Ενθαρρυντικά αποτελέσματα στην αντιμετώπιση της λεύκης φέρνουν νέες καινοτόμες θεραπείες που αναμένεται σύντομα να φτάσουν και στη χώρα μας.
Η λεύκη αποτελεί χρόνια, επίκτητη δερματική πάθηση, που στους περισσότερους ασθενείς έχει αυτοάνοση αιτιολογία.
Στην Ευρώπη, εκτιμάται ότι η λεύκη συναντάται στο 1% του πληθυσμού, ενώ στη χώρα μας υπολογίζεται ότι αφορά περίπου 100.000 ασθενείς.
Οι λευκές κηλίδες που εμφανίζονται στο δέρμα, προκαλούνται από την απώλεια της μελανίνης, που είναι η χρωστική του δέρματος,.
Η λεύκη, μπορεί να παρουσιαστεί σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος, δεν προτιμά ιδιαίτερα κάποιο φύλο ή ηλικία, όμως συνήθως τα πρώτα συμπτώματα είναι εμφανή ήδη πριν την ηλικία των 30 ετών.
Εκτός όμως από τις δερματικές της εκδηλώσεις, η λεύκη συνδέεται με σημαντική ψυχοκοινωνική επιβάρυνση. Σύμφωνα με μελέτες, τα άτομα με λεύκη συχνά βιώνουν έντονο στρες, μειωμένη αυτοπεποίθηση, χαμηλή αυτοεκτίμηση και συμπτώματα άγχους ή κατάθλιψης, ενώ σε αυξημένο ποσοστό αναφέρουν ότι έχουν βιώσει στιγματισμό εξαιτίας της λεύκης τους.
Η λεύκη είναι μια χρόνια δερματοπάθεια με αυτοάνοσο υπόβαθρο και υψηλή επιβάρυνση στη ζωή του ασθενούς
Στα παραπάνω αναφέρθηκαν ο πρόεδρος της Ελληνικής Δερματολογικής και Αφροδισιολογικής Εταιρείας (ΕΔΑΕ) Δρ. Ιωάννης Μπάρκης και η Καθηγήτρια Δερματολογίας – Αφροδισιολογίας του ΕΚΠΑ Δρ Ηλέκτρα Νικολαΐδου, στο πλαίσιο συνέντευξης Τύπου με αφορμή την 25η Ιουνίου, ημέρα αφιερωμένη στην ενημέρωση για τη λεύκη, στην ευαισθητοποίηση σχετικά με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς, αλλά και στην αποδοχή και αποστιγματοποίησή της.
Συγκεκριμένα, ο Πρόεδρος της ΕΔΑΕ Δρ Ιωάννης Μπάρκης, σημείωσε πως η λεύκη, χρόνια και αυτοάνοση δερματική νόσος, δημιουργεί έντονα αισθητικά προβλήματα, λόγω των δυσχρωμιών που προκαλεί, χωρίς όμως να απειλεί τη σωματική υγεία των πασχόντων. Πολύ συχνά, στις εκτεταμένες μορφές της νόσου, προκαλεί έντονα ψυχοκοινωνικά προβλήματα ιδίως όταν εμφανίζεται σε άτομα με σκουρόχρωμα δέρματα και έτσι επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα ζωής τους.
Έγκαιρη ενημέρωση
Για τον λόγο αυτό, η Ελληνική Δερματολογική και Αφροδισιολογική Εταιρεία (ΕΔΑΕ) δημιουργεί και διεξάγει εκστρατείες ενημέρωσης του κοινού και υποστηρίζει προσπάθειες που έχουν σκοπό να προάγουν τη γνώση, ώστε να δοθούν χρήσιμες πληροφορίες για όλα τα αυτοάνοσα νοσήματα. Πιο εξειδικευμένα, σχετικά με τη λεύκη είναι πολύ σημαντική η ενημέρωση του κοινού, ώστε αφενός μεν να γίνει κατανοητό το νόσημα τόσο από τους πάσχοντες όσο και από τους συμπολίτες μας, αφετέρου δε να σταματήσει το στίγμα που δημιουργεί η νόσος, δεδομένο που επιβαρύνει σημαντικά την ψυχολογική κατάσταση των ασθενών.
Ο Πρόεδρος της ΕΔΑΕ επεσήμανε ακόμη, ότι «η ανταπόκριση στις μέχρι σήμερα υπάρχουσες θεραπείες δεν είναι ικανοποιητική, γιατί επιτυγχάνεται μερική αποκατάσταση του χρώματος στο πάσχον δέρμα.
Όμως, τα νέα θεραπευτικά δεδομένα είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, καθώς έχουν αναπτυχθεί και εγκριθεί νέες καινοτόμες θεραπείες για την αντιμετώπιση της λεύκης με υψηλά ποσοστά ανταπόκρισης, γεγονός που μας δίνει σημαντικότατη αισιοδοξία για το μέλλον».
Καταλήγοντας, επισήμανε ότι είναι σημαντικό οι ασθενείς να επισκέπτονται έγκαιρα τον δερματολόγο τους, καθώς μόνο σε συνεργασία μαζί του θα βρεθεί η κατάλληλη θεραπευτική διαδρομή και θα δουν πραγματικά τα συμπτώματα να υποχωρούν σημαντικά και τη ζωή τους να βελτιώνεται.
Αυτοάνοσα νοσήματα που συνυπάρχουν
Από την πλευρά της, η Καθηγήτρια Δερματολογίας Δρ Ηλέκτρα Νικολαΐδου, ανέφερε ότι η λεύκη έχει, στους περισσότερους ασθενείς, αυτοάνοση αιτιολογία.
Για τον λόγο αυτό, οι ασθενείς με λεύκη ενδέχεται να πάσχουν και από κάποιο άλλο αυτοάνοσο νόσημα, όπως είναι η θυρεοειδίτιδα Hashimoto. Άλλα νοσήματα που μπορεί να συνυπάρχουν, είναι η γυροειδής αλωπεκία και η ατοπική δερματίτιδα.
Η καθηγήτρια επεσήμανε ότι οι ασθενείς με λεύκη αναφέρουν σημαντική επιβάρυνση στην ποιότητα ζωής τους από τη νόσο.
Η λεύκη επηρεάζει σημαντικά την καθημερινότητά τους, τη συναισθηματική τους κατάσταση και την ψυχική τους υγεία. Η αγχώδης διαταραχή και η κατάθλιψη απαντώνται πολύ συχνά στους ασθενείς με λεύκη. Ο στιγματισμός, οι διαταραχές του ύπνου, η δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις και η τάση περιορισμού των δραστηριοτήτων αναφέρονται πολύ συχνά από τους ασθενείς. Η επιβάρυνση είναι μεγαλύτερη στις γυναίκες, στους νέους σε ηλικία ασθενείς και σε ασθενείς με εκτεταμένη νόσο ή νόσο σε ορατά σημεία του δέρματος».
Η Κ. Νικολαϊδου, καταλήγοντας ανέφερε πως «οι νέες θεραπευτικές επιλογές για τη νόσο, αναμένεται να βελτιώσουν σε σημαντικό βαθμό την επιβάρυνση αυτή».