Πολλά είναι τα αναπάντητα ερωτήματα για την εξαφάνιση της 44χρονης μητέρας στην Ρόδο, που εντοπίστηκε – έπειτα από έξι ημέρες – ζωντανή το μεσημέρι του Σαββάτου στην αγροτική περιοχή «Παναγιά».
Η γυναίκα – που εντοπίστηκε ζωντανή εμφανώς ταλαιπωρημένη και εξαντλημένη – μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο της Ρόδου όπου υπεβλήθη σε σειρά εξετάσεων για να εκτιμηθεί η κατάσταση της υγείας της.
Η 44χρονη μητέρα νοσηλεύεται, για την ώρα, στην ψυχιατρική κλινική του νοσοκομείου μέχρι να ανακάμψει, ενώ σύμφωνα με την ιατροδικαστική εξέταση δεν προέκυψαν σημάδια κακοποίησής της.
Η γυναίκα έδωσε την Κυριακή κατάθεση σε αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρόδου, ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες της «Δημοκρατικής», δεν ήταν σε θέση να δώσει πληροφορίες ούτε για τη διαδρομή που ακολούθησε, ούτε για τον τρόπο που βρέθηκε στη δύσβατη περιοχή που εντοπίστηκε.
Μάλιστα, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις που έδωσε στους αστυνομικούς, είχε την αίσθηση ότι απουσίαζε μόλις μια ημέρα από το σπίτι της.
Όπως είπε στους αστυνομικούς, είχε την εντύπωση ότι έλειπε μόλις ένα βράδυ από το σπίτι της, ενώ είχε να δώσει σημεία ζωής από τη Δευτέρα 16 Ιανουαρίου και εντοπίστηκε το Σάββατο 21 Ιανουαρίου. Στο διάστημα αυτό, είναι λίγα τα πράγματα που είναι σε θέση να θυμηθεί.
Τι ανέφερε στους αστυνομικούς: Δεν θυμόταν πώς έπεσε το αμάξι στη χαράδρα
Η 44χρονη ανέφερε πως τη Δευτέρα 16 Ιανουαρίου, η κόρη της δεν ήθελε να πάει στο σχολείο και τελικά αφού την έπεισε μετέφερε το παιδί στο πρώτο διάλειμμα και στη συνέχεια, πήγε όπως είπε στους αστυνομικούς, να ανάψει τα καντηλάκια στο εκκλησάκι χωρίς όμως να είναι σε θέση να προσδιορίσει σε ποιο.
Σε ερώτηση των αστυνομικών αν έψαχνε το εκκλησάκι του Αγίου Νεκταρίου απάντησε καταφατικά, αλλά δεν θυμάται αν το βρήκε ή όχι. Είπε ότι πήγε σε πολλά εκκλησάκια οδηγώντας η ίδια το αυτοκίνητό της. Όταν ρωτήθηκε αν θυμάται να πέφτει με το αυτοκίνητο στη χαράδρα όπου βρέθηκε, είπε ότι δεν θυμάται, ούτε θυμάται να ήταν κάποιος άλλος μαζί της στο αυτοκίνητο.
Είπε ότι είχε μαζί της το κινητό της τηλέφωνο το οποίο είχε κλείσει από μπαταρία, αλλά κάποια στιγμή άνοιξε μόνο για επείγουσες κλήσεις και τότε κάλεσε την μητέρα της από την οποία ζήτησε να παραλάβει το παιδί από το σχολείο.
Να σημειωθεί πως όταν εντοπίστηκε η 44χρονη δεν είχε μαζί της το κινητό της τηλέφωνο, το οποίο όταν ρωτήθηκε από τους αστυνομικούς, είπε ότι πιθανότατα να το έχει αφήσει μέσα στο αυτοκίνητο, όπου όμως δεν βρέθηκε κατά τη διάρκεια των ερευνών.
Όπως ανέφερε δεν είχε μαζί της χρήματα, μόνο την κάρτα της η οποία βρισκόταν στη θήκη του κινητού της, ενώ σε ερώτηση των αστυνομικών τι απέγιναν τα παπούτσια της – όπως έγραψε η «Δημοκρατική» βρέθηκε ξυπόλητη- είπε ότι καταστράφηκαν από το περπάτημα και τα πέταξε.
Υποστήριξε ότι όσο ήταν μόνη της στο δάσος φώναζε βοήθεια, αλλά δεν την άκουγε κανείς.
Το εκκλησάκι, όπως είπε δεν το βρήκε ποτέ και δεν θυμάται να έχει πάει ποτέ στο μοναστήρι του Αγίου Παϊσίου παρότι από κάμερες ασφαλείας αλλά και από αυτόπτες μάρτυρες προκύπτει ότι το μεσημέρι της Δευτέρας, λίγο πριν χαθούν τα ίχνη της, βρέθηκε εκεί και παρέμεινε για μια ώρα. Απάντησε αρνητικά στην ερώτηση αν συνομίλησε τηλεφωνικά με τον κτήτορα του Αγίου Παϊσίου στον Αρχάγγελο, ενώ είπε ότι στο διάστημα που είχε χαθεί τρεφόταν όπως είπε στους αστυνομικούς με φυλλαράκια και έπινε νερό από τα ρυάκια.
Υποστήριξε ότι δεν είχαν προηγηθεί απειλές για τη ζωή της, ότι δεν ήρθε στην πόλη της Ρόδου και πως πονάνε τα πλευρά της από την αριστερή πλευρά και τα χέρια της από τη δεξιά πλευρά, αλλά δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει τι προκάλεσε αυτόν τον πόνο.