Τετάρτη, 26 Μαρτίου, 2025
More

    Η δύσκολη εξίσωση της φορολογικής κλίμακας – Περιορισμένα περιθώρια για ελαφρύνσεις και προσαρμογές

    Η δύσκολη εξίσωση της φορολογικής κλίμακας – Περιορισμένα περιθώρια για ελαφρύνσεις και προσαρμογές

    Η δύσκολη εξίσωση της φορολογικής κλίμακας – Περιορισμένα περιθώρια για ελαφρύνσεις και προσαρμογές

    Σε μια περίοδο που η κοινωνική πίεση για φορολογικές ελαφρύνσεις εντείνεται, το υπουργείο Οικονομικών βρίσκεται αντιμέτωπο με μια από τις πλέον περίπλοκες ασκήσεις δημοσιονομικής πολιτικής: την αναμόρφωση της φορολογικής κλίμακας.

    Πρόκειται για μια διαδικασία με έντονα πολιτικά, οικονομικά και τεχνικά χαρακτηριστικά, καθώς κάθε αλλαγή σε συντελεστές ή κλιμάκια επηρεάζει άμεσα τόσο τα κρατικά έσοδα όσο και την κοινωνική ισορροπία.


    Το οικονομικό επιτελείο καλείται να εξισορροπήσει δύο αντικρουόμενους στόχους: αφενός, να αποδείξει ότι η συνετή δημοσιονομική διαχείριση και η αποτελεσματική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής δημιουργούν χώρο για μέτρα ενίσχυσης του πραγματικού εισοδήματος των πολιτών• αφετέρου, να διατηρήσει τη φορολογική απόδοση της κλίμακας, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα.

    Το βασικό πρόβλημα εντοπίζεται στον εξαιρετικά περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο, ο οποίος αυτή τη στιγμή δεν ξεπερνά τα μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Την ίδια ώρα, η φορολογική κλίμακα του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων αναμένεται να αποδώσει φέτος περίπου 15 δισ. ευρώ, ποσό που καθιστά οποιαδήποτε παρέμβαση ιδιαίτερα ευαίσθητη. Για το 2026, οι εισπρακτικοί στόχοι ανεβαίνουν ακόμη περισσότερο, γεγονός που εντείνει τους περιορισμούς στις δυνατότητες μείωσης της φορολογίας.

    Το υπουργείο Οικονομικών δεν μπορεί να προχωρήσει απλώς σε μείωση των φορολογικών συντελεστών, καθώς η φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων αποδίδει ετησίως πάνω από 15 δισ. ευρώ στα κρατικά ταμεία. Ακόμη και μια φαινομενικά μικρή αλλαγή, όπως η αύξηση του ορίου εφαρμογής του χαμηλότερου συντελεστή 9% από τις 10.000 στις 11.000 ευρώ, έχει τεράστιο κόστος. Συγκεκριμένα, το όφελος για κάθε φορολογούμενο δεν θα ξεπερνά τα 10 ευρώ τον μήνα, ενώ το συνολικό κόστος για τον κρατικό προϋπολογισμό θα πλησιάσει το 1 δισεκατομμύριο ευρώ. Ένα ποσό που απορροφά σχεδόν ολοκληρωτικά τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο και περιορίζει τη δυνατότητα για άλλες παρεμβάσεις.


    Οι φορολογούμενοι που πλήττονται περισσότερο από την υφιστάμενη φορολογική κλίμακα είναι οι μισθωτοί με εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ. Στην πράξη, οι οριακοί συντελεστές που εφαρμόζονται για αυτά τα επίπεδα εισοδήματος, σε συνδυασμό με τις ασφαλιστικές εισφορές, οδηγούν σε συνολικές κρατήσεις που αγγίζουν ή και ξεπερνούν το 60%. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αντικινήτρων για την παραγωγικότητα, την αποδοχή υψηλότερων αμοιβών ή ακόμα και για την επίσημη δήλωση εισοδήματος. Ένας εργαζόμενος με ετήσιο εισόδημα 45.000 ευρώ, για παράδειγμα, μπορεί να καταλήξει να κρατά στο χέρι λιγότερα από τα μισά, αφού πάνω από 20.000 ευρώ καταλήγουν σε φόρους και εισφορές.

