Η Ελληνική Αστυνομία συμμετείχε σε διασυνοριακή επιχείρηση με την κωδική ονομασία «CHAI FAKE» για την εξάρθρωση κυκλώματος, που διακινούσε πλαστά χαρτονομίσματα.
Όπως τονίζεται στη σχετική ανακοίνωση, την υπόθεση χειρίστηκε ως σημείο επαφής η Υποδιεύθυνση Περιουσιακών Δικαιωμάτων Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Περιβάλλοντος της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, σε συνεργασία με τις υπηρεσίες της Διεύθυνσης Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου (Εθνικό Γραφείο Europol και S.I.Re.N.E.) και τη Διεύθυνση Αστυνόμευσης Αερολιμένα Αθηνών.
Προηγήθηκαν έρευνες των ιταλικών Αρχών για τη διακρίβωση της δράσης τουλάχιστον 18 ομοεθνών αλλοδαπών, οι οποίοι παρήγαγαν στην Ιταλία πλαστά χαρτονομίσματα των 100 ευρώ και τα διακινούσαν σε Ελλάδα, Γαλλία και Ισπανία.
Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ. από την έρευνα προέκυψε ότι επρόκειτο για μέλη εγκληματικής οργάνωσης με κύριο χαρακτηριστικό ότι η παραγωγή των χαρτονομισμάτων γινόταν χειροποίητα, χρησιμοποιώντας ειδικό μελάνι και υδατογραφήματα, καθιστώντας αδύνατη την αναγνώρισή τους από μηχανές ανίχνευσης γνησιότητας.
Μάλιστα, κατόπιν αξιοποίησης πληροφοριών των ιταλικών αρχών, τον Ιούλιο του 2023 είχε συλληφθεί στην Ελλάδα από τη Διεύθυνση Αστυνόμευσης Αερολιμένα Αθηνών, αλλοδαπός ο οποίος κατείχε 125 πλαστά χαρτονομίσματα των 100 ευρώ.
Στη συνέχεια, για τον τερματισμό της δράσης του συνόλου του κυκλώματος, οργανώθηκε από τις ιταλικές Αρχές η διασυνοριακή επιχείρηση με την κωδική ονομασία «CHAI FAKE», με τον συντονισμό της EUROPOL και τη συμμετοχή της Ελληνικής Αστυνομίας και των ισπανικών και γαλλικών Αρχών.
Στο πλαίσιο αυτό, κατά την κοινής ημέρα δράσης την 13 Φεβρουαρίου 2024, συνελήφθησαν, με ευρωπαϊκά εντάλματα, συνολικά 10 άτομα σε Ιταλία, Ισπανία και Ελλάδα.
Στην Ελλάδα, συγκεκριμένα, συνελήφθη ο παραπάνω αλλοδαπός ο οποίος ήταν ήδη προσωρινά κρατούμενος για τον παραπάνω λόγο σε κατάστημα κράτησης, ενώ στην Ιταλία συνελήφθησαν 7 και στην Ισπανία ακόμα δύο μέλη. Παράλληλα, σε έρευνες σε ιταλικές πόλεις εντοπίστηκε πλήρως εξοπλισμένος χώρος κατάρτισης πλαστών χαρτονομισμάτων.
Επιπλέον, με τη συμβολή της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, κατέστη δυνατή η ταυτοποίηση ενός ακόμη μέλους της οργάνωσης, το οποίο κατά το παρελθόν στη χώρα μας είχε απασχολήσει για κυκλοφορία παραχαραγμένων νομισμάτων ενώ είχε εκτίσει και ποινή για αρπαγή και ληστεία.
Πληροφοριακό υλικό για την επιχείρηση έχει ανακοινωθεί και από τις Αρχές της Ιταλίας και της Ισπανίας. Τέλος, όπως επισημαίνεται από την ΕΛΑΣ οι έρευνες σχετικά με την υπόθεση συνεχίζονται.