Η συστηματική ανασκαφή που διενεργείται από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων υπό τη διεύθυνση του αρχαιολόγου Γιάννου Κουράγιου διήρκησε φέτος έξι εβδομάδες, από τις 20 Μαΐου έως τις 28 Ιουνίου 2024, και επικεντρώθηκε τόσο στη θέση Μάντρα στη νησίδα Δεσποτικό, όσο και στη νησίδα Τσιμηντήρι. Η ανασκαφή πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία των αρχαιολόγων Αλεξάνδρας Αλεξανδρίδου (Αναπλ. Καθηγήτρια Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων), Ίλιας Νταϊφά (Δρ. Αρχαιολόγος), Erica Angliker (Dr., Research Associate -British School at Athens), ενώ συμμετείχαν σε αυτή οι Caspar Meyer (Dr., Bard Graduate Center), Luigi Lafasciano (Dr., Univeristy of Salerno), Κατερίνα Καρακάση (Δρ. Αρχαιολόγος), Doug Forsyth (Dr., University of St Andrews), οι μεταπτυχιακές φοιτήτριες του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Λουίζα Πανοπούλου, Κλειώ Παπαθανασίου, Ευτυχία-Μαρία Χουμαδάκη και μεγάλος αριθμός εθελοντών φοιτητών από Πανεπιστήμια της Ευρώπης, της Αμερικής, της Βραζιλίας και της Ελλάδας (College Year in Athens/ΔΙΚΕΜΕΣ, JICAS Center, Bard Graduate Center N.Y., Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων κ.ά).
Η πραγματοποίηση των εργασιών κατέστη εφικτή χάρη στην υποστήριξη της ΑΙΓΕΑΣ ΑΜΚΕ (Θανάσης και Μαρίνα Μαρτίνου), του Ιδρύματος Π&Α Κανελλοπούλου, του Ιδρύματος Α.Γ.Λεβέντη, της Marion Stassinopoulos, των Συλλόγων «Φίλοι της Πάρου» και “Antiparos Preservation Societty”.
Οι εργασίες επικεντρώθηκαν στα κτίρια που βρίσκονται έξω από το αρχαϊκό τέμενος στην περιοχή ανάμεσα σε αυτό και την ακτή.
Συνεχίστηκε η διερεύνηση του Κτιρίου ΜΝ που είχε εντοπισθεί το 2023 (Εικ.1). Το κτίριο χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 6ου αιώνα π.Χ. Είναι ορθογώνιας κάτοψης και έχουν έρθει στο φως οκτώ δωμάτια του. Οι τοίχοι τους έχουν πλάτος 0,45-0,48 μ., εκτός από το νότιο και το δυτικό όπου οι τοίχοι είναι «διπλοί» με πάχος σχεδόν 1,20 μ. Είναι κατασκευασμένοι από μεσαίους και μεγάλους πλακοειδείς και αδρά λαξευμένους λίθους και αρχιτεκτονικά δε διαφέρουν από τα υπόλοιπα κτίρια που έχουν ήδη ανασκαφεί εξωτερικά του τεμένους. Στα Δωμάτια 2 και 3 εντοπίστηκαν τετράπλευρες κατασκευές, ενώ στο μέσον του Δωματίου 5 υπάρχει επίμηκες «αυλάκι» μήκους 1,70μ., για την απορροή υδάτων. Στο εσωτερικό των δωματίων βρέθηκαν πολλοί πήλινοι κέραμοι από τη στέγη του κτιρίου, όπως και τμήμα ενός ακροκεράμου με τη μορφή γοργονείου.
Συνεχίστηκε η διερεύνηση του Κτιρίου ΜΝ που είχε εντοπισθεί το 2023 (Εικ.1). Το κτίριο χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 6ου αιώνα π.Χ. Είναι ορθογώνιας κάτοψης και έχουν έρθει στο φως οκτώ δωμάτια του. Οι τοίχοι τους έχουν πλάτος 0,45-0,48 μ., εκτός από το νότιο και το δυτικό όπου οι τοίχοι είναι «διπλοί» με πάχος σχεδόν 1,20 μ. Είναι κατασκευασμένοι από μεσαίους και μεγάλους πλακοειδείς και αδρά λαξευμένους λίθους και αρχιτεκτονικά δε διαφέρουν από τα υπόλοιπα κτίρια που έχουν ήδη ανασκαφεί εξωτερικά του τεμένους. Στα Δωμάτια 2 και 3 εντοπίστηκαν τετράπλευρες κατασκευές, ενώ στο μέσον του Δωματίου 5 υπάρχει επίμηκες «αυλάκι» μήκους 1,70μ., για την απορροή υδάτων. Στο εσωτερικό των δωματίων βρέθηκαν πολλοί πήλινοι κέραμοι από τη στέγη του κτιρίου, όπως και τμήμα ενός ακροκεράμου με τη μορφή γοργονείου.