Επεμβάσεις αποκατάστασης και ανάδειξης του Τεμένους Κουρσούμ, στην Καστοριά, υλοποιεί το Υπουργείο Πολιτισμού με σκοπό τη μελλοντική λειτουργία και αξιοποίησή του. Όπως αναφέρει ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, το έργο, προϋπολογισμού 1.000.000 ευρώ, είναι σε εξέλιξη και προχωρά με την τοποθέτηση γυάλινου δαπέδου για την προστασία και θέαση των υποκείμενων αρχιτεκτονικών καταλοίπων βυζαντινού ναού, την εγκατάσταση φωτισμού για την ανάδειξη του μνημείου και ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις. Το «Κουρσούμ Τζαμί» ή «Κουρσουλού Τζαμί» χρονολογείται γύρω στα τέλη του 15ου, με αρχές του 16ου αιώνα και βρίσκεται στην πλατεία Μεγάλου Αλεξάνδρου, στο ιστορικό κέντρο της πόλης. Με την έγκριση της αρχιτεκτονικής και στατικής μελέτης, το 2021, το έργο της αποκατάστασης και ανάδειξης του μνημείου εντάχθηκε στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας με χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης το τέλος του 2025.
«Το Κουρσούμ Τζαμί, τυπικό δείγμα των επαρχιακών θρησκευτικών κτηρίων της οθωμανικής περιόδου στη Βαλκανική, βρισκόταν αρχικά στον ιστορικό πολεοδομικό ιστό της Καστοριάς. Σήμερα, μετά την αλλοίωση της φυσιογνωμίας της παλιάς πόλης και την έντονη ανοικοδόμηση των δεκαετιών ’60-’70, το μνημείο συμπιέζεται σε ένα μικρό πλάτωμα περιβαλλόμενο από σύγχρονα κτήρια και πολυόροφες οικοδομές. Το Κουρσούμ Τζαμί είναι το μοναδικό σωζόμενο τέμενος στη Καστοριά, από τα σημαντικότερα μνημεία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της οθωμανοκρατίας, μαζί με τον μεντρεσέ και το λουτρό», δήλωσε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη. Και συμπλήρωσε:
«Στις εργασίες αποκατάστασης του τεμένους, αποκαλύφθηκαν τα κατάλοιπα παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Μετά την οθωμανική κατάκτηση, το τζαμί θεμελιώνεται αφενός στο φυσικό βράχο και αφετέρου επί της βασιλικής, το οικοδομικό υλικό της οποίας χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του. Από θραύσματα μαρμάρινων κιόνων, που βρέθηκαν σε παρακείμενο οικόπεδο, πιθανολογείται ότι στη θέση της βυζαντινής εκκλησίας προϋπήρχε αρχαίος ναός. Και στην περίπτωση αυτή τεκμηριώνεται η ιστορική διαχρονία, η οποία δημιουργεί και στην περίπτωση της Καστοριάς ένα πολύτιμο αρχαιολογικό παλίμψηστο. Γι’ αυτό και η απόδοση στους επισκέπτες των λίγων καταλοίπων του υποκείμενου χριστιανικού ναού κρίνεται εξαιρετικά σημαντική και αποσκοπεί στη δημιουργία ενός διαδραστικού πεδίου βιωματικής εμπειρίας για την κατανόηση των επιμέρους ιστορικών φάσεων της ευρύτερης περιοχής, μέσω της αφήγησης που διαμορφώνουν τα ίδια τα μνημεία. Με την ολοκλήρωση του έργου αποδίδεται στην πόλη ένας χώρος πολιτισμού καθολικά προσβάσιμος».