προσδόκιμο ζωής στην Ευρώπη είναι 78,2 χρόνια (75,1 άντρες, 81,3 γυναίκες) και στην Αφρική 64,5 χρόνια (62,4 άνδρες, 66,6 γυναίκες).
Αυτό είναι ένα χάσμα υγείας 13,7 ετών (12,7 άνδρες, 14,7 γυναίκες).
Οι ανισότητες στον τομέα της υγείας είναι επίσης εμφανείς σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη μέλη, τις περιφέρειες και τις κοινωνικοοικονομικές ομάδες.
Εδώ είναι ένα χάσμα 12 ετών στο προσδόκιμο ζωής για τους άνδρες σε ολόκληρη την ΕΕ (δηλαδή, από 79,8 χρόνια στην Ιταλία σε 68,0 στη Λιθουανία) και ένα χάσμα 8 ετών για τις γυναίκες (δηλαδή, από 85,3 στη Γαλλία σε 77,4 στη Βουλγαρία).
Ζήτημα ηθικής
Ο καθηγητής, αναφερόμενος στις πολιτικές μείωσης των ανισοτήτων, σημείωσε ότι «ο Αριστοτέλης στη Νικομάχεια Ηθική του, τονίζει τη σημασία της ισότητας ως ηθικού ζητήματος και διακρίνει μεταξύ της «διανεμητικής δικαιοσύνης» και της «διορθωτικής αρχής» της κυβερνητικής παρέμβασης για τη μείωση των ανισοτήτων.
Ο Sir Marmot αντίστοιχα, σε έκθεση του ΠΟΥ, αναγνώρισε ότι «οι ανισότητες στην υγεία είναι πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά απαράδεκτες. Είναι επίσης άδικες και η προώθηση της ισότητας στον τομέα της υγείας είναι απαραίτητη για τη βιώσιμη ανάπτυξη των ευρωπαϊκών συστημάτων υγείας».
Η τεκμηρίωση και η μείωση των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας αποτελεί πρωταρχικό στόχο των πολιτικών για τη δημόσια υγεία».
Ένας μεγάλος όγκος ερευνών έχει διεξαχθεί από επιδημιολόγους, οικονομολόγους, κλινικούς γιατρούς, κοινωνιολόγους και ειδικούς στη δημόσια υγεία, που αναλύουν τις κοινωνικές, ψυχολογικές, οικονομικές και δημογραφικές πτυχές των ανισοτήτων στην υγεία.
Οι περισσότερες έρευνες έχουν επικεντρωθεί κυρίως σε συγκεντρωτικούς αντικειμενικούς δείκτες υγείας όπως η θνησιμότητα, η νοσηρότητα και το προσδόκιμο ζωής. Στη βιβλιογραφία, η έρευνα για τα αναφερόμενα αποτελέσματα των ασθενών, όπως η ποιότητα ζωής που σχετίζεται με την υγεία (HRQoL), γίνεται όλο και πιο συχνή, όσο αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής και τα άτομα ζουν περισσότερο με χρόνιες παθήσεις.
Η Ελλάδα σε κρίση
«Μελέτη που πραγματοποιήσαμε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών σε δείγμα 4.177 νεαρών ατόμων στην Ελλάδα, εστιάζουμε στη μέτρηση των ανισοτήτων στην ποιότητα ζωής που σχετίζεται με την υγεία HRQoL στην Ελλάδα πριν και κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης», είπε ο κ. Υφαντόπουλος για να τονίσει το γενικό συμπέρασμα της μελέτης που έδειξε ότι «η οικονομική κρίση έφερε σημαντική επιδείνωση στην υγεία και την ποιότητα ζωής των Ελλήνων, διευρύνοντας την ψαλίδα των ανισοτήτων κατά 10,5% και μείωσε το δείκτη πέντε βασικών παραμέτρων ποιότητας ζωής κατά μέσο όρο 19,6%».
Πρόσθεσε όμως, ότι μεμονωμένα, σε κάθε μία από τις παραμέτρους ποιότητας ζωής, η επιβάρυνση ήταν δραματική. Συγκεκριμένα:
- Η κινητικότητα του πληθυσμού μειώθηκε κατά 66,8%.
- Η αυτοφροντίδα αυξήθηκε κατά 61%,
- Οι συνήθεις δραστηριότητες επηρεάστηκαν κατά 97,1%,
- Ο πόνος και η δυσφορία αυξήθηκαν κατά 65% και
- Το άγχος και η κατάθλιψη κατά 70,5%.
Σημαντικές μειώσεις στους δείκτες αυτούς, συνδέθηκαν επίσης με μεγαλύτερες ανισότητες στην παροχή υπηρεσιών υγείας ανάλογα με την ηλικία, το φύλο, το εισόδημα και το επίπεδο μόρφωσης.
Οι ανισότητες στους φτωχούς ήταν πάνω από 150% μεγαλύτερες, απ΄ ότι στους πλουσιότερους, ποσοστό που εντεινόταν κατά πολύ περισσότερο όταν μαζί με την οικονομική ένδεια, υπήρχε ταυτόχρονα και έλλειψη μόρφωσης.
Μάλιστα τα πράγματα ήταν σημαντικά καλύτερα στους μορφωμένους φτωχούς με τριτοβάθμια εκπαίδευση, η οποία μείωνε την ανισότητα κατά ένα τρίτο περίπου.
Οι ανισότητες που σχετίζονται με το επίπεδο εισοδήματος, ήταν κατά 222,3% αυξημένες στους πέντε παραπάνω δείκτες, αν και η προσωπική εκτίμηση των ασθενών «χαμήλωνε» το ποσοστό των εμποδίων στο 124,2%.
Δίκαιες πολιτικές
Ο κ. Υφαντόπουλος καταλήγοντας, τόνισε ότι «φιλοδοξία της μελέτης ήταν η ευαισθητοποίηση στο θέμα των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας με συγκεκριμένα στοιχεία, τα οποία μπορούν αργότερα να χρησιμοποιηθούν στη διαμόρφωση στοχευμένων και δίκαιων πολιτικών για την υγεία.
Η επένδυση στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας συμβάλλει σε μια πιο δίκαιη, ανθρώπινη και πιο δίκαιη κοινωνία με μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή και μεγαλύτερη παραγωγικότητα».