Θα μπορούσε ο εγκέφαλός μας να ελέγχει πόσο άρρωστοι είμαστε αλλά και πώς αναρρώνουμε; Και τι ρόλο παίζει η ψυχολογία στη διατήρηση ή μη της καλής μας υγείας;
Τα ερωτήματα αυτά είναι από τα δυσκολότερα, καθώς στα άδυτα του ανθρώπινου νου υπάρχουν κρυμμένα μυστικά που δύσκολα το επιστημονικό χέρι μπορεί να προσεγγίσει.
Αυτό όμως δεν σημαίνει πως σταματούν οι προσπάθειες.
Οπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του επιστημονικού περιοδικού «Nature», εκατοντάδες ερευνητές ανά τον κόσμο αναζητούν τρόπους για την αντιμετώπιση της καρδιακής προσβολής. Λίγοι όμως ήταν αυτοί που είχαν ως αφετηρία της έρευνάς τους τον εγκέφαλο. Η Hedva Haykin, υποψήφια διδάκτωρ στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο «Technion», στο Ισραήλ, ανήκει σε αυτή τη μειονότητα.
Και τα πρώτα ευρήματά της έχουν προκαλέσει ενθουσιασμό. Η αιτία; Τα θετικά συναισθήματα σε πειραματόζωα (που προκλήθηκαν από τη διέγερση περιοχής του εγκεφάλου) φαίνεται πως συνέβαλαν σημαντικά στην επούλωση των ουλών και των βλαβών που προκλήθηκαν στις μικροσκοπικές καρδιές τους έπειτα από καρδιακή προσβολή.
Τα αίτια
Για την ιστορία, δε, αυτή η μελέτη έχει τις ρίζες της σε έρευνες που τρέχουν εδώ και δεκαετίες επιχειρώντας να ρίξουν φως στη σχέση της ψυχολογικής κατάστασης ενός ατόμου με την εμφάνιση καρδιολογικών παθήσεων. Μπορεί όμως πραγματικά η καρδιά μας να ραγίσει έπειτα μια στενοχώρια;
«Τα τελευταία χρόνια ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται στη μυοκαρδιοπάθεια από στρες/καταπόνηση ή αλλιώς στο σύνδρομο ραγισμένης καρδιάς (broken heart syndrome). Στις περιπτώσεις αυτές προκαλείται οξεία δυσλειτουργία της καρδιάς και καρδιακή ανεπάρκεια που μπορεί να μοιάζει με έμφραγμα συνοδευόμενη από συμπτώματα όπως θωρακικό άλγος, δύσπνοια, κόπωση και αρρυθμίες. Το σύνδρομο εμφανίζεται μετά από κατά κανόνα έντονο ψυχοπιεστικό γεγονός και αφορά συνήθως τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες ή μπορεί να εμφανιστεί μετά από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο» σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής Καρδιολογίας στην Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική του νοσοκομείου «Σωτηρία» και πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Γεράσιμος Σιάσος.
Και συνεχίζει: «Στις περισσότερες περιπτώσεις η κλινική πορεία είναι σχετικά ήπια και βαίνει βελτιούμενη μέσα σε λίγες ημέρες, μπορεί όμως να εμφανιστούν σε λίγες περιπτώσεις και σημαντικές επιπλοκές που να οδηγήσουν ακόμα και στον θάνατο. Παρά την αρχική καλή πορεία των περισσοτέρων ασθενών, μακροπρόθεσμα οι ασθενείς αυτοί μπορεί να έχουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν καρδιαγγειακά συμβάντα και χρειάζονται παρακολούθηση. Τα αίτια του συνδρόμου δεν είναι πλήρως αποσαφηνισμένα, φαίνεται όμως πως η ενεργοποίηση του αυτόνομου νευρικού συστήματος και ειδικότερα του συμπαθητικού συμμετέχει, όπως και οι διαταραχές στη μικροκυκλοφορία των στεφανιαίων αγγείων».
Αλλα νοσήματα
Μάλιστα και όπως επισημαίνει ο καθηγητής, η σχέση ψυχικής και σωματικής υγείας μπορεί να εμφανιστεί με ποικίλες μορφές. «Πέραν του καρδιαγγειακού, υπάρχουν για παράδειγμα δεδομένα που συνδέουν την εμφάνιση αυτοάνοσων νοσημάτων ή των υποτροπών τους με την ψυχική καταπόνηση και το άγχος». Επιπρόσθετα, υπάρχουν αναφορές για τη σχέση άγχους και καρκίνου των πνευμόνων ή του γαστρεντερικού, αν και τα δεδομένα αυτά δεν επιβεβαιώνονται. «Πάντως το στρες και η ψυχολογική κατάσταση στις περισσότερες περιπτώσεις δεν μπορούν από μόνα τους να προκαλέσουν νόσο αλλά να επιδεινώσουν ή να επιτείνουν προϋπάρχουσες καταστάσεις».
Εν τω μεταξύ, και όπως αναφέρεται στο ίδιο δημοσίευμα του «Nature», σειρά μελετών υπονοεί πως η θετική σκέψη οδηγεί σε καλύτερα θεραπευτικά αποτελέσματα. Ενδεικτικά αναφέρεται έρευνα του 1989 που κατέληξε πως μεταξύ των γυναικών με καρκίνο του μαστού εκείνες που συμμετείχαν σε υποστηρικτική ομαδική θεραπεία και αυτο-ύπνωση είχαν υψηλότερα ποσοστά επιβίωσης συγκριτικά με εκείνες που έλαβαν τη συνήθη ιατρική φροντίδα. Επιπρόσθετα, υπάρχουν ενδείξεις πως ακόμη και η ανοσολογική απόκριση στα εμβόλια πιθανόν να σχετίζεται με θετικά συναισθήματα.
Υπό τα δεδομένα αυτά και όπως ο καθηγητής σημειώνει «ο ανθρωποκεντρικός ρόλος της ιατρικής επιβάλλει την επίτευξη της σωματικής και ψυχικής ευεξίας. Για την επίτευξη λοιπόν της συνολικής αυτής υγείας οι θεραπευτικές παρεμβάσεις πρέπει να αλληλοσυμπληρώνονται και να στοχεύουμε το σκέλος της υγείας (σωματικό ή ψυχικό) που πάσχει πρωτίστως χωρίς να αγνοούμε το έτερο προς όφελος της έκβασης τον πασχόντων».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ «ΤΑ ΝΕΑ»