Χρεωστικές οι 3 στις 4 φορολογικές δηλώσεις επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, μέχρι σήμερα έχουν υποβληθεί 136.750 δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος από νομικά πρόσωπα και οντότητες για το τρέχον έτος. Από τις δηλώσεις αυτές, το 74,53% είναι χρεωστικές, με συνολικό ποσό φόρου που ανέρχεται σε 1,197 δισ. ευρώ. Αντίθετα, μόλις το 6,65% είναι πιστωτικές, με επιστροφές φόρου που φτάνουν τα 199,3 εκατ. ευρώ, ενώ το 18,82% των δηλώσεων είναι μηδενικές.
Η εικόνα αυτή αναδεικνύει ένα χρόνιο πρόβλημα στη φορολογική βάση των ελληνικών επιχειρήσεων. Η μεγάλη πλειοψηφία των νομικών προσώπων παρουσιάζει ζημιογόνα ή εξαιρετικά χαμηλής κερδοφορίας αποτελέσματα. Σε πολλές περιπτώσεις, επιχειρήσεις δηλώνουν ετήσια καθαρά κέρδη χαμηλότερα ακόμα και από τον κατώτατο μισθό, ενώ παρατηρείται το παράδοξο εργοδότες ατομικών επιχειρήσεων να εμφανίζουν εισοδήματα μικρότερα από αυτά των υπαλλήλων τους. Το φαινόμενο εκτείνεται σε όλες τις εταιρικές μορφές – από Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες (ΙΚΕ) μέχρι Ανώνυμες Εταιρείες και Ομόρρυθμες ή Ετερόρρυθμες.
Η κατάσταση αυτή προκαλεί έντονο προβληματισμό στη φορολογική διοίκηση, καθώς ο φόρος που καταβάλλεται βασίζεται στα δηλωθέντα στοιχεία και στους περιορισμένους ελέγχους που μπορούν να πραγματοποιηθούν. Το αποτέλεσμα είναι ότι η συμβολή των επιχειρήσεων στα συνολικά φορολογικά έσοδα της χώρας παραμένει σημαντικά χαμηλότερη σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, παρά το ότι οι φορολογικοί συντελεστές δεν θεωρούνται υψηλοί.
Από την ανάλυση των στοιχείων προκύπτει ότι ένα μικρό ποσοστό επιχειρήσεων επωμίζεται το μεγαλύτερο βάρος του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων. Η συγκέντρωση αυτή επιβεβαιώνει την ύπαρξη δομικής ανισότητας στο φορολογικό σύστημα και αναδεικνύει τις δυσκολίες στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και της υποεκτίμησης εσόδων.
Η φορολογική διοίκηση επενδύει πλέον στην ενίσχυση των ελέγχων και στην ψηφιοποίηση των συναλλαγών, προσδοκώντας ότι η υποχρεωτική καταγραφή όλων των εσόδων και εξόδων μέσω της πλατφόρμας MyDATA, η γενίκευση του ηλεκτρονικού τιμολογίου, καθώς και η εφαρμογή εργαλείων όπως το ηλεκτρονικό πελατολόγιο και το ψηφιακό δελτίο αποστολής, θα οδηγήσουν σταδιακά σε πιο αξιόπιστα φορολογικά δεδομένα και μεγαλύτερη συμμόρφωση.