Η απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος σηματοδοτεί στα χαρτιά μια «νέα εποχή» διαφάνειας και θεσμικής ενίσχυσης στον ελληνικό τραπεζικό τομέα.
Μετά από δύο δεκαετίες διαδοχικών τραπεζικών σκανδάλων, μεγάλο μέρος των οποίων αρχειοθετήθηκε εξαιτίας της διάταξης που εισήγαγε η κυβέρνηση Μητσοτάκη τον Νοέμβριο του 2019 περί κατ’ έγκληση δίωξης της κακουργηματικής απιστίας των τραπεζιτών – διάταξη που η ίδια κυβέρνηση κατήργησε πέντε χρόνια αργότερα – η Τράπεζα της Ελλάδος προχωρά σε εκ βάθρων αναθεώρηση του εποπτικού της πλαισίου. Η απόφαση 243/2 της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος, που εγκρίθηκε στις 7 Ιουλίου 2025, καταργεί την Πράξη Διοικητή ΠΔ/ΤΕ 2577/2006 και θεσπίζει ένα νέο πλαίσιο εσωτερικής διακυβέρνησης για τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, σε ευθυγράμμιση με τις Κατευθυντήριες Γραμμές της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (EBA).
Η απόφαση σηματοδοτεί στα χαρτιά μια «νέα εποχή» διαφάνειας και θεσμικής ενίσχυσης στον ελληνικό τραπεζικό τομέα. Λέμε στα χαρτιά διότι η αποτελεσματικότητα της αναθεώρησης των κανόνων θα κριθεί στην πράξη, από τη διάθεση της Τράπεζας της Ελλάδος να παρακολουθήσει ενεργά την εφαρμογή τους ή, αντιθέτως, να συνεχίσει να επιδεικνύει την εποπτική αδράνεια που έχει κατά καιρούς της αποδοθεί.
Το νέο πλαίσιο εφαρμόζεται σε όλα τα πιστωτικά ιδρύματα με έδρα στην Ελλάδα, στις μητρικές χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών, αλλά και στα υποκαταστήματα τραπεζών από τρίτες χώρες εκτός ΕΟΧ που λειτουργούν στην ελληνική επικράτεια.
Κεντρικός πυλώνας του νέου εποπτικού μοντέλου είναι η ενίσχυση του ρόλου του Διοικητικού Συμβουλίου κάθε ιδρύματος, το οποίο αναλαμβάνει τη «συνολική ευθύνη» για τη στρατηγική, τη διακυβέρνηση και την εποπτεία των κινδύνων. Το πλαίσιο δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ανεξαρτησία των κρίσιμων λειτουργιών, στην αποτελεσματική διάκριση καθηκόντων μεταξύ εκτελεστικών και μη εκτελεστικών μελών, καθώς και στην ευθυγράμμιση των αμοιβών με κανόνες λογοδοσίας και απόδοσης.
Η νέα στρατηγική επιβάλλει τη δημιουργία συνθηκών που ενισχύουν την εταιρική κουλτούρα διαχείρισης κινδύνων, καθιστώντας τη βασικό μοχλό εσωτερικής λειτουργίας. Παράλληλα, οι παράγοντες ESG (Περιβάλλον, Κοινωνία, Διακυβέρνηση) ενσωματώνονται στη νέα πολιτική, αντανακλώντας την ανάγκη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις βιωσιμότητας και κοινωνικής υπευθυνότητας.
Η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπει την εφαρμογή του πλαισίου είτε σε ατομική είτε σε ενοποιημένη βάση, λαμβάνοντας υπόψη χαρακτηριστικά όπως το μέγεθος, την πολυπλοκότητα, τη νομική μορφή και τη γεωγραφική διασπορά κάθε οργανισμού. Διατηρεί δε το δικαίωμα να επιβάλει αυστηρότερα μέτρα, ακόμη και σε μη συστημικά ιδρύματα, εφόσον αυτό προκύπτει από εποπτικές ανάγκες.
Κρίσιμος στόχος των αλλαγων είναι η μείωση των λειτουργικών κινδύνων και του κινδύνου φήμης, μέσω της θέσπισης αυστηρών κανόνων εταιρικής διακυβέρνησης. Η υποχρεωτική υιοθέτηση πολιτικών δεοντολογίας, συμμόρφωσης και πρόληψης χρηματοοικονομικών παραβάσεων —όπως απάτη, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, δωροδοκία ή χειραγώγηση αγοράς— φιλοδοξεί να ενισχύσει το αίσθημα εμπιστοσύνης απέναντι στο τραπεζικό σύστημα, το οποίο καταρρακώθηκε τα προηγούμενα χρόνια.
Ενδιαφέρον έχει το ότι το νέο πλαίσιο ορίζει ρητά τη θέσπιση σαφών πολιτικών για τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων, τόσο στο επίπεδο του οργανισμού όσο και του προσωπικού. Και το αναφέρουμε αυτό διότι οι ελληνικές τράπεζες βρίθουν συγκρούσεων συμφερόντων, τις οποίες ο επόπτης έως σήμερα δεν τις έχει εντοπίσει. Δεδομένου ότι πλέον το προσωπικό της κάθε τράπεζας θα υποχρεούται να γνωστοποιεί εγκαίρως οποιαδήποτε κατάσταση ενδέχεται να προκαλέσει τέτοια σύγκρουση, προσεχώς η υλοποίηση των νέων κανόνων θα δοκιμασθεί στην πράξη.
