Εναν χρόνο μετά την έκθεση Ντράγκι για το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, τα δεδομένα δείχνουν ότι οι επιχειρήσεις της ΕΕ συνεχίζουν να πληρώνουν πολύ ακριβά την ενέργεια.
Οι ευρωπαϊκές εταιρείες – συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών – εξακολουθούν να πληρώνουν πολύ περισσότερα για ενέργεια από ό,τι θα τους κόστιζε στις ΗΠΑ ή την Κίνα, σύμφωνα με νέα ανάλυση που έρχεται έναν χρόνο μετά την έκθεση Ντράγκι, η οποία προειδοποιούσε ότι η αδράνεια θα οδηγήσει την ήπειρο σε οικονομική στασιμότητα.
Τα ευρήματα έρχονται στην επέτειο της δημοσίευσης της έκθεσης του πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία διαπίστωνε ότι σε διεθνές επίπεδο η ΕΕ ήταν σε μειονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών της, λόγω της ακρίβειας σε ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο.
Σύμφωνα με τα νέα ευρήματα του think tank «Κέντρο για τη Μελέτη της Δημοκρατίας» (CSD), που θα παρουσιαστούν σήμερα Τρίτη στην Ουάσινγκτον, οι ευρωπαϊκές χώρες είναι πιο εκτεθειμένες σε σοκ τιμών ενέργειας, με τους σχετικούς δείκτες να έχουν αυξηθεί πάνω από πέντε φορές τα τελευταία τρία χρόνια.
Κίνδυνος οικονομικής προσιτότητας, σύγκριση 2015 – 2023
«Ένα χρόνο αφότου ο Ντράγκι ζήτησε ισχυρότερη αγορά ενέργειας στην ΕΕ, τα δεδομένα δείχνουν ότι οι κίνδυνοι προσιτότητας παραμένουν υψηλοί, με τις τιμές λιανικής να εξακολουθούν να είναι 40-70% υψηλότερες από τα επίπεδα πριν από την ενεργειακή κρίση, σε μεγάλο μέρος της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης», δήλωσε ο Μάρτιν Βλαντιμίροφ, ένας από τους συντάκτες της έκθεσης.
Η οικονομική προσιτότητα είναι μακράν η μεγαλύτερη απειλή για την ενεργειακή ανθεκτικότητα της ΕΕ.
«Επηρεάζει όχι μόνο την εμπιστοσύνη των πολιτών, αλλά και την ικανότητα των επιχειρήσεων να ανταγωνίζονται παγκοσμίως», προειδοποιεί η ανάλυση του CSD.
«Για να πετύχει η Ευρώπη στην επόμενη φάση της ενεργειακής της μετάβασης, πρέπει να διασφαλίσει ότι η καθαρή ενέργεια δεν είναι μόνο διαθέσιμη, αλλά προσβάσιμη και οικονομικά βιώσιμη για όλους», προσθέτει. Μάλιστα, η ανάλυση προειδοποιεί ότι υπάρχει κίνδυνος η ευπάθεια σε έναν τομέα να επεκταθεί και σε άλλους.
Εάν το ευρωπαϊκό μπλοκ δεν καταφέρει να αντιμετωπίσει το χάσμα ενεργειακής ασφάλειας μεταξύ των χωρών, υπάρχει κίνδυνος να εδραιωθεί η περιφερειακή ανισότητα και να υπονομευτούν η οικονομική του κυριαρχία και οι κλιματικοί του στόχοι, προειδοποιεί η έκθεση.
Στην έκθεση Ντράγκι τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ ανέφερε πως «οι εταιρείες της ΕΕ είναι αντιμέτωπες με τιμές ηλεκτρικής ενέργειας που είναι 2-3 φορές υψηλότερες από αυτές των ΗΠΑ. Οι τιμές του φυσικού αερίου είναι 4-5 φορές υψηλότερες. Αυτό το χάσμα τιμών οφείλεται κυρίως στην έλλειψη φυσικών πόρων στην Ευρώπη, αλλά και σε θεμελιώδη ζητήματα αναφορικά με την κοινή μας αγορά ενέργειας».
Μια βασική σύσταση ήταν ένα πρόγραμμα κρατικών και ιδιωτικών επενδύσεων σε γερασμένα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία οι ειδικοί προειδοποιούν ότι είναι αναποτελεσματικά και αποτελούν βασική πηγή πρόσθετου κόστους. Η έκθεση ζητούσε 584 δισεκατομμύρια ευρώ σε πρόσθετα κεφάλαια για υποδομές ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2030 – 2,29 τρισεκατομμύρια ευρώ έως το 2050.
Δεν είναι σαφές πόσα τελικά θα διατεθούν προς αυτή την κατεύθυνση, ωστόσο ο επίτροπος Ενέργειας και Στέγασης, Νταν Γιόργκενσεν, έχει αναλάβει τον σχεδιασμό της αναμόρφωσης των δικτύων της Ευρώπης, που θα παρουσιαστεί αργότερα φέτος.
Η ΕΕ επιμένει στο σχέδιό της για απεξάρτηση της ηπείρου από τη ρωσική ενέργεια έως το 2028, με νέους προμηθευτές να αυξάνουν την παραγωγή για να καλύψουν τη ζήτηση.
Γεωπολιτικός κίνδυνος, σύγκριση 2015-2023
Με πληροφορίες από Politico