Η πρόκληση είναι να διαμορφωθεί ένα λειτουργικό και θεσμικά σαφές σύστημα, ώστε η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων να γίνεται με τρόπο οργανωμένο, διαφανή και σύμφωνο με τη νομιμότητα, έως την έκδοση οριστικής δικαστικής απόφασης.
Στη σύσταση και συγκρότηση ειδικής ομάδας εργασίας, η οποία θα αναλάβει να ετοιμάσει το σχέδιο Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ) που θα καθορίσει το πλαίσιο διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων, που έχουν δεσμευτεί από το Δημοσιο λόγω σύνδεσής τους με εγκληματικές δραστηριότητες.
Η πρόκληση είναι να διαμορφωθεί ένα λειτουργικό και θεσμικά σαφές σύστημα, ώστε η διαχείριση αυτών των στοιχείων – είτε πρόκειται για ακίνητα, μετρητά, οχήματα ή άλλα αγαθά – να γίνεται με τρόπο οργανωμένο, διαφανή και σύμφωνο με τη νομιμότητα, έως την έκδοση οριστικής δικαστικής απόφασης.
Πρόκειται για σημαντική πρωτοβουλία, καθώς μέχρι σήμερα δεν υπήρχε ξεκάθαρο θεσμικό πλαίσιο για το τι γίνεται με ακίνητα, αυτοκίνητα, χρήματα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία που κατάσχονται ή δεσμεύονται στο πλαίσιο ποινικών ερευνών.
Η ομάδα εργασίας συγκροτήθηκε με τη συμμετοχή στελεχών από διάφορες υπηρεσίες και υπουργεία, μεταξύ των οποίων είναι και πρόσωπα με εξειδίκευση σε νομικά, φορολογικά και οικονομικά θέματα. Αποστολή τους είναι να καταρτίσουν, μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο, ένα λειτουργικό και δίκαιο σύστημα, το οποίο θα εξασφαλίζει ότι τα δεσμευμένα περιουσιακά στοιχεία φυλάσσονται με ασφάλεια, δεν απαξιώνονται, και – εφόσον χρειάζεται – μπορούν ακόμα και να αξιοποιούνται ή να εκποιούνται προσωρινά, προς όφελος του Δημοσίου.
Η ανάγκη για ένα τέτοιο πλαίσιο προκύπτει από τη συσσώρευση δεσμευμένων περιουσιών τα τελευταία χρόνια, πολλές από τις οποίες μένουν αναξιοποίητες ή εγκαταλείπονται μέχρι να τελεσιδικήσουν οι υποθέσεις. Η νομοθεσία (άρθρο 24 του νόμου 5042/2023) προβλέπει ότι αυτά τα στοιχεία πρέπει να διαχειρίζονται οργανωμένα, με τρόπο που να προστατεύει τα συμφέροντα του κράτους αλλά και των δικαιούχων, σε περίπτωση που τελικά αθωωθούν.
Η Κοινή Υπουργική Απόφαση που θα προκύψει από το έργο της ομάδας εργασίας θα καθορίσει με σαφήνεια ποιοι φορείς είναι υπεύθυνοι για τη φύλαξη ή τη διαχείριση των δεσμευμένων στοιχείων, πώς θα τηρείται μητρώο, τι γίνεται με τα λειτουργικά έξοδα (π.χ. συντήρηση ακινήτων ή αποθήκευση οχημάτων) και ποια διαδικασία ακολουθείται όταν υπάρχει ανάγκη για προσωρινή αξιοποίηση ή πώληση.
Με αυτή την πρωτοβουλία, το κράτος επιδιώκει να βάλει τάξη σε ένα πεδίο που μέχρι σήμερα αντιμετωπιζόταν αποσπασματικά, να προστατεύσει τη δημόσια περιουσία και να επιταχύνει τις διαδικασίες απονομής δικαιοσύνης σε υποθέσεις οικονομικού και οργανωμένου εγκλήματος. Η κατάρτιση της ΚΥΑ αποτελεί απαραίτητο βήμα για την πλήρη εφαρμογή του νέου νομικού πλαισίου.
Ειδικότερα:
– Σε υπόθεση οικονομικού εγκλήματος, οι αρχές δεσμεύουν βίλα αξίας 1 εκατομμυρίου ευρώ. Μέχρι σήμερα, τέτοια ακίνητα έμεναν συχνά κλειστά και αχρησιμοποίητα για χρόνια. Με την εφαρμογή της νέας ΚΥΑ, το Δημόσιο θα μπορεί –εφόσον προβλέπεται– να εκμισθώσει προσωρινά το ακίνητο, να το φυλάξει σωστά ή ακόμα και να το εκποιήσει, αν κρίνεται ότι συμφέρει, κρατώντας τα έσοδα μέχρι να τελειώσει η δίκη.
– Σε υπόθεση ξεπλύματος χρήματος δεσμεύεται στόλος 10 πολυτελών αυτοκινήτων. Αν παραμείνουν ακινητοποιημένα για χρόνια, χάνουν αξία. Η ομάδα εργασίας θα ορίσει στη νέα απόφαση τι γίνεται με τέτοια περιουσιακά στοιχεία: πού φυλάσσονται, ποιος τα συντηρεί, ποιος πληρώνει έξοδα και αν μπορούν να χρησιμοποιηθούν π.χ. από υπηρεσίες του Δημοσίου με προσωρινή παραχώρηση.
– Ένα φυσικό πρόσωπο κατηγορείται για απάτη και δεσμεύονται 500.000 ευρώ από τον τραπεζικό του λογαριασμό. Μέχρι την τελική εκδίκαση της υπόθεσης, το ποσό παραμένει «παγωμένο». Η νέα ΚΥΑ μπορεί να προβλέπει αν τα χρήματα αυτά αποδίδονται σε ειδικό λογαριασμό του κράτους, αν επενδύονται προσωρινά με τρόπο ασφαλή ή αν παραμένουν δεσμευμένα χωρίς κίνηση.
– Σε υπόθεση λαθρεμπορίου δεσμεύονται μεγάλα αποθέματα προϊόντων (π.χ. τσιγάρα, ποτά ή εξοπλισμός). Τα προϊόντα αυτά συχνά χαλάνε ή λήγουν όσο περιμένουν την τελική απόφαση. Με το νέο πλαίσιο, η ΚΥΑ θα προβλέπει αν μπορούν να καταστραφούν, να πωληθούν με δημοπρασία ή να δοθούν σε δημόσιους φορείς (π.χ. σε περιπτώσεις που δεν έχουν εμπορική αξία αλλά μπορούν να αξιοποιηθούν για κοινωνικούς σκοπούς).