Ενώπιον του Αυτόφωρου Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Βόλου οδηγήθηκε ένας Γερμανός, κάτοικος Σκιάθου, κατηγορούμενος για ενδοοικογενειακή απειλή και εξύβριση, έπειτα από επανειλημμένες καταγγελίες της πρώην συντρόφου του, για περιστατικά τα οποία διαδραματίστηκαν παρουσία των τριών ανήλικων παιδιών τους.
Το πρώτο περιστατικό σημειώθηκε στις 9 Μαΐου, γύρω στις 11 το βράδυ. Η γυναίκα επικοινώνησε με τις Αρχές, καταγγέλλοντας ότι ο πρώην σύντροφός της βρισκόταν έξω από το σπίτι και συνομιλούσε με τα παιδιά τους, προσπαθώντας, σύμφωνα με την ίδια, να τα επηρεάσει ώστε να μην επιστρέψουν εντός της οικίας, σύμφωνα με το gegonota.news.
Αν και δεν διαπιστώθηκε επεισόδιο εκείνη την ώρα, και η ίδια δήλωσε πως αισθανόταν ασφαλής, η κατάσταση κλιμακώθηκε την επόμενη ημέρα. Τα μεσάνυχτα της 10ης Μαΐου, η γυναίκα κάλεσε ξανά την αστυνομία, αναφέροντας ότι ο κατηγορούμενος είχε εμφανιστεί ξανά στο σπίτι, αυτή τη φορά εισερχόμενος στον εξωτερικό χώρο μέσω γειτονικής αυλής. Όπως κατέθεσε, όταν του ζήτησε να απομακρυνθεί επειδή κοιμόντουσαν τα παιδιά, εκείνος την απείλησε και την εξύβρισε, λέγοντάς της: «έτσι όπως τα κανόνισες, θα σε στραγγαλίσω».
Το Αστυνομικό Τμήμα Σκιάθου κινητοποιήθηκε άμεσα και περιπολικό μετέβη στο σημείο, όμως ο κατηγορούμενος είχε ήδη αποχωρήσει. Οι αστυνομικοί παρέμειναν στο σπίτι για την προστασία της καταγγέλλουσας, και τελικά, περίπου στη 1:30 τα ξημερώματα, ο άνδρας επέστρεψε. Τότε, συνελήφθη και οδηγήθηκε στο τμήμα, όπου σχηματίστηκε δικογραφία σε βάρος του για ενδοοικογενειακή απειλή.
Κατά την απολογία του, ο κατηγορούμενος δεν αρνήθηκε ότι είπε τη φράση «θα σε στραγγαλίσω», ωστόσο ισχυρίστηκε ότι πρόκειται για γερμανική έκφραση που λέγεται πάνω στον θυμό και δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως κυριολεκτική απόδοση. Παραδέχθηκε ότι ήταν εκνευρισμένος, αλλά, όπως ισχυρίστηκε, δεν είχε πρόθεση να προκαλέσει κακό στην πρώην σύντροφό του.
Ο ίδιος εξήγησε ότι βρέθηκε στο σπίτι για να παραλάβει προσωπικά του αντικείμενα, καθώς εργάζεται μέχρι αργά και δεν βρίσκει χρόνο νωρίτερα, ενώ δεν μπορεί να επικοινωνήσει μαζί της γιατί δεν του απαντά στα τηλεφωνήματα. Ο ίδιος ανέφερε ότι ζουν χωριστά τους τελευταίους έξι μήνες και ότι η πρώην σύντροφός του προσπαθεί να απομακρύνει τα παιδιά από εκείνον, δημιουργώντας αρνητική εικόνα για το πρόσωπό του.
Η πρώην σύντροφός του, από την πλευρά της, ανέφερε στις Αρχές ότι το ιστορικό της σχέσης τους ήταν γεμάτο εντάσεις, λεκτική και ψυχολογική βία, αλλά και σωματική, πολλές φορές μπροστά στα παιδιά. Είπε ακόμα ότι ο κατηγορούμενος είχε στο παρελθόν εμπλοκή με τις γερμανικές Αρχές και είχε ενταχθεί σε πρόγραμμα απεξάρτησης από το αλκοόλ.
Ωστόσο, κατά την ακροαματική διαδικασία προέκυψε ότι ουδέποτε υπήρξε σε βάρος του καταγγελία που να έχει οδηγήσει σε προσαγωγή στο δικαστήριο, είτε στην Ελλάδα είτε στη Γερμανία.
Ο Εισαγγελέας της έδρας επεσήμανε ότι το γεγονός και μόνο ότι η γυναίκα προσέφυγε στις Αρχές, καταγγέλλοντας τη φραστική επίθεση, αποδεικνύει ότι αισθάνθηκε φόβο. Αν και, όπως σημείωσε, η πρόθεση για πραγματική επίθεση δεν προκύπτει ξεκάθαρα από τα στοιχεία, ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε τα λόγια του και απολογήθηκε, αναγνωρίζοντας το σφάλμα του.
Το Δικαστήριο, τελικά, τον έκρινε ένοχο για την πράξη της ενδοοικογενειακής απειλής και του επέβαλε ποινή φυλάκισης τριών μηνών με αναστολή.