Η αλλαγή αυτή αναμένεται να διευκολύνει τη λειτουργία της αγοράς και να ενισχύσει τη διεθνή παρουσία των ελληνικών αλκοολούχων ποτών μικρής παραγωγής.
Με νέα εγκύκλιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), ανοίγει ο δρόμος για τη διακίνηση αλκοολούχων προϊόντων μικρών ανεξάρτητων παραγωγών από τρίτα πρόσωπα, όπως έμποροι και διανομείς, διατηρώντας το δικαίωμα εφαρμογής μειωμένου Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ). Η ρύθμιση αυτή διευκολύνει σημαντικά την εμπορική δραστηριότητα μικρών οινοπαραγωγών, ζυθοποιών και αποσταγματοποιών, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αξιοποιούν επαγγελματίες του κλάδου για την προώθηση των προϊόντων τους, χωρίς να χάνεται το φορολογικό πλεονέκτημα που προβλέπεται από την ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία.
Η εγκύκλιος Ε2057 διευκρινίζει ότι τα αλκοολούχα προϊόντα τα οποία έχουν παραχθεί από μικρούς παραγωγούς μπορούν να διακινούνται εντός Ελλάδας ή και σε άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όχι απαραίτητα από τους ίδιους τους παραγωγούς, αλλά και από τρίτα πρόσωπα, υπό την προϋπόθεση ότι στα συνοδευτικά διοικητικά έγγραφα αναγράφονται συγκεκριμένα στοιχεία του παραγωγού. Αυτά περιλαμβάνουν είτε τον αριθμό του πιστοποιητικού που έχει εκδοθεί από την αρμόδια τελωνειακή αρχή, είτε – στην περίπτωση αυτοπιστοποίησης – τον αριθμό SEED ή ΑΦΜ του παραγωγού. Η ορθή καταγραφή αυτών των στοιχείων στα έγγραφα μεταφοράς (e-ΔΕ, e-ΑΔΕ) αποτελεί βασική προϋπόθεση για την απόδειξη ότι πρόκειται πράγματι για προϊόν μικρού παραγωγού και συνεπώς δικαιούται μειωμένου ΕΦΚ στο κράτος προορισμού.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο, οι σχετικές διατάξεις ενσωματώνουν τις πρόνοιες της ευρωπαϊκής οδηγίας 92/83/ΕΟΚ, η οποία προβλέπει τη χορήγηση ετήσιων πιστοποιητικών ή τη δυνατότητα αυτοπιστοποίησης από τους ίδιους τους παραγωγούς, ανάλογα με το νομικό πλαίσιο κάθε κράτους μέλους. Παράλληλα, προβλέπεται η αναγνώριση πιστοποιητικών που έχουν εκδοθεί από άλλες χώρες της ΕΕ, εφόσον δεν συντρέχουν σοβαροί λόγοι απόρριψης.
Η αλλαγή αυτή αναμένεται να διευκολύνει τη λειτουργία της αγοράς και να ενισχύσει τη διεθνή παρουσία των ελληνικών αλκοολούχων ποτών μικρής παραγωγής. Επιτρέπει στους μικρούς παραγωγούς να επικεντρωθούν στην παραγωγή, αφήνοντας τη διακίνηση σε επαγγελματίες του κλάδου, χωρίς απώλεια των φορολογικών πλεονεκτημάτων που απολαμβάνουν ως «ανεξάρτητοι μικροί παραγωγοί».
Τέλος, ενισχύεται και η διαφάνεια, καθώς καθίσταται υποχρεωτική η καταγραφή των σχετικών στοιχείων σε όλα τα διοικητικά έγγραφα που συνοδεύουν τη διακίνηση των προϊόντων.