Αν, για παράδειγμα, σε ένα ακίνητο έχει καταγραφεί λανθασμένα ότι ανήκει σε ιδιώτη, ενώ στην πραγματικότητα ανήκει στο Δημόσιο, τότε η ΑΑΔΕ μπορεί να ζητήσει διόρθωση.
Από την 1η Ιουλίου 2025, όλες οι αιτήσεις που υποβάλλει η ΑΑΔΕ προς το Ελληνικό Κτηματολόγιο, είτε για εγγραφή πράξεων είτε για διόρθωση λαθών στις κτηματολογικές εγγραφές, θα γίνονται αποκλειστικά ηλεκτρονικά.
Η απόφαση αυτή αφορά κυρίως υποθέσεις που σχετίζονται με ακίνητα στα οποία το Ελληνικό Δημόσιο έχει κάποιο έννομο συμφέρον ή δικαίωμα. Για παράδειγμα, όταν μία υπηρεσία της ΑΑΔΕ προχωρά σε κατάσχεση ή εκπλειστηριασμό ενός ακινήτου λόγω χρεών προς το Δημόσιο, η σχετική πράξη που καταγράφει αυτό το δικαίωμα πρέπει να κατατεθεί στο Κτηματολόγιο. Μέχρι σήμερα, αυτό μπορούσε να γίνει και με φυσική παρουσία. Από τον Ιούλιο όμως, η διαδικασία αυτή θα γίνεται υποχρεωτικά μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του Κτηματολογίου.
Το ίδιο ισχύει και για διορθώσεις λαθών στα κτηματολογικά βιβλία. Αν, για παράδειγμα, σε ένα ακίνητο έχει καταγραφεί λανθασμένα ότι ανήκει σε ιδιώτη, ενώ στην πραγματικότητα ανήκει στο Δημόσιο, τότε η ΑΑΔΕ μπορεί να ζητήσει διόρθωση. Αυτή η αίτηση θα υποβάλλεται πλέον μόνο ηλεκτρονικά, χωρίς να απαιτείται επίσκεψη σε Κτηματολογικό Γραφείο.
Οι υπάλληλοι της ΑΑΔΕ που είναι αρμόδιοι για αυτές τις διαδικασίες θα έχουν πρόσβαση στο σύστημα του Κτηματολογίου χρησιμοποιώντας τους προσωπικούς τους κωδικούς από το δίκτυο της Δημόσιας Διοίκησης. Μέσω της πλατφόρμας, θα μπορούν να ανεβάζουν όλα τα απαραίτητα έγγραφα, όπως τίτλους ιδιοκτησίας, αποφάσεις ή δικαιολογητικά, και να παρακολουθούν την πορεία της αίτησης.
Η νέα διαδικασία ξεκινά άμεσα σε προαιρετική βάση, ώστε οι υπηρεσίες να εξοικειωθούν με το σύστημα. Από την 1η Ιουλίου, όμως, η ηλεκτρονική υποβολή θα είναι ο μόνος αποδεκτός τρόπος για την ΑΑΔΕ να απευθύνεται στο Κτηματολόγιο για αυτές τις υποθέσεις. Στόχος αυτής της αλλαγής είναι να απλοποιηθεί και να επιταχυνθεί η επικοινωνία μεταξύ των κρατικών υπηρεσιών, να μειωθεί η γραφειοκρατία και να περιοριστούν τα λάθη. Επιπλέον, διευκολύνεται η παρακολούθηση των υποθέσεων και ενισχύεται η διαφάνεια στις συναλλαγές του Δημοσίου με το Κτηματολόγιο.