    Την ίδια στιγμή, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των φορολογουμένων δεν πρόκειται να επηρεαστεί ουσιαστικά από την αναμόρφωση της κλίμακας. Περίπου 5,5 εκατομμύρια πολίτες, δηλαδή το 62% του συνόλου, δηλώνουν εισοδήματα έως 10.000 ευρώ. Αυτοί είτε δεν πληρώνουν καθόλου φόρο είτε επιβαρύνονται με τον ελάχιστο συντελεστή του 9%, ο οποίος δεν προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω. Ένας πολίτης που δηλώνει 8.500 ευρώ, για παράδειγμα, δεν θα δει καμία απολύτως διαφορά, ακόμη κι αν υπάρξουν αλλαγές στην κλίμακα, αφού δεν φορολογείται ή φορολογείται ελάχιστα.

    Το βασικό πολιτικό δίλημμα της κυβέρνησης έγκειται στην επιλογή της κατεύθυνσης των ελαφρύνσεων. Αν προχωρήσει σε μειώσεις φόρων για τα μεσαία και υψηλά εισοδήματα, κινδυνεύει να κατηγορηθεί ότι ευνοεί τους λίγους οικονομικά ισχυρούς. Αν, από την άλλη, επιλέξει πολύ περιορισμένες αλλαγές, ενδέχεται να απολέσει τη δυναμική που θα μπορούσε να δημιουργηθεί μέσω της τόνωσης του διαθέσιμου εισοδήματος και της ενίσχυσης της ανάπτυξης. Είναι χαρακτηριστικό ότι μια ενδεχόμενη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ θα ωφελήσει μόλις 350.000 πολίτες –περίπου το 4% των φορολογουμένων– οι οποίοι όμως καταβάλλουν πάνω από το 50% του συνολικού φόρου. Ο πολιτικός κίνδυνος είναι συνεπώς ορατός, ακόμη και αν η επιλογή αυτή είχε λογική από άποψη αποδοτικότητας και δίκαιης κατανομής του φορολογικού βάρους.


    Παράλληλα, το υπουργείο Οικονομικών γνωρίζει ότι, θεωρητικά, μια πιο ήπια φορολογία μπορεί να λειτουργήσει θετικά για τη φορολογική συμμόρφωση. Δηλαδή, να ενισχύσει το κίνητρο για την επίσημη δήλωση εισοδημάτων και να μειώσει τη φοροδιαφυγή. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που είναι υπεύθυνη για την εποπτεία των δημόσιων οικονομικών, δεν αποδέχεται τέτοιες προβλέψεις ως βάση για δημοσιονομικό σχεδιασμό. Ζητά οι όποιες ελαφρύνσεις να καλύπτονται από υφιστάμενο και απολύτως τεκμηριωμένο δημοσιονομικό χώρο. Για παράδειγμα, ακόμη και αν μειωθεί ο συντελεστής για εισοδήματα από 20.000 έως 30.000 ευρώ και παρατηρηθεί αύξηση στις φορολογικές δηλώσεις, αυτό δεν προσμετράται στον σχεδιασμό του κόστους, καθώς θεωρείται μη εγγυημένο.

    Το τελευταίο, αλλά κρίσιμο, εμπόδιο είναι ο τρόπος υλοποίησης των αλλαγών. Η αναμόρφωση της κλίμακας απαιτεί εξαιρετικά στοχευμένες παρεμβάσεις. Για παράδειγμα, η θέσπιση ενός νέου ενδιάμεσου συντελεστή της τάξεως του 15% για εισοδήματα από 10.000 έως 20.000 ευρώ θα μπορούσε να ωφελήσει σημαντικά περίπου 2,5 εκατομμύρια φορολογουμένους. Ωστόσο, πρόκειται για φορολογούμενους που ήδη αποδίδουν πάνω από 3 δισ. ευρώ ετησίως. Άρα, κάθε μείωση στο ποσό αυτό θα έχει αντίκτυπο εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία πρέπει να καλυφθούν με άλλες πηγές.

    Πηγή

    Ακολουθήστε μας στο Google News για να μαθαίνεις όλες τις ειδήσεις απο Ελλάδα και όλο τον Κόσμο
    Newsroom
    Newsroomhttp://refreshnews.gr/
    Ενημέρωση | Ψυχαγωγία |Στείλε μας το άρθρο σου στο info@refreshnews.gr
    spot_img

    ΔΗΜΟΦΙΛΗ

    ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