Η Standard & Poor’s έκανε «πασχαλινό δώρο» στην Ελλάδα αναβαθμίζοντας το αξιόχρεο της παρά την διεθνή αναταραχή λόγω του εμπορικού πολέμου, με σταθερές outlook, καθώς η χώρα παραμένει πιστή στη δημοσιονομική πειθαρχία.
Η αξιολόγηση της Standard & Poor’s ανεβάζει την πιστοληπτική αξιοπιστία της Ελλάδας σε BBB από BBB-, όντας ο τρίτος οίκος αξιολόγησης μετά τις Scope και DBRS που μας ανεβάζει ένα ακόμα επίπεδο εντός της επενδυτικής βαθμίδας, ενώ στο πρώτο σκαλί του investment grade μας ανέβασε πρόσφατα και η Moody’s (όπου μας διατηρεί και η Fitch, η οποία ακολουθεί με αξιολόγηση στις 16 Μαΐου.
Όπως αναφέρει σε ανάρτηση του ο υπουργός Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, η σημερινή αναβάθμιση συνιστά ένα πολύ ισχυρό σήμα εμπιστοσύνης στη χώρα, το οποίο αποκτά μεγαλύτερη αξία σε καιρούς διεθνούς αβεβαιότητας.
Η έκθεση της S&P προβλέπει ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 2,7% έως το 2028, ενώ στο ίδιο διάστημα η ανάπτυξη θα παραμείνει μεσοσταθμικά στο 2,4%. Το 2028 το χρέος θα έχει πέσει 50 μονάδες κάτω από το 2019, γεγονός που συνιστά μία από τις μεγαλύτερες απομειώσεις διεθνώς τα τελευταία χρόνια. Η S&P εκτιμά ότι στην απασχόληση έχουμε ήδη επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα του 2008, προβλέπει περαιτέρω μείωση της ανεργίας και αυξήσεις των εισοδημάτων για όλους, ως απόρροια της θετικής εικόνας της ελληνικής οικονομίας.
Όπως αναφέρει η έκθεση, η δημοσιονομική πορεία της χώρας είναι σταθερή, καθώς το νέο υπουργικό συμβούλιο παραμένει επικεντρωμένο στη δημοσιονομική σύνεση και στην ανοικοδόμηση αποθεμάτων ασφαλείας.
Οι προβλέψεις για συνέχιση της πολιτικής σταθερότητας συνεχίζουν να υποδεικνύουν θετικά κυκλικά κέρδη για την ελληνική οικονομία,δίνοντας τις απαραίτητες ευελιξίες για πρόσθετα μέτρα.
Ο οίκος αξιολόγησης εκτιμά ότι η κυβέρνηση θα διαθέσει σε μεγάλο βαθμό τα πρόσθετα έσοδα για την ενίσχυση των επενδύσεων σε δημόσιες υποδομές, ιδιαίτερα καθώς το Ταμείο Ανάκαμψης φτάνει στη λήξη του.
Παρά την διεθνή «καταιγίδα» η S&P αναφέρει πως δεδομένων των περιορισμένων άμεσων διασυνδέσεων, ο αντίκτυπος στην Ελλάδα από τις αλλαγές σε ότι αφορά τους δασμούς των ΗΠΑ είναι πιθανό να είναι μέτριος.
Από την άλλη πλευρά, η αύξηση της επενδυτικής δραστηριότητας που συνδέεται με το Ταμείο Ανάκαμψης την περίοδο 2025-2026 θα προσφέρει σημαντική ώθηση. Μεσοπρόθεσμα, η ανάπτυξη θα πρέπει να ενισχυθεί από τη συνεχιζόμενη βελτίωση των επιπέδων απασχόλησης, την αύξηση των πραγματικών μισθών και τις πιθανές θετικές επιπτώσεις από τις υψηλότερες γερμανικές δαπάνες και τις επενδύσεις της ΕΕ.