Είπε επίσης πως δεν μοιραζόταν τα θέματα και τις υποθέσεις που ως δημοσιογράφος χειριζόταν ούτε με την ίδια ούτε με συναδέλφους του και πως για τα ρεπορτάζ του «επικοινωνούσε με όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές, υπουργείο, αξιωματικούς, ποινικούς κλπ. και όλοι ήταν πηγές του».
Περιγράφοντας, κατόπιν ερώτησης του προέδρου, την καθημερινότητα του δημοσιογράφου, η μάρτυρας αναφέρθηκε σε μία ρουτίνα που ξεκινούσε από το νωρίς το πρωί οπότε ο Καραϊβάζ ασχολιόταν με το ιστολόγιο που είχε και συνεχιζόταν με την εργασία του σε τηλεοπτικό σταθμό από όπου έφευγε λίγο πριν τις 2 το μεσημέρι και συνήθως έφθανε σπίτι είτε γύρω στις 2:15 είτε κατά τις 3:00.
«Εκείνη τη μέρα 2 παρά 10 με πήρε, ήμουν σπίτι με το γιο μας. Κανονικά θα πηγαίναμε στο Μαρούσι, γι αυτό με ρώτησε “πού σας βρίσκω;”. Κατά τις 2:20 με κάλεσε ο συνδικαλιστής αστυνομικός Γιώργος Καλλιακμάνης και με ρώτησε αν είμαστε καλά. Κατάλαβα ότι κάτι συμβαίνει… Είδα τον κόσμο (να μαζεύεται έξω από το σπίτι) και κατέβηκα κάτω… Ήταν άξιος άνθρωπος. .» είπε κλαίγοντας η χήρα του δημοσιογράφου.