Στα 14,8 δισ. ευρώ οι πωλήσεις του κλάδου εμπορίας πετρελαιοειδών το 2023
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε σήμερα το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), η αξία πωλήσεων των επιχειρήσεων του κλάδου Εμπορίας Πετρελαιοειδών παρουσίασε σημαντική πτώση το 2023, φτάνοντας τα 14,8 δισ. ευρώ, έναντι 17,7 δισ. ευρώ το 2022, καταγράφοντας μείωση κατά 16,5%.
Παράλληλα, ο όγκος των πωλήσεων περιορίστηκε κατά 4,8%, στους 13.186 χιλιάδες μετρικούς τόνους από 13.856 χιλιάδες τόνους το προηγούμενο έτος. Η μείωση αυτή αποδίδεται τόσο στη μείωση της μέσης τιμής πώλησης όσο και στη μείωση του όγκου πωλήσεων των προϊόντων του κλάδου.
Το συνολικό κόστος πωληθέντων μειώθηκε κατά 16,7%, διαμορφώθηκε στα 14,3 δισ. ευρώ από 17,2 δισ. ευρώ το 2022. Από αυτό, το 73,1% αφορούσε το κόστος εισαγωγής CIF, το οποίο επηρεάζεται από τις διακυμάνσεις στις διεθνείς τιμές του πετρελαίου και αποτέλεσε τον κύριο παράγοντα μεταβολής του κόστους.
Οι δασμοί και οι φόροι κάλυψαν το 26,1% του συνολικού κόστους, ενώ το 0,9% αντιστοιχεί σε άμεσα έξοδα αγορών. Ως αποτέλεσμα, η μικτή κερδοφορία του κλάδου μειώθηκε στα 483,1 εκατ. ευρώ, από 527,6 εκατ. ευρώ το 2022, σημειώνοντας πτώση 8,4%.
Οι συνολικές δαπάνες των επιχειρήσεων αυξήθηκαν οριακά κατά 0,2% και ανήλθαν σε 496,3 εκατ. ευρώ, με το μεγαλύτερο μέρος τους (71,3%) να αφορά λειτουργικά έξοδα και αμοιβές προσωπικού.
Τα καθαρά κέρδη του κλάδου μετά από φόρους παρουσίασαν αισθητή μείωση, διαμορφώθηκαν στα 23,9 εκατ. ευρώ το 2023, από 65,1 εκατ. ευρώ το 2022. Η μείωση αυτή αποδίδεται στη μείωση της μικτής κερδοφορίας, ενώ οι συνολικές δαπάνες παρέμειναν σχεδόν σταθερές.
Όσον αφορά την περιουσιακή διάρθρωση των επιχειρήσεων, τα περισσότερα μεγέθη παρουσίασαν πτωτική τάση το 2023. Τα πάγια ενισχύθηκαν ελαφρώς κατά 3%, φτάνοντας τα 1,390 δισ. ευρώ, από 1,351 δισ. ευρώ το 2022. Αντίθετα, το κυκλοφορούν ενεργητικό μειώθηκε κατά 19,8%, ενώ το βραχυπρόθεσμο παθητικό μειώθηκε κατά 22,9%, από 1,076 δισ. ευρώ σε 829 εκατ. ευρώ.
Το κεφάλαιο κίνησης διαμορφώθηκε στα 496,9 εκατ. ευρώ, από 577,7 εκατ. ευρώ το 2022. Το συνολικό απασχολούμενο κεφάλαιο του κλάδου υποχώρησε κατά 2,1%, με τη μείωση στο ενεργητικό να υπερβαίνει τη μείωση του παθητικού. Η καθαρή θέση των επιχειρήσεων μειώθηκε κατά 1,7%, φτάνοντας τα 722,9 εκατ. ευρώ το 2023, έναντι 735,1 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος.
Οι φόροι και οι έκτακτες εισφορές αυξήθηκαν κατά 5,9% και διαμορφώθηκαν σε 9 εκατ. ευρώ, από 8,5 εκατ. ευρώ το 2022, ενώ τα ανόργανα έσοδα μειώθηκαν από 407 χιλ. ευρώ το 2022 σε ανόργανα έξοδα 827 χιλ. ευρώ το 2023.
Οι φόροι εισοδήματος μειώθηκαν σημαντικά και ανήλθαν σε 9,6 εκατ. ευρώ το 2023, από 17,1 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος.
Παράλληλα, οι συνολικές επενδύσεις στον κλάδο αυξήθηκαν κατά 10,6%, φτάνοντας τα 91,7 εκατ. ευρώ το 2023, από 82,9 εκατ. ευρώ το 2022. Οι επενδύσεις σε ασφάλεια και περιβάλλον αυξήθηκαν σημαντικά, φτάνοντας τα 12,088 εκατ. ευρώ, από 6,950 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος.
Ο αριθμός των πρατηρίων καυσίμων μειώθηκε οριακά κατά 1,1%, φτάνοντας στα 4.898 από 4.952 το 2022, ενώ οι μέσες πωλήσεις καυσίμων ανά πρατήριο αυξήθηκαν κατά 5,6%.
Η χωρητικότητα των αποθηκευτικών χώρων των εταιριών αυξήθηκε, με σημαντική άνοδο κατά 17,3% στους ενοικιαζόμενους χώρους. Αύξηση σημειώθηκε και στον αριθμό των απασχολούμενων αυτοκινήτων, με 1.599 οχήματα το 2023, έναντι 1.391 το 2022 (+15%). Ο αριθμός των εργαζομένων μειώθηκε κατά 1,4%, με 1.720 άτομα να απασχολούνται το 2023.
Το κοινωνικό προϊόν του κλάδου, δηλαδή η συνεισφορά του στην κοινωνία μέσω πληρωμών σε εργαζομένους, μετόχους και το κράτος, αυξήθηκε στα 3,95 δισ. ευρώ το 2023, από 3,92 δισ. ευρώ το 2022.
Τα έσοδα από φόρους και εισφορές ανήλθαν στα 3,75 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 1% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ οι πληρωμές σε εργαζόμενους αυξήθηκαν κατά 3,6%, φτάνοντας τα 99,3 εκατ. ευρώ από 95,9 εκατ. ευρώ το 2022. Το ποσό που κατευθύνθηκε στο χρηματοπιστωτικό σύστημα αυξήθηκε σημαντικά κατά 48,8%, φτάνοντας τα 66,7 εκατ. ευρώ από 44,8 εκατ. ευρώ το 2022.