Λέμε προσεχώς διότι ως καταληκτική ημερομηνία πλήρους συμμόρφωσης για όλα τα εποπτευόμενα ιδρύματα ορίσθηκε η 1η Οκτωβρίου 2025. Το τρίμηνο «προσαρμογής» κρίθηκε απαραίτητο για την επικαιροποίηση των εσωτερικών διαδικασιών των τραπεζών, την εκπαίδευση του προσωπικού και την εναρμόνιση των πολιτικών με τις νέες απαιτήσεις διαφάνειας, λογοδοσίας και αποτελεσματικής διαχείρισης κινδύνων.
Οι 20 «εντολές»
Ακολουθούν 20 εντολές σύμφωνα με την απόφαση 243/2 της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος που εδραιώνουν κουλτούρα κινδύνου, επιχειρηματική δεοντολογία και αποτελεσματική διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων:
1. Η κουλτούρα κινδύνων αποτελεί κρίσιμο θεμέλιο για τη συνεπή και τεκμηριωμένη λήψη αποφάσεων στα πιστωτικά ιδρύματα.
2. Τα ιδρύματα οφείλουν να ενσωματώνουν μια ολιστική προσέγγιση στην αναγνώριση και διαχείριση κινδύνων σε όλο τον όμιλο.
3. Η διαμόρφωση κουλτούρας κινδύνων επιτυγχάνεται μέσω πολιτικών, επικοινωνίας και συστηματικής κατάρτισης του προσωπικού.
4. Όλο το προσωπικό πρέπει να είναι ενήμερο και υπεύθυνο για τον ρόλο του στη διαχείριση κινδύνων, όχι μόνο οι ειδικές μονάδες ελέγχου.
5. Το Διοικητικό Συμβούλιο φέρει την ευθύνη για τη διαρκή αξιολόγηση και ενίσχυση της κουλτούρας κινδύνων, λειτουργώντας ως «tone from the top».
6. Η λογοδοσία διατρέχει όλα τα επίπεδα του οργανισμού· κάθε μέλος του προσωπικού λογοδοτεί για τη συμπεριφορά του έναντι των κινδύνων.
7. Ενθαρρύνεται η ανοιχτή επικοινωνία και η εσωτερική κριτική επανεξέταση ώστε να βελτιώνονται διαρκώς οι διαδικασίες.
8. Τα κίνητρα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με το προφίλ κινδύνου και τους μακροπρόθεσμους στόχους του ιδρύματος.
9. Το Διοικητικό Συμβούλιο θεσπίζει και προάγει υψηλά πρότυπα δεοντολογίας και επαγγελματισμού.
10. Απαγορεύονται οι διακρίσεις προσωπικού με βάση οποιοδήποτε προσωπικό χαρακτηριστικό ή κοινωνική ταυτότητα.
11. Οι πολιτικές των ιδρυμάτων πρέπει να είναι ουδέτερες ως προς το φύλο, προωθώντας την ισότητα σε πρόσληψη, εξέλιξη και αποδοχές.
12. Η ενίσχυση της εταιρικής διακυβέρνησης αποσκοπεί στη μείωση λειτουργικών κινδύνων και του κινδύνου φήμης.
13. Οι πολιτικές δεοντολογίας προσδιορίζουν σαφώς παραδείγματα αποδεκτής και μη αποδεκτής συμπεριφοράς.
14. Το προσωπικό ενημερώνεται για τις πιθανές κυρώσεις σε περιπτώσεις παραβάσεων, πειθαρχικών ή νομικών.
15. Θεσπίζονται διαδικασίες για τη συνεχή εκπαίδευση και κατάρτιση ώστε η στελέχωση να βασίζεται σε ικανότητες και γνώσεις.
16. Τα ιδρύματα εφαρμόζουν αυστηρές πολιτικές εντοπισμού και περιορισμού συγκρούσεων συμφερόντων σε όλα τα επίπεδα.
17. Καθορίζονται λεπτομερείς διαδικασίες για τον εντοπισμό συγκρούσεων που προκύπτουν από προσωπικές, οικονομικές ή επαγγελματικές σχέσεις.
18. Το Διοικητικό Συμβούλιο απέχει από λήψη αποφάσεων όταν υπάρχει προσωπικό συμφέρον που ενδέχεται να θίξει την αντικειμενικότητα.
19. Θεσπίζεται ανεξάρτητο και εμπιστευτικό σύστημα εσωτερικής αναφοράς παραβάσεων (whistleblowing), προσβάσιμο σε όλο το προσωπικό.
20. Εξασφαλίζεται η προστασία όσων αναφέρουν παραβάσεις από αντίποινα, ενώ διασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα και η συμμόρφωση με το GDPR.