Τον ασκό του Αιόλου ανοίγει η τελευταία παραίτηση του γιατρού στη Σέριφο, καθώς είναι η πρώτη ηχηρή παραίτηση, αυτή τη φορά από την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας (ΠΦΥ), αφού η αμέσως προηγούμενη στο Ρέθυμνο, αφορούσε νοσοκομειακή γιατρό.
Οι ελλείψεις στην ΠΦΥ είναι γνωστές από χρόνια, παρόλα αυτά όμως, όπως όλα δείχνουν, οι παρεμβάσεις για τον προσωπικό γιατρό, δεν αποτελούν μέτρο ικανό να καλύψει τις πρώτες ανάγκες των ασθενών εκτός νοσοκομείου.
Οι παραιτήσεις γιατρών από το ΕΣΥ συνολικά (κέντρα υγείας, περιφερειακά ιατρεία, νοσοκομεία) παίρνουν πλέον μορφή χιονοστιβάδας, αφού μόνο το τελευταίο διήμερο καταγράφηκαν επίσημα πάνω από 25 παραιτήσεις νοσοκομειακών γιατρών.
«Το φαινόμενο, δείχνει τη λειτουργική κατάρρευση του ΕΣΥ», επεσήμανε στο in o γραμματέας της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος (ΟΕΝΓΕ), νευροχειρουργός, Πάνος Παπανικολάου, τονίζοντας πως τα προβλήματα έχουν συσσωρευτεί και δεν λύνονται.
Το αποτέλεσμα – σύμφωνα με τον ίδιο – είναι τα νοσοκομεία της περιφέρειας να αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα από τις ελλείψεις γιατρών, γεγονός που οδηγεί σε ασφυκτικές πιέσεις με τη σειρά του στα κεντρικά νοσοκομεία, όπως π.χ. το νοσοκομείο Νίκαιας, το «Γεννηματάς», τα πανεπιστημιακά του Ρίου και της Λάρισας.
«Ο φόρτος έχει αυξηθεί πολλαπλασιαστικά από την περιφέρεια», είπε ο κ. Παπανικολάου και τόνισε ότι «με τις παραιτήσεις, αλλά και τη μη κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων, ακόμη και τα κεντρικά νοσοκομεία αρχίζουν να αντιμετωπίζουν ελλείψεις πέρα από τις ειδικότητες της αναισθησιολογίας ή ακτινοδιαγνωστικής και παθολογοανατομίας. Τώρα το πρόβλημα επεκτείνεται και στην ειδικότητα της βιοπαθολογίας, αλλά και της θωρακοχειρουργικής.»
» Σε λίγο καιρό δεν θα έχουμε τίποτα. Χαρακτηριστικό όμως ότι το πρόβλημα αποτελεί πολιτική επιλογή της κυβέρνησης, είναι ότι σε θωρακοχειρουργική κλινική χωρίς ειδικευόμενο επί χρόνια, ενώ ο υπό συνταξιοδότηση θωρακοχειρουργός που υπηρετούσε ζήτησε για πρώτη φορά παράταση, αυτή δεν δόθηκε, θέτοντας σε κίνδυνο τη λειτουργία της κλινικής».
Μεγάλη έλλειψη σε γιατρούς
Σήμερα, οι ελλείψεις γιατρών στο ΕΣΥ υπολογίζεται από την ΟΕΝΓΕ ότι φτάνουν περίπου τις 5.000 βάσει των παρωχημένων οργανισμών των νοσοκομείων, ενώ οι πραγματικές ανάγκες εκτιμώνται περί τις 8.500. Αντίστοιχα, υπάρχουν και ελλείψεις σε νοσηλευτικό προσωπικό που σύμφωνα με την ΠΟΕΔΗΝ ξεπερνά τις 30.000 νοσηλευτές.
Αντί όμως να μεθοδεύεται η αντιμετώπιση του προβλήματος, αντίθετα, σήμερα, δεν προκηρύσσονται θέσεις ή οι προκηρύξεις γίνονται με τέτοιον τρόπο που δεν πρόκειται να καλυφθούν ποτέ.
Για το θέμα, ο κ. Παπανικολάου εξήγησε ότι σήμερα, το προσωπικό του ΕΣΥ, όλων των κλάδων και όλων των εργασιακών σχέσεων, είναι λιγότερο από αυτό που υπηρετούσε το 2009, πριν την έναρξη των μνημονίων.
«Και παρότι η κυβέρνηση επισημαίνει ότι δεν βρίσκει γιατρούς να στελεχώσουν τις προκηρυσσόμενες θέσεις, φαίνεται ότι γίνεται επίτηδες.
Παρά τις προειδοποιήσεις από το 2021 για συγκεκριμένο νοσοκομείο όπου αναμενόταν η συνταξιοδότηση πέντε αναισθησιολόγων, ως τον περασμένο Μάρτιο του 2023 δεν είχε προκηρυχθεί μία θέση. Λίγες θέσεις αναισθησιολόγων που είχαν προκηρυχθεί τον Νοέμβριο του 2022 για άλλα νοσοκομεία, συγκέντρωσαν πολύ περισσότερες υποψηφιότητες αναισθησιολόγων.
Αντίστοιχα, σε περιφερειακό, νησιωτικό νοσοκομείο με 5 οργανικές θέσεις παθολόγων και έναν παθολόγο να υπηρετεί, η προκήρυξη μίας μόνο θέσης, σημαίνει ότι ο δεύτερος που θα προσληφθεί, θα πρέπει να κάνει 15 εφημερίες. Αν όμως προκηρυχθούν όλες οι κενές θέσεις ταυτόχρονα, θα δημιουργηθεί ένα τμήμα που θα μπορεί να λειτουργεί κανονικά και να ασκείται ουσιαστική ιατρική, όχι μόνο διαχείριση του επείγοντος.
Επόμενο δείγμα είναι η προσθήκη τριών ειδικοτήτων επιπλέον για την εξειδίκευση της εντατικολογίας. Προκήρυξη ζητά μόνο μία ειδικότητα από τις 9 συνολικά, γεγονός που την καθιστά «φωτογραφική», με αποτέλεσμα να αντιδρούν οι ιατρικές εταιρείες της αναισθησιολογίας».
Για το λόγο αυτό, ο κ. Παπανικολάου υπογράμμισε πως η ΟΕΝΓΕ έχει ζητήσει να προκηρυχθούν όλες οι κενές θέσεις άμεσα και ταυτόχρονα, προκειμένου να φανούν και οι ελλείψεις, αλλά κυρίως να καλυφθούν άμεσα οι όποιες ανάγκες, πριν συνεχιστεί περαιτέρω η μετανάστευση των γιατρών μας στο εξωτερικό, με πρώτο σταθμό τη Γερμανία.