Πότε επιβάλλεται τέλος χαρτοσήμου ταμειακής διευκόλυνσης
Τέλος χαρτοσήμου ταμειακής διευκόλυνσης σε καταθέσεις που δεν αποδείχθηκαν ως προκαταβολές ή εγγυήσεις επέβαλε η ΑΑΔΕ, σε επιχείρηση που προσπάθησε να αποφύγει τον συγκεκριμένο φόρο.
Η υπόθεση αφορά σε καταθέσεις που πραγματοποιήθηκαν στον τραπεζικό λογαριασμό εταιρείας από πελάτες και προμηθευτές της, με την επιχείρηση να ισχυρίζεται ότι τα ποσά αυτά ήταν προκαταβολές ή εγγυήσεις για εμπορικές συναλλαγές και συνεπώς δεν υπόκεινται σε τέλος χαρτοσήμου.
Αν ένας πελάτης κατέθετε ένα ποσό για να εξασφαλίσει μία μελλοντική αγορά προϊόντων, αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί προκαταβολή, άρα θα εξαιρούνταν από το τέλος. Ωστόσο, κατά τον φορολογικό έλεγχο, διαπιστώθηκε ότι οι καταθέσεις αυτές δεν συνδέονταν με συγκεκριμένες συναλλαγές ή συμβόλαια. Δηλαδή, δεν υπήρχε κανένα έγγραφο που να αποδεικνύει ότι τα χρήματα προορίζονταν για προκαταβολή ή εγγύηση συγκεκριμένης αγοράς.
Η φορολογική αρχή έκρινε ότι τα ποσά αυτά λειτουργούσαν ως ταμειακές διευκολύνσεις, αυξάνοντας τη ρευστότητα της επιχείρησης. Με απλά λόγια, τα χρήματα που έμπαιναν στο ταμείο χωρίς συγκεκριμένο εμπορικό σκοπό θεωρήθηκαν ότι διευκόλυναν την επιχείρηση να καλύψει λειτουργικές ανάγκες και, γι’ αυτό, υπόκεινται σε τέλος χαρτοσήμου 1%.
Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ), που ανέλαβε να εξετάσει την ένσταση της επιχείρησης, επικύρωσε την απόφαση του φορολογικού ελέγχου, προσθέτοντας ότι οι εσωτερικές διαδικασίες και κανονισμοί της εταιρείας δεν ήταν επαρκείς για να αποδείξουν πως οι καταθέσεις αυτές αποτελούσαν προκαταβολές ή εγγυήσεις. Στην ουσία, για να εξαιρεθούν από το τέλος χαρτοσήμου, η επιχείρηση θα έπρεπε να έχει σαφή και τεκμηριωμένα στοιχεία που να δείχνουν τον προορισμό των χρημάτων.