Δευτέρα, 25 Νοεμβρίου, 2024
More

    All the Light We Cannot See Review

    Το βραβευμένο με Pulitzer ιστορικό μυθιστόρημα του Doerr Anthony, All the Light We Cannon See, μεταφέρεται στη μικρή οθόνη από τους Shawn Levy και Steven Knight και ακολουθεί ένα τυφλό κορίτσι στην κατακτημένη από τους Ναζί Γαλλία καθώς περιμένει να επιστρέψουν από τον πόλεμο ο θείος και ο μπαμπάς του. Η μοίρα όμως ετοιμάζει μια άλλη συνάντηση, την οποία δεν περίμενε ποτέ ότι θα είχε.

    Βρισκόμαστε σε μια μικρή πόλη της Γαλλίας στο St. Malo, το 1944 στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, εκεί που οι κάτοικοι αναμένουν τη βοήθεια των Αμερικάνων για να γλιτώσουν από τους Ναζί. Μια νεαρή, τυφλή κοπέλα, η Marie-Laure (Aria Mia Loberti) αποχωρεί με τον πατέρα της Daniel (Mark Ruffalo) από το Παρίσι και μετακομίζει στο St.Malo και στον θείο της, Ettiene (Hugh Laurie), για να βρουν καταφύγιο. Ο πατέρας της ήταν ο κλειδοκράτορας του μουσείου ιστορίας στο Παρίσι, ενώ ο θείος της, βετεράνος του πολέμου με σοβαρό μετατραυματικό στρες, που αρνείται να φύγει από το σπίτι του και προτιμά να μιλά μέσω ραδιοφώνου, μοιράζοντας τη σοφία του για την επιστήμη σε όποιον ακούει.

    All the Light We Cannot See Review

    Εμείς ξεκινάμε απευθείας προς το τέλος της ιστορίας, όπου ο Daniel και ο Ettiene έχουν φύγει για να εκτελέσουν το πλάνο απελευθέρωσης του St. Malo, ενώ η Marie μένει πίσω και διαβάζει σελίδες από το βιβλίο “20 χιλιάδες λεύγες κάτω από τη θάλασσα”, μεταφέροντας μυστικά μηνύματα στην αντίσταση. Ταυτόχρονα παρακολουθούμε και τον Γερμανό στρατιώτη Werner (Louis Hofmann), ο οποίος παρακολουθούσε τη συχνότητα 1310 από μικρό παιδί, πάρα τις σαφείς οδηγίες των Γερμανών που απαγόρευαν την ακρόαση ξένων σταθμών. Γι’ αυτόν όμως, ήταν ένας τρόπος να ξεφεύγει από την προπαγάνδα και να μαθαίνει τις αλήθειες του κόσμου.

    Όλα αυτά όμως αλλάζουν, καθώς οι μοναδικές ικανότητές του με τα ραδιόφωνα τον ρίχνουν στα βαθιά και σε μια από τις πιο εκλεκτές γερμανικές σχολές, όπου αναγκάζεται να παρακολουθεί και να καταγράφει τις συχνότητες και εν τέλει, καλείται να ανακαλύψει την τοποθεσία της Marie, για την οποία φαίνεται να έχει ιδιαίτερα συναισθήματα, ακούγοντάς την κάθε βράδυ.

    Καθώς η ιστορία ξεκινάει σχεδόν στο τέλος της, βλέπουμε σκηνές αναδρομής οι οποίες προσπαθούν, δυστυχώς ανεπιτυχώς, να μας δείξουν τα γεγονότα που μας οδήγησαν εδώ. Ένα τυφλό κορίτσι, το οποίο βοηθάει στην αντίσταση ενάντια στους ναζί, δείχνει απαράμιλλη δύναμη και εξυπνάδα, χωρίς να έχει δοθεί χώρος να εξηγηθεί αυτή της η εξέλιξη. Οι μόνοι κίνδυνοι που καραδοκούν για αυτήν είναι οι βόμβες που πέφτουν στην πόλη και η ανεξήγητη εμμονή του Γερμανού στρατιώτη Lars Eidinger (Reinhold von Rumpel) με το Sea of Flame, έναν πολύτιμο λίθο που προσφέρει αιώνια ζωή σε όποιον το έχει στην κατοχή του.

    All the Light We Cannot See Review

    Όλα φαίνονται να γίνονται βιαστικά και ο βομβαρδισμός πληροφοριών γίνεται χειρότερος με τους περίπλοκους διαλόγους και τη συχνά στα όρια της υπερβολής ερμηνεία των πρωταγωνιστών. Επιπλέον, ενώ μιλάμε για Γαλλία και Γερμανία, οι “Γάλλοι” ηθοποιοί μιλούν με άπταιστη βρετανική προφορά, ενώ οι Γερμανοί, που πράγματι αποδίδονται από ηθοποιούς γερμανικής καταγωγής, αρκούνται στο να μιλούν αγγλικά με γερμανική προφορά. Το χειρότερο όλων, ο Mark Ruffalo δεν έχει καμία σημασία στην εξέλιξη της ιστορίας και ερμηνευτικά είναι μια λευκή, αδιάφορη σελίδα.

    Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι από σκηνοθετική άποψη, οι εικόνες που βλέπουμε στο All the Light We Cannot See είναι μαγικές και αντικατοπτρίζουν ικανοποιητικά την ένταση και τον κίνδυνο ενός πολέμου, καθώς και το πόσο περίπλοκο είναι να φτάσεις στην ελευθερία. Εδώ όμως, η επιλογή της limited σειράς ήταν λανθασμένη και δεν έδωσε τον χώρο και τον χρόνο στα γεγονότα να εξελιχθούν ομαλά, χωρίς να δίνουν μασημένη και χωρίς βάση τροφή στον θεατή.

    All the Light We Cannot See Review

    Όλο αυτό που απλώνεται περίτεχνα και με λεπτομέρεια στο βιβλίο, προσπαθεί να χωρέσει με νύχια και με δόντια σε τέσσερις ώρες, αλλά το αποτέλεσμα είναι βιαστικό, ρηχό και αφήνει περισσότερα ερωτήματα απ’ότι απαντάει.

    Η μεταφορά του βραβευμένου με Pulitzer βιβλίου ήταν τέσσερις ώρες μέτριων ερμηνειών, ελλειπούς βάθους στην ιστορία και γενικότερης βιασύνης και το αποτέλεσμα αυτού ήταν μια καθ’όλα μη ικανοποιητική ιστορία που προσπάθησε να περάσει πολλά μηνύματα, αποτυγχάνοντας όμως σε κάθε γωνία.

    Newsroom
    Newsroomhttp://refreshnews.gr/
    Ενημέρωση | Ψυχαγωγία |Στείλε μας το άρθρο σου στο info@refreshnews.gr
    Ακολουθήστε μας στο Google News για να μαθαίνεις όλες τις ειδήσεις απο Ελλάδα και όλο τον Κόσμο
    spot_img

    ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