Η «σιωπηρή μετάβαση» του ελληνικού χρέους από βραχυπρόθεσμους τίτλους σε μακροπρόθεσμες εκδόσεις
Το κόστος δανεισμού παρέμεινε σταθερό στο 3,39%, υποδηλώνοντας σταθερότητα στις αγορές και ενίσχυση της εμπιστοσύνης από τους επενδυτές.
Το 2024, η ελληνική κυβέρνηση κατέγραψε ξανά πρόοδο στη διαχείριση του δημόσιου χρέους της, μειώνοντας αισθητά τις εκδόσεις βραχυπρόθεσμων τίτλων. Συγκεκριμένα, το Ελληνικό Δημόσιο άντλησε 15,7 δισ. ευρώ, ποσό σημαντικά χαμηλότερο από τα 23 δισ. ευρώ που είχαν αντληθεί την ίδια περίοδο το προηγούμενο έτος. Παρά τη μεγάλη αυτή μείωση, το κόστος δανεισμού παρέμεινε σταθερό στο 3,39%, υποδηλώνοντας σταθερότητα στις αγορές και ενίσχυση της εμπιστοσύνης από τους επενδυτές.
Στη δευτερογενή αγορά, η δραστηριότητα ήταν υποτονική. Οι ημερήσιες συναλλαγές στην ΗΔΑΤ, την κύρια αγορά ομολόγων, διατηρήθηκαν σταθερές στα 0,11 δισ. ευρώ, ενώ η μέση αξία των αγοραπωλησιών στο Σύστημα Άυλων Τίτλων (ΣΑΤ) υποχώρησε στα 0,49 δισ. ευρώ, έναντι των 0,59 δισ. ευρώ το 2023. Παρότι αυτοί οι αριθμοί υποδεικνύουν κάποια επιβράδυνση στη δραστηριότητα, η γενικότερη εικόνα παραμένει θετική χάρη στις εξελίξεις στο μέτωπο των αποδόσεων.
Οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων συνέχισαν να μειώνονται σε όλο το εύρος της καμπύλης αποδόσεων, επεκτείνοντας την ανοδική πορεία της χώρας από το 2023, όταν οι αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας αναζωπύρωσαν το ενδιαφέρον των επενδυτών. Αυτή η δυναμική ενίσχυσε την εμπιστοσύνη προς την Ελλάδα, οδηγώντας σε μειώσεις στο κόστος δανεισμού.
Η ελληνική κυβέρνηση, μέσω του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), εκμεταλλεύτηκε τη συγκυρία, στρεφόμενη σε εκδόσεις μεσομακροπρόθεσμης διάρκειας. Οι νέες εκδόσεις συγκέντρωσαν υψηλή ζήτηση από διεθνείς επενδυτές, δείχνοντας πως η Ελλάδα καθιερώνεται ως σταθερός παίκτης στις αγορές. Αυτή η ζήτηση, σε συνδυασμό με τη μειωμένη μεσοσταθμική απόδοση των νέων εκδόσεων, οδήγησε στη σταδιακή αντικατάσταση παλαιότερου, ακριβότερου χρέους με φθηνότερο και πιο μακροπρόθεσμο.
Επιπλέον, η μετάβαση από βραχυπρόθεσμους τίτλους σε μακροπρόθεσμες εκδόσεις ενίσχυσε τη σταθερότητα του δημόσιου χρέους, μειώνοντας τις άμεσες πιέσεις ρευστότητας και προσφέροντας στην Ελλάδα την ευκαιρία να σχεδιάσει με μεγαλύτερη ασφάλεια την οικονομική της πορεία. Οι κινήσεις αυτές αποτυπώνουν τη σταθερή προσπάθεια της χώρας να ενισχύσει την οικονομική της θέση και να εδραιωθεί στις διεθνείς αγορές ως αξιόπιστος δανειζόμενος.