Η υπόθεση του Ελληνικού συνεχίζει να συγκλονίζει την κοινή γνώμη, καθώς η αιφνίδια απώλεια τριών μελών της οικογένειας Σιδηρόπουλου μέσα σε μόλις 13 ημέρες έχει προκαλέσει πλήθος ερωτημάτων, αλλά και μια σειρά από αποκαλύψεις που σκιαγραφούν ένα περίπλοκο και σκοτεινό παρασκήνιο.
Μιλώντας στην εκπομπή «Φως στο Τούνελ», στενή φίλη του Μιχάλη Σιδηρόπουλου αποκαλύπτει όσα έζησε τις τελευταίες ημέρες της ζωής του, περιγράφοντας με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες την κατάσταση της οικογένειας και τις περίεργες συνθήκες των θανάτων. Η ίδια θυμάται χαρακτηριστικά πως είχε τηλεφωνική επικοινωνία με την αδελφή του Μιχάλη, ενώ εκείνη νοσηλευόταν στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο. «Μου είπε: “Καλά που με πήρες, θέλω να σε δω”. Την επόμενη μέρα έμαθα ότι πήγε στο σπίτι της. Ξαναλιποθύμησε όμως και την μετέφεραν αλλού», λέει με φανερή αγωνία.
Προκειμένου να εντοπίσει το νέο νοσοκομείο, επικοινώνησε με τη γυναίκα που φρόντιζε την οικογένεια, η οποία, όμως, αρνήθηκε να απαντήσει και της έκλεισε το τηλέφωνο. Τελικά, μέσω του ΕΚΑΒ, έμαθε ότι η γυναίκα είχε μεταφερθεί στο Ασκληπιείο Βούλας. Εκεί, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, οι γιατροί την ενημέρωσαν πως η ασθενής είχε επανέλθει και οι ζωτικές της λειτουργίες ήταν σταθερές. Η ανατροπή, ωστόσο, ήρθε λίγο αργότερα. «Η κυρία που την πρόσεχε, μου είπε ότι πέθανε μόλις την έβγαλαν από την εντατική. Δεν πρόλαβε να μείνει καν στο δωμάτιο», ανέφερε συγκλονισμένη.
Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται και στα οικονομικά δεδομένα της οικογένειας. Η οικιακή βοηθός, η οποία είχε συνεχή παρουσία τόσο στο σπίτι όσο και στα νοσοκομεία, φαίνεται να είχε γνώση ακόμα και για τις τραπεζικές καταθέσεις. Η φίλη του Μιχάλη εκφράζει έντονο προβληματισμό: «Εργαζόταν full time στο ξενοδοχείο και παράλληλα πρόσεχε την οικογένεια. Η ίδια ισχυρίζεται ότι τον Φεβρουάριο δούλευε μόνο λίγες ώρες για καθαριότητα. Επίσης, είπε ότι εμείς κρατάμε τις κάρτες του Μιχάλη, το δίπλωμα, την ασφαλιστική του κάρτα και μια τραπεζική που, όπως ανέφερε, ήταν άδεια».
Με φόντο το θολό τοπίο γύρω από τους τρεις διαδοχικούς θανάτους, η ίδια μιλάει για την ακατανόητη αλληλουχία των γεγονότων. «Είναι αδιανόητο. Τρεις άνθρωποι να φεύγουν έτσι, μέσα σε λίγες ημέρες, και να συνοδεύονται από τόσα περίεργα περιστατικά», λέει χαρακτηριστικά.
Ο Μιχάλης Σιδηρόπουλος περιγράφεται από τους φίλους του ως ένας εξαιρετικά ευφυής άνθρωπος, με σημαντική περιουσία στον Καναδά. Φίλη του, εμφανώς φορτισμένη συναισθηματικά, μίλησε στο «Τούνελ» για τις δραματικές στιγμές λίγο πριν τον θάνατό του, για την απώλεια του κινητού του και την ανάγκη έκδοσης νέας SIM. «Εγώ κάθε μέρα κλαίω. Έχασα έναν φίλο που ήταν διάνοια. Δεν μπορούσε να μιλήσει, να υπογράψει, τίποτα. Παρ’ όλα αυτά, κάποιοι άρχισαν να φωνάζουν πως θέλουμε την υπογραφή του για τα ακίνητά του…», τονίζει, διαψεύδοντας κάθε υπόνοια οικονομικής εκμετάλλευσης.
Η ίδια επισημαίνει πως όλα τα περιουσιακά του στοιχεία βρίσκονταν στον Καναδά. «Στην Ελλάδα χρήματα είχαν μόνο η μητέρα και η αδελφή του. Εμείς δεν χρειαζόμασταν τίποτα. Είχαμε τα δικά μας. Το μόνο που θέλαμε ήταν να τον βοηθήσουμε», δηλώνει με έμφαση.
Οι φίλοι του Μιχάλη ήταν μάλιστα διατεθειμένοι να καλύψουν τα έξοδα της ταφής του και ζητούσαν να γίνει νεκροψία, ώστε να αποσαφηνιστούν τα αίτια του θανάτου. Ωστόσο, χωρίς την παρουσία συγγενών, κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατό. «Μαζέψαμε τα χρήματα, ήμασταν έτοιμοι να τον κηδέψουμε. Ας αποφασίσει τώρα ο εισαγγελέας τι πρέπει να γίνει», υπογράμμισε η φίλη του.
Στο μεταξύ, η υπόθεση πήρε νέα τροπή, όταν δύο συγγενείς επικοινώνησαν με την εκπομπή. Πρόκειται για πρώτα ξαδέλφια της οικογένειας από την πλευρά της μητέρας. Ο πρώτος εξ αυτών δήλωσε πως πληροφορήθηκε για τους θανάτους από την τηλεόραση και ένιωσε σοκ. «Τρεις άνθρωποι να πεθαίνουν έτσι, σε 13 μέρες; Δεν είναι λογικό. Τους είχα δει για τελευταία φορά πριν από 35 χρόνια…», λέει, επισημαίνοντας πως τώρα είναι σε επαφή με νομικό για τις απαιτούμενες ενέργειες.
Αντίστοιχα και ο δεύτερος ξάδερφος, που διαμένει στην Αθήνα, επιβεβαιώνει πως εκείνος και ο πρώτος του ξάδερφος είναι οι μοναδικοί συγγενείς. «Η μητέρα μου ήταν αδελφή της Κατερίνας. Από τότε που ήρθε στην κηδεία του πατέρα μου και βοήθησε, χαθήκαμε. Ήταν μια μοναχική οικογένεια».
Οι συγγενείς εκφράζουν απορία για το πώς δεν σφραγίστηκε το σπίτι μετά τους θανάτους και για τη στάση της οικιακής βοηθού. «Δεν είναι δυνατόν, μετά τον θάνατο, να μπαινοβγαίνει στο σπίτι με φίλους και να παίρνει πράγματα. Δεν γίνεται να μη χυθεί φως. Ευτυχώς που δεν πρόλαβαν να ταφούν οι σοροί, όπως φέρεται να επιδίωκε η αλλοδαπή που “αγαπούσε” την οικογένεια», δηλώνει εμφανώς φορτισμένος.