Η Διυπουργική Επιτροπή Ελέγχου Άμεσων Ξένων Επενδύσεων, μαζί με τον υπουργό Εξωτερικών, θα αποτελούν τα βασικά όργανα ελέγχου, αποφασίζοντας για την τύχη επενδύσεων που κρίνονται δυνητικά κρίσιμες για την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της χώρας.
Την εισήγηση για τη σύσταση, συγκρότηση και λειτουργία της Διυπουργικής Επιτροπής Ελέγχου Άμεσων Ξένων Επενδύσεων για λόγους ασφάλειας ή δημόσιας τάξης, σύμφωνα με τον νέο νόμο 5202/2025, πρόκειται να παρουσιάσει σήμερα στο Υπουργικό Συμβούλιο ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης. Η συνεδρίαση θα πραγματοποιηθεί υπό την προεδρία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.
Η Διυπουργική Επιτροπή Ελέγχου Άμεσων Ξένων Επενδύσεων, μαζί με τον υπουργό Εξωτερικών, θα αποτελούν τα βασικά όργανα ελέγχου, αποφασίζοντας για την τύχη επενδύσεων που κρίνονται δυνητικά κρίσιμες για την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της χώρας. Γραμματεία και συντονιστής της διαδικασίας αναλαμβάνει η Β1 Διεύθυνση Σχεδιασμού Εξωστρέφειας του υπουργείου Εξωτερικών, η οποία θα διατηρεί την επικοινωνία με τους ξένους επενδυτές και τα συναρμόδια υπουργεία.
Ο έλεγχος επενδύσεων θα πραγματοποιείται προ της ολοκλήρωσής τους, είτε ύστερα από αίτηση του επενδυτή είτε αυτεπάγγελτα, και αφορά ιδίως συμμετοχές σε επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας σε τομείς όπως η ενέργεια, οι μεταφορές, η υγεία, οι τεχνολογίες πληροφορικής και η ψηφιακή υποδομή.
Οι συμμετοχές που ξεπερνούν το 25% σε τέτοιες επιχειρήσεις ενεργοποιούν τον μηχανισμό ελέγχου, ενώ σε ιδιαιτέρως ευαίσθητους τομείς –όπως η άμυνα, η κυβερνοασφάλεια, η τεχνητή νοημοσύνη, οι λιμενικές υποδομές και οι τουριστικές επενδύσεις σε παραμεθόριες περιοχές– το κατώφλι ενεργοποίησης ορίζεται στο 10%.
Η διαδικασία προβλέπει αξιολόγηση των φακέλων εντός πέντε ημερών από την υποβολή τους, με την Επιτροπή να αποφασίζει εντός τριάντα ημερών είτε την απαλλαγή της επένδυσης από περαιτέρω έλεγχο είτε την έναρξη διεξοδικής έρευνας. Σε αυτή την περίπτωση, ενημερώνονται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., στο πλαίσιο εφαρμογής του Κανονισμού 2019/452. Εντός άλλων τριάντα ημερών, η Επιτροπή εισηγείται στον υπουργό Εξωτερικών την έγκριση ή απαγόρευση της επένδυσης, ενώ ο υπουργός έχει στη διάθεσή του έως 60 ημέρες για να αποφανθεί – διάστημα μετά την πάροδο του οποίου η επένδυση θεωρείται εγκεκριμένη, εφόσον δεν έχει ληφθεί απόφαση.
Σημαντική «καινοτομία» αποτελεί η δυνατότητα αυτεπάγγελτου ελέγχου σε περιπτώσεις όπου δεν έχει υποβληθεί αίτημα από τον επενδυτή, καθώς και η πρόσβαση της Β1 Διεύθυνσης σε κάθε αναγκαία πληροφορία, παρακάμπτοντας περιορισμούς απορρήτου, πλην του δικηγορικού.