Τι σχέση έχουν τα βήματα που κάνουμε καθημερινά με την πρόληψη του καρκίνου ή των καρδιαγγειακών νοσημάτων και τη θνησιμότητα; Η ταχύτητα που περπατάμε, επηρεάζει;
Τα μέχρι τώρα στοιχεία έχουν δείξει πως το περπάτημα είναι σημαντικό για την πρόληψη χρονίων παθήσεων και τη μείωση της θνησιμότητας.
Αρχικά, η καθηγήτρια Επιδημιολογίας του Χάρβαρντ Άι Μιν Λι και οι συνεργάτες της, διαπίστωσαν αρχικά ότι μόλις 4.400 βήματα την ημέρα μείωσαν τη θνησιμότητα ηλικιωμένων γυναικών. Το εύρημα αυτό άνοιξε τη συζήτηση για την μείωση της θνησιμότητας και την πρόληψη χρόνιων ασθενειών.
Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι υπάρχει μικρή πρόσθετη μείωση του κινδύνου θνησιμότητας από κάθε αιτία για περισσότερα από 6.000 – 8.000 ημερήσια βήματα για τα άτομα ηλικίας 60 ετών και άνω και 8.000 – 10.000 βήματα για τα άτομα ηλικίας κάτω των 60 ετών.
Περισσότερα βήματα έχουν συσχετιστεί με χαμηλότερη θνησιμότητα από καρδιαγγειακή νόσο, αλλά τα προηγούμενα στοιχεία περιορίζονται σε ηλικιωμένους, πληθυσμούς υψηλού κινδύνου, μόνο άνδρες, μόνο γυναίκες ή με λίγα συμβάντα θνησιμότητας, εμποδίζοντας τη γενίκευση των ευρημάτων. Περισσότερα βήματα μπορεί να μειώσουν τον κίνδυνο θνησιμότητας από καρκίνο, όμως τα στοιχεία προέρχονται από μόνο μία μελέτη.
Μια νέα προοπτική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο JAMA και συμπεριέλαβε δεδομένα του Ηνωμένου Βασιλείου για 78.500 άτομα μέσης ηλικίας 61 ετών, διαπίστωσε ότι περισσότερα βήματα την ημέρα (περίπου 10.000 βήματα) σχετίζονται με μείωση του κινδύνου θνησιμότητας, αλλά και με μειωμένη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου και καρδιαγγειακής νόσου. Η ένταση του βηματισμού επίσης, (με περισσότερα ή λιγότερα από 40 βήματα το λεπτό με κορύφωση για 30 λεπτά – όχι απαραίτητα συνεχόμενα) έδειξε βελτιωμένα ποσοστά νοσηρότητας και θνησιμότητας.
Πρώτος συγγραφέας της μελέτης ήταν ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Νότιας Δανίας Μπόρζα Ντελ Πόθο Κρουθ, ενώ συμμετείχαν η καθηγήτρια Επιδημιολογίας του Χάρβαρντ Άι Μιν Λι, ο ερευνητής της Ιατρικής σχολής του Σύδνεϋ Μάθιου Αχμαντί και ο καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Σύδνεϋ Εμμανουήλ Σταματάκης.
Ο πληθυσμός της μελέτης των 78.500 ατόμων, μέσης ηλικίας 61 ετών εκ των οποίων οι 43.418 (το 55%) ήταν γυναίκες, παρακολουθήθηκε για διάμεσο 7 χρόνια κατά τη διάρκεια των οποίων 2.179 άτομα πέθαναν, τα 1.325 από καρκίνο και τα 664 από καρδιαγγειακές νόσους. Καταγράφηκαν 10.245 περιστατικά καρδιαγγειακής νόσου και 2.813 περιστατικά καρκίνου κατά την περίοδο παρακολούθησης.
Στις παραμέτρους που έλαβαν οι ερευνητές, συμπεριλαμβάνονταν επίσης η εκπαίδευση των συμμετεχόντων, η χρήση αλκοόλ και καπνού, η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, το οικογενειακό ιστορικό για καρκίνο και καρδιαγγειακά νοσήματα, η χρήση φαρμάκων για χοληστερίνη, υπέρταση ή ινσουλίνη.
Η μείωση του κινδύνου μετρήθηκε ανά 2.000 βήματα καθημερινά και μέχρι τις 10.000 βήματα η μείωση του κινδύνου ήταν κατακόρυφη.
Οι ερευνητές βρήκαν ότι υπάρχει συσχέτιση μεταξύ τυχαίου και υποχρεωτικού βαδίσματος στη διάρκεια της ημέρας με την εμφάνιση καρκίνου ή καρδιαγγειακής νόσου, καθώς η μείωση του κινδύνου νόσησης ήταν μεγαλύτερη στην περίπτωση που το περπάτημα ήταν κομμάτι της καθημερινότητας των συμμετεχόντων, σε σύγκριση με εκείνους που βάδιζαν σκόπιμα στο πλαίσιο της μελέτης.
Επίσης η μειωμένη θνησιμότητα συσχετίσθηκε με τον εντατικό ρυθμό βάδισης με διαφορά στη μείωση του κινδύνου νόσησης κατά 34% μεταξύ των 5 ομάδων συμμετεχόντων ανάλογα με την ένταση του ρυθμού επί 30 λεπτά.
Οι συγγραφείς επισημαίνουν πως μέχρι 10.000 βήματα την ημέρα, συνδέονται με σταθερή μείωση του κινδύνου θνησιμότητας, πέρα από τους προφανείς συσχετισμούς. Και δεν υπάρχει ελάχιστο όριο βημάτων για τη μείωση του κινδύνου νοσηρότητας και θνησιμότητας από καρδιαγγειακά και καρκίνο. Τα ευρήματα, σημειώνουν, μπορούν να συμπεριληφθούν στις συστάσεις για φυσική δραστηριότητα βαδίσματος με τη μέτρηση των ημερήσιων βημάτων.